Τρία πρώην υψηλόβαθμα στελέχη της Lafarge, εκ των οποίων ο πρώην πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Μπρουνό Λαφόν, παρουσιάστηκαν την Τετάρτη ενώπιον Γάλλων ερευνητών στο πλαίσιο της έρευνας για τις δραστηριότητες της γαλλοελβετικής τσιμεντοβιομηχανίας στη Συρία, η οποία φέρεται ότι χρηματοδότησε εμμέσως τζιχαντιστικές οργανώσεις, μεταξύ αυτών και το Ισλαμικό Κράτος.
Ο Λαφόν, ο πρώην γενικός διευθυντής Ερίκ Ολσέν και ο πρώην αναπληρωτής διευθυντής Κριστιάν Ερό πρόκειται να ανακριθούν από τη δικαστική υπηρεσία των τελωνείων και στη συνέχεια να παρουσιαστούν ενώπιον δικαστηρίου όπου ενδέχεται να τους απαγγελθούν κατηγορίες.
Την Παρασκευή απαγγέλθηκαν κατηγορίες για «χρηματοδότηση τρομοκρατικής οργάνωσης» και «έκθεση σε κίνδυνο της ζωής τρίτου» εναντίον τριών άλλων στελεχών της Lafarge.
Η έρευνα ξεκίνησε τον Ιούνιο και έχει ως στόχο να καθορίσει αν ο όμιλος χρηματοδότησε ορισμένες οργανώσεις, μεταξύ των οποίων και το Ισλαμικό Κράτος, προκειμένου να παραμείνει σε λειτουργία, το 2013 και το 2014, παρά τον πόλεμο στη Συρία, η τσιμεντοβιομηχανία της πόλης Τζαλαμπίγια. Οι αρχές θέλουν να μάθουν αν οι υπεύθυνοι του ομίλου γνώριζαν την ύπαρξη μιας τέτοιας συμφωνίας αλλά και τον κίνδυνο που μπορεί να διέτρεχαν οι Σύροι εργαζόμενοι στο εργοστάσιο.
Το σκάνδαλο αποκαλύφθηκε τον Ιούνιο του 2016 από την εφημερίδα Le Monde που τότε έκανε λόγο για «ανησυχητικές συμφωνίες» μεταξύ της Lafarge Cement Syrie (θυγατρικής της Lafarge στη Συρία) και του Ισλαμικού Κράτους, σε μια περίοδο που οι τζιχαντιστές ενισχύονταν στην περιοχή και κέρδιζαν εδάφη.
Από τον Ιούλιο του 2012 ως τον Σεπτέμβριο του 2014 η Lafarge Cement Syrie κατέβαλε περίπου 5,6 εκατομμύρια δολάρια σε διάφορες ένοπλες οργανώσεις στη Συρία, μεταξύ αυτών και το ΙΚ, σύμφωνα με έκθεση που συντάχθηκε τον Απρίλιο έπειτα από αίτημα της ίδιας της Lafarge.
Η εταιρεία συγχωνεύθηκε το 2015 με την ελβετική Holcim.