Οι Πράσινοι ουσιαστικά απέκλεισαν χθες το ενδεχόμενο να συμμετάσχουν μετά τις εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου σε έναν τρικομματικό κυβερνητικό συνασπισμό με τους συντηρητικούς υπό την Άγκελα Μέρκελ και τους Ελεύθερους Δημοκράτες (FDP).

Οι δημοσκοπήσεις υποδεικνύουν πως οι συντηρητικοί της Μέρκελ οδεύουν να κερδίσουν τις εκλογές συγκεντρώνοντας περί το 38% των ψήφων, αλλά θα χρειαστούν έναν εταίρο για να σχηματίσουν κυβέρνηση. Ο νυν ήσσων κυβερνητικός εταίρος τους, οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD), που έλεγαν ως πρότινος πως έχουν ελπίδες ότι θα κερδίσουν τις εκλογές, έχασαν έδαφος ξανά το τελευταίο διάστημα και συγκεντρώνουν ένα 22%.

Οι επιλογές όσον αφορά την επόμενη κυβερνητική συμμαχία είναι είτε η να διατηρηθεί το απερχόμενο σχήμα, ο «μεγάλος συνασπισμός» των CDU/CSU και SPD, ή να σχηματιστεί ο λεγόμενος «συνασπισμός Τζαμάικα», από τα χρώματα των συντηρητικών, του FDP και των Πρασίνων (μαύρο, κίτρινο και πράσινο, δηλαδή αυτά της σημαίας της Τζαμάικας).

Η Κατρίν Γκέρινγκ-Έκαρτ, εκ των κορυφαίων στελεχών των Πρασίνων, δήλωσε στην περιφερειακή εφημερίδα Passauer Neue Presse ότι «δεν μπορώ να φανταστώ τη (συγκρότηση του συνασπισμού που αποκαλείται) Τζαμάικα».

Γενικά στη Γερμανία οι κυβερνητικές συμμαχίες τείνουν να δοκιμάζονται σε επίπεδο ομόσπονδων κρατιδίων πριν σχηματιστούν σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Ένας συνασπισμός Τζαμάικα για παράδειγμα σχηματίστηκε στο Σλέσβιχ-Χόλσταϊν όταν η Ένωση Χριστιανοδημοκρατών (CDU) της Μέρκελ αναδείχθηκε πρώτο κόμμα στις εκλογές του Μαΐου.

Όμως η Γκέρινγκ-Έκαρτ τόνισε ότι οι Πράσινοι και το FDP έχουν «διαμετρικά αντίθετες θέσεις» σε ζητήματα όπως η περιβαλλοντική προστασία, των όρια εκπομπών αερίων αυτοκινήτων ώστε να θεωρούνται «καθαρά», ή την υποδοχή των προσφύγων.

«Δεν βλέπω πώς θα μπορούσε να δουλέψει (η συνεργασία) σε εθνικό επίπεδο», συμπλήρωσε η ίδια.
Ο ηγέτης του FDP Κρίστιαν Λίντνερ επίσης έκρινε σε μια συνέντευξή του που δημοσιεύθηκε στο τεύχος του περιοδικού Focus που κυκλοφόρησε χθες ότι αδυνατεί να φανταστεί πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει ένας τέτοιος κυβερνητικός συνασπισμός λόγω των διαφορών των δύο κομμάτων στα ζητήματα της μετανάστευσης και της ενέργειας.

Ο υπουργός Εσωτερικών Τόμας ντε Μεζιέρ, σημαίνον στέλεχος των συντηρητικών, δήλωσε από την πλευρά του στην εφημερίδα Rheinische Post ότι ούτε η ηγεσία των CDU/CSU ούτε αυτή του SPD θέλουν να συνεχιστεί ο τρέχων «μεγάλος συνασπισμός», διότι αυτό «δεν είναι καλό για τη δημοκρατία»—αναφερόταν στο ότι η αντιπολίτευση είναι εξαιρετικά αποδυναμωμένη με μια τέτοια σύνθεση—αλλά πρόσθεσε πως θα ήταν δυσκολότερο να επιτευχθούν συμφωνίες με τους Πράσινους και με το FDP σε πεδία όπως αυτό της εσωτερικής ασφάλειας για παράδειγμα από ό,τι με το SPD.
«Από τη σκοπιά της ασφάλειας, θα ήταν καλό εάν οι συντηρητικοί μπορούσαν να επιλέξουν μια συμμαχία δύο κομμάτων», ανέφερε.

Από την πλευρά του ο Τζεμ Έζντεμιρ, ο έτερος κορυφαίος υποψήφιος των Πρασίνων, ανέφερε σε μια συνέντευξη που παραχώρησε στην Tagesspiegel am Sonntag ότι το κόμμα του θα ήθελε να συμμετάσχει στην επόμενη ομοσπονδιακή κυβέρνηση, που αναγνώρισε πως θα σχηματίσει η Μέρκελ: «Η κούρσα για την πρώτη θέση μοιάζει να έχει τελειώσει—η Άγγελα Μέρκελ βρίσκεται πολύ μπροστά», είπε.

Αλλά κατά τις πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις, οι συντηρητικοί της Μέρκελ και οι Πράσινοι δεν θα συγκεντρώσουν αριθμό εδρών στην Μπούντεσταγκ ικανό να τους επιτρέψει να σχηματίσουν δικομματικό συνασπισμό.

Πάντως, παρότι το ποσοστό των Πράσινων έχει πέσει σε μονοψήφιο αριθμό φέτος (8%), μια έρευνα της Forsa άφησε να διαφανεί ότι οι Γερμανοί θα υποδέχονταν θετικά τη συμμετοχή των Πρασίνων στην επόμενη κυβέρνηση.

Η Μέρκελ επανέλαβε χθες την προειδοποίηση της στους ψηφοφόρους εναντίον μιας κυβερνητικής συμμαχίας του SPD, του κόμματος Η Αριστερά (Die Linke) και των Πράσινων, λέγοντας ότι ο λεγόμενος «κόκκινο-κόκκινο-πράσινος» συνασπισμός θα ήταν «κακός για τη χώρα» και προσθέτοντας ότι η Γερμανία δεν θα πρέπει να επιδοθεί σε πειραματισμούς εν μέσω μιας συγκυρίας αβεβαιότητας.

Πηγή: ΑΠΕ