Δυσκολότερη είναι η εύρεση εργασίας για τους καπνιστές σε σύγκριση με εκείνους που δεν καπνίζουν υποστηρίζει μια νέα έρευνα επιστημόνων της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Στάνφορντ, η οποία συνδέει ευθέως το κάπνισμα με την ανεργία.
Ακόμα, πάντως, και όταν βρουν εργασία, οι καπνιστές κερδίζουν λιγότερα χρήματα από τους μη καπνιστές, επισημαίνεται στην έρευνα που δημοσιεύεται στην αμερικανική επιστημονική επιθεώρηση JAMA Internal Medicine.
Στο πλαίσιο της μελέτης, οι ερευνητές πήραν συνεντεύξεις από 131 άνεργους καπνιστές που αναζητούσαν δουλειά και 120 ακόμη αναζητούντες εργασία, οι οποίοι όμως δεν κάπνιζαν κατά την έναρξη της μελέτης. Οι ίδιοι άνθρωποι απάντησαν στα ερωτηματολόγια έξι μήνες και έναν χρόνο αργότερα.
Δώδεκα μήνες αφότου ξεκίνησε η έρευνα το 27% των καπνιστών και το 56% των μη καπνιστών είχαν βρει δουλειά. Εκείνοι από τους καπνιστές που εργάζονταν, κέρδιζαν ωρομίσθιο πέντε δολάρια λιγότερο κατά μέσο όρο σε σύγκριση με τους μη καπνιστές.
«Παρατηρήσαμε ότι οι καπνιστές δυσκολεύονται πολύ περισσότερο να βρουν δουλειά από τους μη καπνιστές», υπογράμμισε η Τζούντιθ Προτσάσκα, αναπληρώτρια καθηγήτρια ιατρικής και εκ των βασικών συγγραφέων της μελέτης.
Οι ερευνητές έδειξαν ότι υπάρχει κάποια σχέση μεταξύ καπνίσματος και ανεργίας τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη, αλλά είναι δύσκολος ο προσδιορισμός μιας σχέσης αιτίου-αιτιατού. Με άλλα λόγια, το ερώτημα αν το κάπνισμα είναι η αιτία ή η συνέπεια της ανεργίας παραμένει αναπάντητο.
«Δεν ξέρουμε αν οι καπνιστές δυσκολεύονται περισσότερο να βρουν δουλειά ή αν κινδυνεύουν περισσότερο να χάσουν τη δουλειά που ήδη έχουν, ούτε αν οι μη καπνιστές, αφού χάσουν τη δουλειά τους, αγχώνονται και αρχίζουν να καπνίζουν», δήλωσε η Προτσάσκα.
Σε κάθε περίπτωση οι καπνιστές φαίνεται ότι θεωρούν ως προτεραιότητα το «τσιγαράκι» σε σχέση με άλλα κόστη όπως τα έξοδα για μετακινήσεις, τηλεφωνικές επικοινωνίες, αλλά και προσωπική περιποίηση.
Ίσως τα αποτελέσματα της έρευνας εξηγούνται από την αύξηση των χαμένων ημερών λόγω ασθενείας και άλλους αντίστοιχους παράγοντες που καθιστούν τους καπνιστές λιγότερο παραγωγικούς στην εργασία.
Η επιλογή των συμμετεχόντων στην έρευνα έγινε με τρόπο ώστε να αποκλειστούν στο μέγιστο δυνατό βαθμό παράγοντες που κανονικά διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στην εύρεση εργασίας, όπως είναι το μορφωτικό επίπεδο και η προϋπηρεσία.
Περισσότεροι από τους μισούς ήταν άνεργοι για περισσότερους από έξι μήνες, ενώ περίπου το 60% από αυτούς σταμάτησαν να δουλεύουν διότι έληξε η σύμβασή τους ή διότι απολύθηκαν.
Μεταξύ άλλων, οι ερευνητές βρήκαν ότι οι καπνιστές ήταν νεώτεροι, λιγότερο μορφωμένοι και συγκέντρωναν περισσότερες πιθανότητες να μην διαμένουν σε μόνιμη κατοικία, να βρίσκονται σε κακή κατάσταση ως προς την υγεία τους και να έχουν «λερωμένο» ποινικό μητρώο.
Πάντως, η έρευνα έγινε στην περιοχή του Σαν Φρανσίσκο, όπου τα ποσοστά των καπνιστών είναι ιδιαιτέρως χαμηλά, το κάπνισμα απαγορεύεται δια ροπάλου στους εργασιακούς χώρους (και όπου παρεμπιπτόντως η ανακύκλωση αποτελεί τρόπο ζωής).