Καταναλωτικές έρευνες κάνουν λόγο για τη μεγαλύτερη και πιο σταθερή τάση των τελευταίων ετών: μόνο πέρυσι οι Γερμανοί ξόδεψαν περίπου 10 δις ευρώ για την αγορά βιολογικών προϊόντων. Η ανάπτυξη του κλάδου καλά κρατεί.

Οι Γερμανοί καταναλωτές εμπιστεύονται όλο και περισσότερο βιολογικά είδη διατροφής και, κυρίως, φρούτα και κρέας. Σύμφωνα με νέα έρευνα του γερμανικού Ιδρύματος Καταναλωτικών Ερευνών (GfK), τα τελευταία 10 χρόνια έχει σχεδόν διπλασιαστεί το ποσοστό των βιολογικών προϊόντων επί του συνολικού αριθμού πωλήσεων ποτών και τροφίμων στη Γερμανία, σκαρφαλώνοντας από το 3% στο 6%. Οι ερευνητές κάνουν μάλιστα λόγο για την «πλέον πετυχημένη τάση».

Η ζήτηση αφορά σε όλο το φάσμα των βιολογικών προϊόντων: από βιολογικά κρέατα μέχρι φρούτα, λαχανικά και αβγά. Σύμφωνα με σχετικούς υπολογισμούς του κλάδου, την περασμένη χρονιά οι Γερμανοί αγόρασαν βιολογικά τρόφιμα και ποτά συνολικής αξίας 9,48 δις ευρώ. Αυτό συνιστά μια αύξηση κατά 10% σε σχέση με το 2015. «Δεν υπήρχε σχεδόν κανένα προϊόν όπου δεν καταγράφηκε αύξηση» σημειώνει ο Σύνδεσμος Οικολογικών Ειδών Διατροφής (BÖLW).

Μεγαλύτερη η ζήτηση από την προσφορά

Την περασμένη χρονιά οι Γερμανοί αγόρασαν βιολογικά τρόφιμα και ποτά συνολικής αξίας 9,48 δις ευρώ.
Σε συγκεκριμένες ομάδες προϊόντων μάλιστα το εμπόριο φαίνεται να φτάνει στα όρια των αντοχών και δυνατοτήτων του. Όπως επισημαίνει ο Ντιρκ Χάιμ από την αλυσίδα σούπερ μάρκετ REWE: «Εδώ και δύο χρόνια διαπιστώνουμε κατακόρυφη αύξηση της ζήτησης βιολογικού κρέατος. Η ζήτηση είναι τόσο μεγάλη, που κατά διαστήματα δεν μπορεί να καλυφθεί». Με μακράς διάρκειας συμφωνίες με στρατηγικούς εταίρους η εταιρεία προσπαθεί να διασφαλίσει την επαρκή τροφοδοσία των καταστημάτων της με βιολογικά προϊόντα. Όταν όμως είναι απλώς κακή η σοδειά, όπως για παράδειγμα εφέτος στη Γερμανία με τα μήλα, τότε το πρόβλημα είναι «τεράστιο» και ανυπέρβλητο.

Μόνο πέρυσι ο τζίρος των REWE από τις πωλήσεις βιολογικών προϊόντων ανήλθε στο ένα δις ευρώ. Το 90% περίπου είναι προϊόντα που φέρουν το brand name της ίδιας της αλυσίδας. Αυτό καταδεικνύει ότι στον τομέα των βιολογικών οι επώνυμες μάρκες συνεχίζουν να παίζουν ελάσσονα ρόλο.

Θα παραμείνει υψηλή η ζήτηση;

Οι εποχές που οι ενδιαφερόμενοι καταναλωτές έβρισκαν μετά δυσκολίας βιολογικά προϊόντα στα ράφια των σούπερ μάρκετ και έπρεπε να απευθυνθούν στο εξειδικευμένο εμπόριο έχουν πλέον παρέλθει. Σχεδόν τα 2/3 του τζίρου από τις πωλήσεις βιολογικών προϊόντων καταγράφονται στα σούπερ μάρκετ, σε εκπτωτικά μάρκετ καθώς και σε καταστήματα καλλυντικών και φαρμάκων.

Για το λιανικό εμπόριο τα βιολογικά προϊόντα είναι ιδιαίτερα ελκυστικά για πολλούς και διαφορετικούς λόγους: κατ’ αρχάς, φυσικά, επειδή αυξάνουν σημαντικά τον τζίρο. Τα βιολογικά είναι κατά μέσο όρο κατά 64% ακριβότερα από τα συμβατικά προϊόντα. Κατά δεύτερον, επειδή προσεγγίζουν συχνά ένα διαφορετικό καταναλωτικό κοινό. «Αγοράζουν κυρίως νέοι άνθρωποι, οικογένειες με παιδιά, αλλά και τα υψηλά εισοδήματα» εξηγεί ο μάνατζερ των REWE.

Η ζήτηση για βιολογικά προϊόντα θα παραμείνει υψηλή, εκτιμά ο επικεφαλής της επώνυμης εταιρείας βιολογικών προϊόντων Alnatura Γκετς Ρεν. Ο ίδιος προέβλεψε, μάλιστα, πρόσφατα ότι τα βιολογικά είδη διατροφής «βρίσκονται μόλις στην αρχή».

Η αγορά των βιολογικών προϊόντων στη Γερμανία προσφέρει αναμφίβολα τεράστιες ευκαιρίες και για τους Έλληνες εξαγωγείς και για ορισμένα, κατά γενική ομολογία, ασυναγώνιστα ελληνικά αγροτικά προϊόντα.

Πηγή: Deutsche Welle