Ψηφοφόροι και από τις δύο πλευρές σε μία πρωτοφανώς διαιρεμένη Αμερική και ενόψει μίας πρωτόγνωρης προσέλευσης στις κάλπες, η οποία αναμένεται να θυμίσει το ποσοστό συμμετοχής στις εκλογές του 1908, οι Αμερικανοί πολίτες προσέρχονται να εκλέξουν πρόεδρο και, όπως σημειώνουν στο πρωτοσέλιδό τους οι New York Times, «αδιάφοροι για την πανδημία, οι Αμερικανοί σήμερα αποφασίζουν για το μέλλον του Ντόναλντ Τραμπ».
Ίσως αυτή η φράση να είναι και το κλειδί σε αυτές τις εκλογές, όπου το δίλημμα δεν είναι Τραμπ ή Μπάιντεν αλλά Τραμπ ή όχι Τραμπ.
Και οι δύο υποψήφιοι, οι οποίοι έχουν περάσει εδώ και καιρό τα 70 τους χρόνια, με τόσο διαφορετικό χαρακτήρα και με τόσο διαφορετικό παρελθόν, διεκδικούν την ψήφο των Αμερικανών σε έναν πλανήτη όπου εδώ και πολλά χρόνια διαπιστώνεται «διπλωματικό κενό» με μία Αμερική, η οποία όλο και αποτραβιέται από τις διεθνείς εμπλοκές πάσης φύσεως.
Χθες, κλείνοντας την προεκλογική του εκστρατεία, ο Ντόναλντ Τραμπ αστειεύτηκε. «Μα πραγματικά, αυτός ο Μπάιντεν θέλει τώρα να κερδίσει; Είμαστε σοβαροί;» σάρκασε από την πόλη Κενόσα του Ουισκόνσιν, που ήταν και ο τελευταίος σταθμός του προεκλογικού μαραθωνίου. «Έχω την αίσθηση ότι πηγαίνουμε για μία μεγάλη νίκη αύριο» δήλωσε ο Τζο Μπάιντεν, ο οποίος και αυτός ολοκλήρωσε την καμπάνια του στο εκλογικά αμφιλεγόμενο Πίτσμπουργκ της Πενσιλβάνια, όπου είχε αρχίσει την προεκλογική του εκστρατεία πριν 18 μήνες.
Δεν υπάρχει σχολιαστής ή αναλυτής στις ΗΠΑ αλλά και στον κόσμο ολόκληρο που να επιτρέπει στον εαυτό του να προβεί σε προβλέψεις. Όλοι θυμούνται το λεγόμενο «μεγάλο στραπάτσο» όλων ανεξαιρέτως των δημοκοπικών εταιρειών, που δεν κατάφεραν να προσεγγίσουν σωστά το 2016 το φαινόμενο Τραμπ και άρα να ερμηνεύσουν τις πραγματικές διαθέσεις των ψηφοφόρων. Όλοι θυμούνται πως το πλέον μισητό πρόσωπο κατά τεκμήριο στην πολιτική ιστορία των ΗΠΑ, η Χίλαρι Κλίντον, ενώ κατάφερε να κερδίσει τη λαϊκή ψήφο, εντούτοις ηττήθηκε στις πολιτείες-κλειδιά και άρα δεν συγκέντρωσε τους απαιτούμενους εκλέκτορες. Γιατί στην Αμερική μπορεί να κερδίσει κανείς την πλειοψηφία των ψήφων και να χάσει τις εκλογές από το Κολέγιο των Εκλεκτόρων.
Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις των ινστιτούτων μέτρησης, ο Τζο Μπάιντεν, υποψήφιος των Δημοκρατικών, εξακολουθεί να προηγείται σε εθνικό επίπεδο σε όλες τις δημοσκοπήσεις, αλλά και στις 12 από τις 15 πολιτείες-κλειδιά – όχι πάντα όμως με ποσοστιαία διαφορά που να εγγυάται 100% την τελική επικράτησή του. Είναι, ας πούμε, εξαιρετικά ενδιαφέρον το γεγονός ότι στην Πολιτεία του Τέξας, το οποίο μαζί με την Καλιφόρνια, τη Νέα Υόρκη και τη Φλόριντα βγάζει τους περισσότερους εκλέκτορες, στο Τέξας, λοιπόν, που είναι ανέκαθεν το ιστορικό κέντρο του Ρεπουμπλικανισμού, ο Ντ. Τραμπ προηγείται μόλις με δύο μονάδες διαφορά από τον Τζο Μπάιντεν. Το ίδιο συμβαίνει και στο εξαιρετικά συντηρητικό Οχάιο, όπου ο Τραμπ προηγείται με μία μονάδα διαφορά, αλλά και στην Αιόβα. Αντιθέτως, ο Τζο Μπάιντεν φέρεται μέχρι νεοτέρας να έχει πάρει κεφάλι στην Αριζόνα και τη Φλόριντα, στη Νεμπράσκα και στην Πενσιλβάνια, ενώ προηγείται με πολύ μεγάλη διαφορά, της τάξης των 10 ποσοστιαίων μονάδων, σε πολιτείες-κλειδιά του Μίσιγκαν, της Μινεζότα, του Ουισκόνσιν και του Νιου Χάμσαϊρ.
Συνολικά και σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, όπως τουλάχιστον αυτές παρουσιάζονται στο πρωτοσέλιδο των New York Times, ο Τζο Μπάιντεν προηγείται σε εθνικό επίπεδο με 8 περίπου μονάδες διαφορά. Παρ΄ όλα αυτά οι σχολιαστές και οι αναλυτές εξακολουθούν να παραμένουν σιωπηλοί, προσεκτικοί και επίμονα καχύποπτοι με τα δημοσκοπικά δεδομένα. Το τραυματικό 2016 στοιχειώνει ακόμη τις πολιτικές αναλύσεις και τις στατιστικές προσεγγίσεις της αμερικανικής πολιτικής ζωής.
Δείτε τον πίνακα με τα ποσοστά που λαμβάνουν, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, οι Μπάιντεν και Τραμπ στις πολιτείες-κλειδιά:
Δείτε όλες τις τελευταίες δημοσκοπήσεις όλων των εταιρειών, ινστιτούτων και πανεπιστημιακών ιδρυμάτων που διεξήχθησαν το τελευταίο 24ωρο στις ΗΠΑ (Η δεξιά στήλη δείχνει τις διαφορές σε ποσοστιαίες μονάδες με τις προβλέψεις του 2016. Παρατηρούμε πως σε όλες αυτές τις δημοσκοπήσεις της τελευταίας στιγμής ο Τζο Μπάιντεν προηγείται):