Εκατοντάδες ορθόδοξοι χριστιανοί συνέρρευσαν χθες βράδυ σε εκκλησίες στη Γεωργία, άλλοτε σοβιετική δημοκρατία, για την ακολουθία της Ανάστασης, επιλέγοντας να παρακάμψουν τα μέτρα που έχουν ληφθεί από τις αρχές στο πλαίσιο της κατάστασης έκτακτης ανάγκης στη χώρα και τις εκκλήσεις της κυβέρνησης και λοιμωξιολόγων να μείνουν σπίτι για να αποτραπεί η εξάπλωση της πανδημίας του νέου κορωνοϊού.
Δεκάδες συγκεντρώθηκαν στον καθεδρικό ναό της Αγίας Τριάδας, στο κέντρο της πρωτεύουσας Τμπιλίσι, όπου ο 87χρονος πατριάρχης Ίλια Β΄ τέλεσε την ακολουθία. Πολλοί άλλοι πήγαν σε μεγάλους ναούς σε όλη τη χώρα, αν και ορισμένοι αρχιεπίσκοποι σε κάποιες περιοχές κάλεσαν το ποίμνιό τους να μείνει σπίτι και προέτρεψαν τους πιστούς να παρακολουθήσουν την ακολουθία στην τηλεόραση ή μέσω Facebook.
Η προσέλευση ήταν πάντως μάλλον μικρή, σε σύγκριση με τους δεκάδες χιλιάδες πιστούς που συρρέουν στις εκκλησίες το βράδυ της Ανάστασης κάθε χρόνο. Αρκετοί πιστοί έφτασαν στον ναό της Αγίας Τριάδας πριν από τις 21:00, όταν αρχίζει η νυχτερινή απαγόρευση της κυκλοφορίας και είπαν πως θα έμεναν εκεί ωσότου να τερματιστεί στις 06:00, καθώς οι παραβάτες αντιμετωπίζουν πρόστιμο 3.000 λάρι (σχεδόν 880 ευρώ). «Μου πήρε πάνω από τρεις ώρες να έρθω» και θα «μείνω ως το πρωί», είπε η Μαριάμ, 27χρονη κάτοικος της πρωτεύουσας, διαβεβαιώνοντας ότι η παρουσία της στην εκκλησία δείχνει «την αφοσίωση και την πίστη μου». Σχεδόν όλοι, ανάμεσά τους και κάποιοι ιερείς, φόραγαν μάσκες.
Το ορθόδοξο πατριαρχείο της Γεωργίας ανακοίνωσε νωρίτερα αυτόν τον μήνα ότι η ακολουθία της Ανάστασης θα γινόταν κανονικά, αλλά οι πιστοί θα καλούνταν να τηρούν το μέτρο της κοινωνικής αποστασιοποίησης για να αποτραπεί ο κίνδυνος εξάπλωσης του ιού. Ο πατριάρχης και οι περισσότεροι ιερείς δεν κάλεσαν τους πιστούς να μείνουν σπίτι και συνέχισαν τη Θεία Κοινωνία, παρά τις προειδοποιήσεις της κυβέρνησης και των γιατρών και τις επικρίσεις που δέχονται από αρκετούς για την απόφαση αυτή.
Στη χώρα των 3,7 εκατομμυρίων κατοίκων καταγράφονταν μέχρι χθες Σάββατο τέσσερις θάνατοι ασθενών που υπέκυψαν στον COVID-19, επί συνόλου 388 κρουσμάτων μόλυνσης από τον SARS-CoV-2.