Στο στόχαστρο των νέων ευρωπαϊκών κυρώσεων, που τίθενται την Παρασκευή σε ισχύ κατά της Ρωσίας, βρίσκονται ρωσικές εταιρείες πετρελαίου, αμυντική βιομηχανία και τράπεζες.
Όπως αναφέρει σε δημοσίευμά της η Deutsche Welle, η Ε.Ε. αυξάνει την πίεση στο Κρεμλίνο, το οποίο, παρά τις εξαγγελίες του, παραμένει στην ουσία αδιάλλακτο στο ουκρανικό ζήτημα. Με τις νέες κυρώσεις, που επιβάλλονται στη Ρωσία, αποκόπτονται από τις ευρωπαϊκές αγορές μεγάλες ρωσικές εταιρείες ενέργειας, όπως η Transneft και η Gazprom Neft, τρεις αμυντικές βιομηχανίες που κατασκευάζουν μαχητικά, ελικόπτερα και τανκς, αλλά και τράπεζες.
Συγκεκριμένα, οι κυρώσεις προβλέπουν το «πάγωμα» της διάθεσης στις ευρωπαϊκές χρηματαγορές επιχειρηματικών ομολόγων των εν λόγω εταιρειών.
Από την πλευρά της η Μόσχα απείλησε με κλιμάκωση των κυρώσεων, χωρίς όμως να δώσει μέχρι στιγμής στη δημοσιότητα λεπτομέρειες. Εικάζεται ωστόσο ότι η Ρωσία θα μπορούσε να προχωρήσει στη μείωση των εισαγωγών αυτοκινήτων, αλλά και σε περιορισμούς στην πρόσβαση δυτικών αεροπορικών εταιρειών στον εναέριο χώρο της.
Επιβολή κυρώσεων από ΗΠΑ
Λίγο μετά την Ε.Ε. και οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν την κλιμάκωση των κυρώσεων που έχουν επιβάλει στη Ρωσία, ανακοινώνοντας ότι η Ουάσιγκτον συντονίζει τις όποιες ενέργειες με τις Βρυξέλλες. Ο νέος γύρος κυρώσεων που επιβάλλουν οι Aμερικανοί πλήττουν οικονομικούς τομείς που θεωρούνται ότι είναι καθοριστικής σημασίας για τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν και τους στενούς συνεργάτες του.
Σε ανακοίνωση του Αμερικανού προέδρου Μπάρακ Ομπάμα που έδωσε στη δημοσιότητα ο Λευκός Οίκος τονίζεται ότι «τα μέτρα εντείνουν την πολιτική απομόνωση και αυξάνουν το κόστος που καλείται να επωμιστεί η Ρωσία».