Η υπόθεση των δωροδοκιών θυγατρικής εταιρείας των Γερμανικών Σιδηροδρόμων (Deutsche Bahn) προς διασφάλιση ανάθεσης έργων σε διάφορες χώρες επανέφερε στη γερμανική δημοσιότητα το πρόβλημα της διαφθοράς στην οικονομία.

Την υπόθεση δωροδοκίας των Γερμανικών Σιδηροδρόμων (DB) στην Ελλάδα, την Αλγερία, τη Ρουάντα, την Ταϊλάνδη και τη Λιβύη ερευνά η Εισαγγελία της Φρανκφούρτης, έχοντας στο στόχαστρο 37 άτομα που φέρονται να εμπλέκονται στο κύκλωμα.

Η εταιρεία έκλεισε το γραφείο της στην Ελλάδα, όπου – όπως επισημαίνεται – την περασμένη δεκαετία είχαν διοχετευθεί μίζες προς αρμόδιους αξιωματούχους για την ανάληψη μελετών που αφορούσαν σε διάφορα έργα. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα να διακόψουν οι Γερμανικοί Σιδηρόδρομοι τη δραστηριότητά τους στην Ελλάδα. «Μια λογική συνέπεια» σχολιάζει ο Κρίστοφ Λίτγκε, καθηγητής Ηθικής της Οικονομίας, χαρακτηρίζοντας την απόφαση «ένα σωστό βήμα».

Ο γερμανικός όμιλος δεν αποσύρθηκε μόνο από την Ελλάδα αλλά και από την Αλγερία, τη Ρουάντα, την Ταϊλάνδη και τη Λιβύη. Όπως αναφέρει ο εκπρόσωπος για θέματα διαφάνειας των Γερμανικών Σιδηροδρόμων, Γενς-Όλιβερ Φος, «είχαμε αποφασίσει ήδη από το 2011 να αποσυρθούμε από χώρες στις οποίες οι συναλλαγές δεν γίνονται με καθαρό τρόπο».

Με αυτόν τον τρόπο η DB θέλει να αποτρέψει στο μέλλον την ανάμειξή της σε υποθέσεις δωροδοκιών. «Η DB στέλνει ένα μήνυμα τόσο στις χώρες που εμπλέκονται όσο και στους ανταγωνιστές της και στην κοινή γνώμη» σχολιάζει ο καθηγητής Λίτγκε.

Σε πολλές χώρες τα κίνητρα για δωροδοκίες είναι πολύ ισχυρά

Οι Γερμανικοί Σιδηρόδρομοι δεν συνιστούν μεμονωμένη περίπτωση στο πεδίο της διαφθοράς. Εκτεταμένη χρήση συστήματος δωροδοκιών έκανε μέχρι και το 2006 και η Siemens. Το συνολικό κόστος (πρόστιμα, δικαστικά έξοδα και φόροι) για τον γερμανικό τεχνολογικό γίγαντα πλησίασε τα 3 δισ. ευρώ. «Ένα τέτοιο ποσό δεν είναι ευκαταφρόνητο» επισημαίνει η Μπίργκιτ Γκάλεϊ, διευθύντρια του School of Governance Risk and Compliance στο Βερολίνο.

Η Μπίργκιτ Γκάλεϊ ασχολείται συχνά με την οικονομική εγκληματικότητα. Στη σχολή της εκπαιδεύει στελέχη επιχειρήσεων που θα δραστηριοποιηθούν στα τμήματα ελέγχου και διαφάνειας.

Η αποστολή τους θα είναι να τηρούν οι επιχειρήσεις τους κανόνες και τους νόμους. «Μολονότι οι δωροδοκίες δεν συνιστούν καθημερινότητα, τις συναντούμε αρκετά συχνά» τονίζει η κα Γκάλεϊ, προσθέτοντας ότι σε πολλές χώρες τα κίνητρα για δωροδοκίες είναι πολύ ισχυρά.

Ωστόσο και η Μπίργκιτ Γκάλεϊ δεν κρύβει ότι είναι πολύ δύσκολο να αποκωδικοποιηθούν τα συστήματα χορήγησης μιζών σε διάφορες χώρες του εξωτερικού. Όσο μεγαλύτερη είναι μια επιχείρηση, τόσο πιο συχνά κάνουν την εμφάνισή τους υποθέσεις δωροδοκιών. «Δεν θέλω να βάλω κανέναν στο εδώλιο και για τον λόγο αυτόν δεν θα πω ονόματα» λέει η Γερμανίδα καθηγήτρια, προσθέτοντας ότι έχει γνωρίσει «πολλές διεφθαρμένες επιχειρήσεις».

Σταθμός η υπόθεση Siemens

«Η υπόθεση της Siemens ευαισθητοποίησε τον κόσμο και έφερε στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης το πρόβλημα της διαφθοράς» παρατηρεί ο καθηγητής Λίτγκε. Η αποκάλυψη των σκανδάλων κατέστησε επιτακτική την ανάγκη για τη σύσταση ειδικών τμημάτων ελέγχου και διαφάνειας στις επιχειρήσεις. Παρ’ όλ’ αυτά, το πρόβλημα της διαφθοράς δεν έχει επιλυθεί. Παρατηρώντας τους δείκτες διαφθοράς, διαπιστώνουμε ότι σε πολλές χώρες ευδοκιμεί ακόμη το «φρούτο» της ανομίας. Μεταξύ αυτών και στη Νότια Ευρώπη.

«Αυτό δεν οφείλεται σε συγκεκριμένες κουλτούρες σε χώρες όπως η Ελλάδα ή η Ιταλία, αλλά στους ανεπαρκείς κανόνες» υπογραμμίζει ο Γερμανός καθηγητής Ηθικής της Οικονομίας και παραπέμπει στη γερμανική εμπειρία.

Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’90 οι γερμανικές επιχειρήσεις μπορούσαν να αφαιρέσουν από τον φορολογητέο τζίρο τους τα ποσά που διέθεταν για μίζες και δωροδοκίες. Με τον νόμο κατά της διαφθοράς που ψηφίστηκε τότε η κατάσταση βελτιώθηκε. «Μπορεί να υπάρχουν νόμοι που απαγορεύουν το λάδωμα, ωστόσο, εάν αυτοί δεν τηρούνται, δεν έχει κανένα νόημα» αποφαίνεται ο κ. Λίτγκε.

Σε κάθε περίπτωση, οι Γερμανικοί Σιδηρόδρομοι αποφάσισαν να αποφεύγουν τις κακοτοπιές και αποσύρονται από τις «ύποπτες χώρες». Άλλωστε, στην οικονομική κατάσταση που βρίσκονται τώρα οι χώρες της Νότιας Ευρώπης είναι πολύ δύσκολο για μεγάλες ξένες επιχειρήσεις να διασφαλίσουν αναθέσεις έργων και παραγγελίες.

Πηγή: Deutsche Welle

Επιμέλεια: Κ. Μπετινάκης