«Είμαι από μία απλή οικογένεια, ο πατέρας μου ήταν δάσκαλος και ψάλτης της Εκκλησίας. Τις Κυριακές πηγαίναμε όλοι μαζί στην Εκκλησία. Αισθανόμασταν σαν να ήταν το σπίτι μας». Με αυτά τα λόγια περιέγραφε τη σχέση που ανέπτυξε με την Εκκλησία στα παιδικά του χρόνια ο γνωστός ανά τον κόσμο Πατριάρχης Αντιοχείας Ιγνάτιος Δ’. Την Κυριακή αυτήν ο κατά κόσμον Αγάπιος Χαζίμ δεν θα βρίσκεται στον απλό ναό του Μουχάρντε στην Απάμεια της Συρίας όπου γεννήθηκε, αλλά στον λαμπρό μητροπολιτικό ναό της Βηρυτού, όπου πατριάρχες και αρχιεπίσκοποι θα απευθύνουν το ύστατο χαίρε στον προκαθήμενο που όλοι, φίλοι και αντίπαλοι, αναγνωρίζουν ότι η απώλειά του αφήνει δυσαναπλήρωτο κενό στην Ορθόδοξη οικογένεια.

Η ζωή του

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Γεννημένος δύο χρόνια μετά τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, έζησε τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι Βρετανοί και οι Γάλλοι που νίκησαν του Οθωμανούς πήραν τα λάφυρα τους. Και σύμφωνα με τους όρους της Συνθήκης Sakes Picot, η Γαλλία λαμβάνει τη Συρία και το Λίβανο, και η Μεγάλη Βρετανία την Παλαιστίνη και το Ιράκ. Το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει ο Αγάπιος Χαζίμ είναι εξαιρετικά δύσκολο. Όμως ο μαθητής -του δασκάλου πατέρα του- καταφέρνει να φοιτήσει στο Αμερικάνικο Πανεπιστήμιο της Βηρυτού και να συντάξει διπλωματική εργασία με τίτλο «Ο Θεός στον Αριστοτέλη», η οποία θα συζητιέται δεκαετίες αργότερα.

Το Φθινόπωρο του 1948, ως διάκονος και με το όνομα Ιγνάτιος, θα μεταβεί στο Παρίσι και με μια υποτροφία 100 λιβανέζικων λιρών θα εισέλθει στον Άγιο Σέργιο, όπου θα συναναστραφεί από τη μια πλευρά τα ιερά τέρατα της Ρωσικής Διασποράς -και κυρίως τους κορυφαίους εκ των κορυφαίων θεολόγων του περασμένου αιώνα, όπως τον Ιωάννη Μέγεντορφ, τον Αλέξανδρο Σμέμαν, τον Παύλο Εβδοκίμοφ και τον Βλαδίμηρο Λόσκυ, και από την άλλη τους κοσμικούς διανοουμένους του Πανεπιστημίου της Σορβόνης, όπου διδάσκει αραβική φιλολογία. Ο ίδιος, αναπολώντας τα χρόνια εκείνα, δήλωνε: «Η ζωή ήταν δύσκολη εκεί. Το 1948 υπήρχε μεγάλη φτώχεια, όμως η γαλλική γλώσσα, που ήξερα καλά, και το γεγονός ότι ήμουν κληρικός βοήθησαν πολύ να γνωρίσω εξαίρετους ανθρώπους. Εκεί δίδασκα αραβικά στη Σορβόνη, επειδή είχα πάρει και το πτυχίο της αραβικής φιλοσοφίας (…). Στη Γαλλία ιδρύσαμε τον “Σύνδεσμο”. Εκεί προσπαθήσαμε να βρεθούμε μαζί Ρώσοι, Έλληνες και Άραβες, ήταν όμορφα χρόνια. Αξιωθήκαμε να πραγματοποιήσουμε μαζί τα οράματά μας».

Ο διάκονος Ιγνάτος το 1961 γίνεται βοηθός Επίσκοπος και το 1965 Μητροπολίτης Λαοδικείας, όπου ενθρονίστηκε ύστερα από πέντε χρόνια, δηλαδή το 1970, και το 1979 εκλέχθηκε Πατριάρχης Αντιοχείας, διαδεχόμενος τον μακαριστό Ηλία Δ’.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ανοίγματα

Ο διάλογος με τους Προχαλκηδονίους, τους Ρωμαιοκαθολικούς, το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών και το Ισλάμ αποτέλεσαν από την πρώτη στιγμή της ανάρρησής του στον πατριαρχικό θρόνο βασικούς πυλώνες της πορείας του. Ο έβδομος αραβόφωνος Πατριάρχης στο θρόνο της Αντιόχειας, ύστερα από μια μακρά παράδοση ελληνόφωνων, την ημέρα της εκλογής του δηλώνει: «Είμαστε ένα χρώμα και ένα άρωμα με τον αραβικό πολιτισμό της Μέσης Ανατολής. Νιώθουμε απολύτως στο σπίτι μας και τίποτα δεν μας αποξενώνει από αυτό. Ακόμη και όταν απλώνεται το σκοτάδι, “και το φως εν της σκοτία φαίνει, και η σκοτία αυτό ου κατέλαβεν”, διότι είμαστε σίγουροι ότι Αυτός που κατέβηκε στον Άδη κράτησε την καρδιά του καθαρή, δίνοντας βέβαιη την προσδοκία και για την ανάσταση του λαού του».

Από το 1961 συμμετείχε ως βοηθός Επίσκοπος στο Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών εκπροσωπώντας την Εκκλησία της Αντιόχειας και το 1983, ενώ ήταν Πατριάρχης, θα εκλεγεί ένας από τους Προέδρους του. Το 1972 στηρίζει, κατευθύνει και ιδρύει μαζί με άλλους πρωτοπόρους το Συμβούλιο Εκκλησιών Μέσης Ανατολής, και ως Πατριάρχης, μαζί με τους εκπροσώπους των Πατριαρχείων Αλεξανδρείας, Ιεροσολύμων, και την Εκκλησία της Κύπρου, των Συροικωβιτών, της Κοπτικής Εκκλησίας, της Μαρωνιτικής και των Ευαγγελικών κοινοτήτων, στο πλαίσιο του Συμβουλίου θα υπογράψει μια διακήρυξη με την οποία θα τονίσει την ανάγκη ανάπτυξης του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού διαλόγου με στόχο την ειρήνη, την καταλλαγή και την κατανόηση.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο διάλογος με τους Ρωμαιοκαθολικούς αποτελούσε μια από τις επιλογές του και στόχος του ήταν πάντα η διατήρηση της χριστιανικής παρουσίας στη Μέση Ανατολή, γι’ αυτό και συναντήθηκε με πάπες και καρδιναλίους, και όταν άλλοι «έτρεμαν» ο ίδιος προλόγιζε το βιβλίο του Καρδιναλίου Ιωσήφ Ράτσιγκερ και σημερινού Πάπα Βενεδίκτου του ΙΣΤ’.

Με τον «Σύνδεσμο» στο Παρίσι θα έρθει από τα νεανικά του χρόνια σε επαφή και θα γνωριστεί με μεγάλες προσωπικότητες της ελληνόφωνης θεολογικής κίνησης της εποχής, όπως ο Νικόλαος Νησιώτης και ο τότε διάκονος και σημερινός Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος Γιαννουλάτος. Και ως Πατριάρχης θα ενισχύσει πάση θυσία τον «Σύνδεσμο» και την «Κίνηση Νεολαίας» στη χώρα του ως κινήματα ανοίγματος προς τη νεολαία. Καθώς, όμως, ορισμένοι θα τα χρησιμοποιήσουν ως εφαλτήριο ανόδου, θα πει: «Όταν κάποιος από την Κίνηση θέλησε να γίνει πολιτικός, διαφώνησα και είπα ότι δεν είμαστε πολιτικό κόμμα. Ο σκοπός που έγινε αυτή η κίνηση είναι να ανοίξουμε τις Εκκλησίες για τα παιδιά μας και να γνωρίσουν τον Χριστό εκεί. Έτσι έχουμε σήμερα παιδιά που νηστεύουν και προσεύχονται στον Θεό, έχουμε σήμερα ποιότητα στην Εκκλησία μας».

Σχολεία – Πανεπιστήμια – Μοναστήρια

Ο φτωχός φοιτητής του Αμερικανικού Πανεπιστημίου της Βηρυτού από νωρίς στήριξε την ανάπτυξη ενός Ορθόδοξου εκπαιδευτικού συστήματος, αντίστοιχου με αυτού των ξακουστών σχολείων που διοικούνται επί αιώνες από τα τάγματα των Ρωμαιοκαθολικών μοναχών. Έτσι θα οικοδομήσει και θα λειτουργήσει δεκάδες πρότυπα σχολεία στα οποία σήμερα φοιτούν ακόμη και παιδιά μουσουλμάνων, τα οποία κατά τη διάρκεια του μαθήματος των θρησκευτικών χωρίζονται από τους χριστιανούς συμμαθητές του και διδάσκονται από ειδικούς θεολόγους τη δική τους πίστη.

Η Μονή του Μπαλαμάντ στο Λίβανο θα αποτελέσει το σημείο από όπου μια μικρή ιερατική σχολή επί της Πατριαρχίας του θα αναπτυχθεί σε πρότυπο διεθνές πανεπιστήμιο με πολλές ειδικότητες.

Ταυτόχρονα, βοηθά στην ανάπτυξη νέων μοναστηριών, τα οποία συνοδεύει με οικοδομικές εγκαταστάσεις όπου ιδρύει σχολεία, επαγγελματικές σχολές και ορφανοτροφεία, δείχνοντας ότι οι Ορθόδοξοι είναι παρόντες σε κάθε σημείο της Συρίας, του Λιβάνου και του Ιράκ.

Τα ερείπια

Επί δεκαετίες ο μακαριστός Ιγνάτιος έβλεπε τους πολέμους να καταστρέφουν τα πάντα στο πέρασμα τους. Πρώτα οι Οθωμανοί, μετά οι Γάλλοι, μετά οι Άγγλοι, οι συρράξεις στο Λίβανο, οι πόλεμοι στο Ιράκ, η αιματοχυσία στην Παλαιστίνη, οι φανατικές ομάδες που συγκρούονταν, και εν μέσω όλων αυτών ελάχιστοι χριστιανοί. Εκατοντάδες χιλιάδες Ορθόδοξοι τους οποίους έπρεπε να προστατεύσει. Άλλοι απ´ αυτούς, στην προσπάθειά τους να προστατέψουν τις οικογένειές τους, έφευγαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, στον Καναδά, στο Μεξικό, στη Βραζιλία, στα αδέλφια τους στην Ελλάδα, αλλά ο ίδιος έμενε εκεί, μαζί με όσους απέμεναν πίσω, στηρίζοντάς τους, μιλώντας τους, παρηγορώντας τους.

Σήμερα δεν ζει στο μάταιο τούτο κόσμο. Δεν μπορεί να μιλήσει. Δεν μπορεί να τοποθετηθεί στα γεγονότα. Όμως η Μέση Ανατολή γνωρίζει ποιο ήταν το μήνυμά του. Γνωρίζει ότι πλέον είναι φτωχότερη και δεν έχει κανέναν να του πει όσα ο ίδιος είπε το 1983, όταν και πάλι η περιοχή δοκιμαζόταν όπως σήμερα: «Κύλησαν οι μέρες και κάναμε τη χρονιά του 1983 τη χρονιά του Κάιν, που σκότωσε τον αδελφό του από τον ίδιο πατέρα και μητέρα, για να φτάσει στη σκέψη ότι ο φόνος είναι αρετή και ότι η δολοφονία είναι τίμιο πράγμα. Ξεχάσαμε να επισκεφθούμε τους αρρώστους και κάναμε πολλούς να αρρωστήσουν. Ξεχάσαμε τα ορφανά, σκοτώσαμε τους πατεράδες τους και αυτό έκανε τα ορφανά να διπλασιαστούν. Αντί να βοηθήσουμε τις χήρες και τα ορφανά, τους κάναμε να φτάσουν σ’ έναν αριθμό τεράστιο. Η χρονιά του 1983 θα μείνει στην ιστορία ως η χρονιά του Κάιν. Η χρονιά που βούτηξαν τα χέρια στο αίμα μέχρι επάνω. Μια χρονιά που έκανε τον άνθρωπο πολύ κακό και έκρυψε τις αρετές του Θεού που είναι μέσα του από τη στιγμή που γεννήθηκε από την Παρθένο Μαρία».

Τα γεγονότα εκείνα εκτυλισσόταν στη Βηρυτό, στο Ορος Λιβάνου, στην Τρίπολη, στην Αρκαδία. Ο Ιγνάτιος μιλούσε νηφάλια, μεστά, ως γνήσιος Ορθόδοξος ιερέας, έχοντας απέναντί του ακραίες φωνές, τις οποίες κατάφερνε πολλές φορές να σιγούν ενώπιον του. Σήμερα, το 2012, ποιος θα μιλήσει για τη Δαμασκό, το Χαλέπι, τη Χομς; Και ποιος, άραγε, θα είναι αυτός που θα κάνει τις ακραίες φωνές να σιγήσουν;

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης