Τα ακροδεξιά κόμματα στην Ευρώπη «απέτυχαν να διατυπώσουν συνεκτικές απαντήσεις» στην τρέχουσα υγειονομική κρίση και αρκέστηκαν να εξαπολύουν μύδρους κατά των κυβερνήσεων των χωρών τους, αντιτάσσοντας διάφορες θεωρίες συνωμοσίας και αποτυγχάνοντας να αναδείξουν τη μετανάστευση ως «την των πάντων κακό», προκύπτει από μελέτη του γαλλικού ιδρύματος Jean-Jaurès.
«Η ταχύτητα με την οποία εξαπλώθηκε η πανδημία, χωρίς να υπάρχει κάποια σχέση με τις περιορισμένες μεταναστευτικές ροές που παρατηρήθηκαν στα τέλη Φεβρουαρίου στο νησί της Λέσβου και αλλού στην Ελλάδα, ακύρωσε εντελώς την όποια προσπάθεια εκμετάλλευσης του θέματος της μετανάστευσης ως φορέα ασθένειας», εκτιμά ο πολιτικός επιστήμονας Ζαν-Υβ Καμύ, διευθυντής του Παρατηρητηρίου των Ριζοσπαστικών Πολιτικών του ιδρύματος, με κέντρο-αριστερό προσανατολισμό και συγγραφέας της μελέτης που δόθηκε σήμερα στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Ενδεικτικά, η επίσκεψη του αντιπροέδρου του γαλλικού ακροδεξιού Εθνικού Συνασπισμού (RN) Ζορντάν Μπαρντελά στις αρχές Μαρτίου στην Ελλάδα «έτυχε ελάχιστης ανταπόκρισης», ενώ και οι νεοναζί του κόμματος της Χρυσής Αυγής στην Ελλάδα «διαδραμάτισαν αμελητέο ρόλο» στην κρίση.
«Η απειλή της μετανάστευσης ως φορέα της πανδημίας κυρίως έχει χρησιμοποιηθεί υπό τη μορφή της καταγγελίας για την υποτιθέμενη μη συμμόρφωση των περιοριστικών μέτρων σε ορισμένες γειτονιές με υψηλό αριθμό μεταναστών, ιδίως μουσουλμάνων», σημειώνει ο ίδιος ερευνητής, υπενθυμίζοντας όμως πως αυτό το αφήγημα, που συνδέει τη μετανάστευση και την παραβατικότητα, προϋπήρχε της υγειονομικής κρίσης.
Τα ακροδεξιά και νεοναζιστικά κόμματα επίσης «εκμεταλλεύθηκαν με κακό τρόπο» την κρίση, επειδή ορισμένα κυβερνώντα κόμματα, όπως το Fidesz στην Ουγγαρία, «τους άφησαν πολύ λίγο χώρο» δράσης, για παράδειγμα κλείνοντας πολύ γρήγορα τα σύνορα.
«Κρυφές αιτίες»
Άλλες κυβερνήσεις ενέπνευσαν στους πληθυσμούς τους το αίσθημα ότι διαχειρίστηκαν την κρίση σχετικώς καλά, καθιστώντας πιο δύσκολη την όποια κριτική. Όπως, φέρ’ ειπείν στη Γερμανία, όπου το AfD έχει φτάσει στο χαμηλότερο επίπεδό του στην πρόθεση ψήφου από το 2017 -έχοντας επιπλέον να αντιμετωπίσει και την εμφάνιση ενός νέου σχηματισμού (του Widerstand 2020), που διάκειται εχθρικά στον περιορισμό των μετακινήσεων και εκφράζει έναν έντονο συνωμοτικό τόνο.
«Αυτά τα κόμματα πάνω απ ‘όλα περιορίζονται να «εξαπολύουν μύδρους» εναντίον των κυβερνήσεων, εστιάζοντας την κριτική τους στην προέλευση του ιού, την παγκοσμιοποίηση και τα ανοιχτά σύνορα, αλλά και στον περιορισμό των ατομικών ελευθεριών», συνοψίζει ο Καμύ.
Αυτά τα κόμματα που αρέσκονται στην ιδέα των «κρυφών αιτίων», εξέφρασαν ιδιαίτερα έντονη αμφισβήτηση στην κινεζική επιρροή στον Π.Ο.Υ, η οποία «επανενεργοποίησε το γνωστό θέμα ‘η Δύση που πολεμά τον κομμουνισμό’».
Επίσης, επικαλέσθηκαν κατά κόρον τη θεωρία για τον ιό που «κατά λάθος» διέρρευσε από το εργαστήριο ιολογίας στην Ουχάν, χωρίς και να την τεκμηριώνουν απαραίτητα, αλλά αρκούμενα να υποστηρίζουν πως ήγειραν μια «αμφιβολία».
Η επικεφαλής του RN Μαρίν Λεπέν κατηγόρησε συγκεκριμένα τη γαλλική κυβέρνηση ότι είπε ψέμματα «απολύτως για τα πάντα», θεωρώντας παράλληλα πως είναι «κοινή λογική» να αναρωτιέται κάποιος μήπως ο ιός είχε «δραπετεύσει από κάποιο εργαστήριο» -με το 40% των υποστηρικτών του κόμματός της μάλιστα να πιστεύουν ότι ο κορωνοϊός «σκόπιμα» σχεδιάστηκε στο εργαστήριο.
Καταγγελίες κατά του αυταρχισμού των ελίτ
Ως αντιστημικό κόμμα, το RN δεν «μπορεί παρά να εκκινεί αποκλειστικά από την προκατάληψη, σύμφωνα με την οποία η κυβέρνηση πρόδωσε τα συμφέροντα του λαού, ψευδόμενη απέναντί του σχετικά με την πανδημία», εξηγεί ο Καμύ. «Ο ψηφοφόρος της Λεπέν δεν πιστεύει στην αβεβαιότητα: γι ‘αυτόν η εξουσία ‘ γνωρίζει’, ή ‘πρέπει να γνωρίζει’. Εάν διστάζει να πάρει αποφάσεις, είναι επειδή ‘κρύβει’ κάτι, εκτός εάν είναι ανίκανη».
Απέναντι στα μέτρα που περιορίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία, ή στις τεχνικές εποπτείας των πληθυσμών, κόμματα όπως το Vox στην Ισπανία κατηγόρησαν τις «ελίτ» ότι «εκμεταλλεύονται εν γνώσει τους την κατάσταση έκτακτης ανάγκης για την υγεία ώστε να επιταχύνουν την επιβολή μίας αυταρχικής μορφής διακυβέρνησης» .
Το ουγγρικό εθνικιστικό κόμμα Jobbik, το οποίο αμιλλάται το κυβερνητικό Fidesz, συμπτύσσοντας εξ ανάγκης μέτωπο με την κεντροαριστερά, έχει φτάσει έως του σημείου να καταγγείλει ακόμη και τις επιθέσεις κατά της ελευθερίας του Τύπου.
Αλλά στην Ιταλία, η Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι, σύμμαχος στο Ευρωκοινοβούλιο του RN, έχει σημειώσει εκλογική κάμψη. Ο πρώην υπουργός Εσωτερικών κατηγορείται για «διγλωσσία»: αφ’ ενός στηρίζει τον πλήρη περιορισμό για να σωθούν ανθρώπινες ζωές, ενώ ταυτόχρονα κηρύττει την επιστροφή στην εργασία, με στόχο να ευχαριστήσει τους μικρούς επιχειρηματίες που αποτελούν σημαντικό τμήμα του εκλογικού του σώματος, ενώ κι ο προερχόμενος εκ της σαρκός της Λέγκας κυβερνήτης της Λομβαρδίας Ατίλιο Φοντάνα, δεν τα κατάφερε να καταπολεμήσει αποτελεσματικά την επιδημία στην περιοχή του, η οποία αναδείχθηκε ως η δριμύτερα πληγείσα στην Ιταλία.