Την τελευταία του πνοή άφησε ο Σιμόν Φιεσί (Simon Fieschi), σε ηλικία 40 ετών, όπως ανακοινώθηκε το Σάββατο, 19 Οκτωβρίου. Ο Φιεσί ήταν το πρώτο μέλος της συντακτικής ομάδας του περιοδικού Charlie Hebdo που είχε τραυματιστεί κατά την τρομοκρατική επίθεση του Ιανουαρίου του 2015.

Η εισαγγελία του Παρισιού ανακοίνωσε την έναρξη έρευνας για τη διερεύνηση των αιτιών του θανάτου του, καθώς το πτώμα του βρέθηκε αυτή την εβδομάδα σε δωμάτιο ξενοδοχείου.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο Σιμόν Φιεσί είχε επιζήσει της τρομοκρατικής ενέργειας, αλλά έμεινε για όλη του ζωή ανάπηρος, όπως έλεγε ο ίδιος. Μια σφαίρα από Καλάσνικοφ τον είχε χτυπήσει στη σπονδυλική στήλη.

«Σε αντίθεση με ό,τι μεταδόθηκε από ορισμένα μέσα ενημέρωσης, δεν υπάρχει στοιχείο που να δείχνει αυτοκτονία σε αυτό το στάδιο των ερευνών. Για τον λόγο αυτό τα αίτια του θανάτου του παραμένουν ακόμη άγνωστα», υπογράμμισε από την πλευρά της η Εισαγγελέας, Νταταλί Σενίκ, καλώντας «όλους να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί πριν το τελικό αποτέλεσμα της έρευνας».

Παντρεμένος με Αυστραλέζα και πατέρας ενός παιδιού, o πρώην Webmaster του σατιρικού περιοδικού, ήταν το πρώτο μέλος της συντακτικής ομάδας του Charlie Hebdo που δέχθηκε πυρά από τους αδερφούς Κουασί στις 7 Ιανουαρίου του 2015.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο Σιμόν Φιεσί εντάχθηκε στη συντακτική ομάδα του σατιρικού περιοδικού Charlie Hebdo το 2012. Κατέθεσε σε πολλές περιπτώσεις τα όσα βίωσε στις 7 Ιανουαρίου του 2015, κυρίως κατά τη διάρκεια της δίκης το 2020.

Όταν οι αδελφοί Κουασί εισέβαλαν στα γραφεία του περιοδικού Charlie Hebdo, ο Φιεσί δήλωσε ότι έκλεισε τα μάτια του πέφτοντας στο έδαφος, πιστεύοντας ότι αυτή η αντανακλαστική κίνηση «ίσως του έσωζε τη ζωή».

«Θυμάμαι την πόρτα να ανοίγει βίαια, μια έκρηξη. Θυμάμαι ότι… άκουσα “Αλαχού Ακμπάρ” (Ο Θεός είναι μεγάλος), στα αραβικά και είδα τους δύο κουκουλοφόρους να περνούν δίπλα μου», κατέθεσε στη δίκη, αφηγούμενος αυτά τα λεπτά φρίκης χαραγμένα για πάντα στη μνήμη του.

Μετά τον τραυματισμό του στις 7 Ιανουαρίου, ο Φιεσί νοσηλεύτηκε και τέθηκε σε τεχνητό κώμα ξυπνώντας στις 11 Ιανουαρίου. Η πλήρης νοσηλεία του διήρκεσε συνολικά οκτώ μήνες. Στη συνέχεια για αρκετά χρόνια συνέχισε να πηγαίνει καθημερινά στο νοσοκομείο. Είχε χάσει τις κινητικές του δεξιότητες επισημαίνοντας ότι βιώνει έναν «πόνο που δεν φεύγει ποτέ».

Σε ένα συγκινητικό κείμενο που είχε γράψει στο περιοδικό, υπό τον τίτλο: «Ξυπνώντας σε σαρκοφάγο τον Ιανουάριο του 2015», εξιστορούσε την αργή του ανάρρωση με συγκινητικούς όρους. «Επειδή δεν μπορούσα ή δεν ήθελα να πεθάνω, έπρεπε να αρχίσω να ζω ξανά», έγραφε χαρακτηριστικά. «Έμαθα να ζω με αυτά που έχασα και με αυτά που μου έχουν απομείνει. Είναι η πιο δύσκολη χρονιά της ζωής μου, κι όμως έχω μια περίεργη νοσταλγία για το 2015 γιατί εκεί ήμουν πιο ζωντανός, ένιωσα την ευφορία ότι είμαι ζωντανός».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης