Ένας Ρουμάνος και ένας Σέρβος διώκονται στις ΗΠΑ επειδή οργάνωσαν μια μαζική εκστρατεία κακόβουλης παρενόχλησης, καταγγέλλοντας ψευδώς στις αρχές ανύπαρκτα εγκλήματα, με σκοπό να προκαλέσουν την επέμβαση της αστυνομίας στα σπίτια δεκάδων ανθρώπων.

Επί τουλάχιστον τρία χρόνια, από τον Δεκέμβριο του 2020 μέχρι τον Ιανουάριο φέτος, ο Ρουμάνος Τόμας Σάμπο, 26 ετών και ο Σέρβος Νεμάνια Ραντοβάνοβιτς, 21 ετών, παρενόχλησαν, με τη βοήθεια συνεργών, συνολικά 101 θύματα – οι 61 από τους στόχους τους ήταν αιρετοί αξιωματούχοι ή υψηλόβαθμοι ομοσπονδιακοί υπάλληλοι.

Σε βάρος τους ασκήθηκε δίωξη επειδή προκάλεσαν την επέμβαση της αστυνομίας στα σπίτια των θυμάτων τους, μια πρακτική που αποκαλείται swatting, καθώς και για απειλές τοποθέτησης βόμβας.

Μια πηγή προσκείμενη στις έρευνες είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο ότι ο Τόμας Σάμπο είναι υπό κράτηση, χωρίς να δώσει άλλες διευκρινίσεις.

Μεταξύ των στόχων τους, που δεν κατονομάστηκαν, ήταν μέλη του Κογκρέσου, στελέχη των ομοσπονδιακών υπηρεσιών επιβολής του νόμου, αξιωματούχοι Πολιτειών αλλά και εκπρόσωποι θρησκευτικών ιδρυμάτων.

Οι δύο νεαροί δεν φαίνεται να ακολουθούσαν κάποια συγκεκριμένη πολιτική ιδεολογία. «Δεν είμαστε με κανέναν» φέρεται να δήλωσε ο Σάμπο στον Νεμάνια Ραντοβάνοβιτς τον Δεκέμβριο του 2023, για να του εξηγήσει ότι ήταν αναγκαίο να βάλουν στο στόχαστρο μέλη και των δύο κομμάτων.

«Το swatting δεν είναι μια αθώα φάρσα, θέτει σε κίνδυνο πραγματικούς ανθρώπους, σπαταλά πολύτιμους αστυνομικούς πόρους και προκαλεί σημαντικά ψυχικά τραύματα», υπογράμμισε ο ομοσπονδιακός εισαγγελέας Μάθιου Γκρέιβς. «Χρησιμοποιούμε κάθε διαθέσιμο μέσο για να βρούμε τους δράστες και να λογοδοτήσουν, όπου και αν βρίσκονται», πρόσθεσε.

Το swatting πρωτοεμφανίστηκε στην κοινότητα των διαδικτυακών βιντεοπαιχνιδιών πριν από μερικά χρόνια. Η ονομασία του προέρχεται από το ακρωνύμιο της SWAT, της μονάδας ταχείας επέμβασης της αμερικανικής αστυνομίας.