Του Κώστα Μπετινάκη
Πρόσφατα, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ επέβαλε επιπρόσθετες κυρώσεις στο Ιράν, οι οποίες σύμφωνα με εκθέσεις ήταν πολύ αποτελεσματικές, προκαλώντας νέα σημαντική υποτίμηση του ιρανικού νομίσματος.
Οι Ιρανοί καταλαβαίνουν πως αυτό σημαίνει ότι δέχονται επίθεση και απειλούν με τη σειρά τους να αντιδράσουν, κλείνοντας το στενό του Ορμούζ, μέσω του οποίου ένα μεγάλο ποσοστό πετρελαίου από τη Μέση Ανατολή ρέει. Κάτι που θα προκαλούσε τριγμούς στην παγκόσμια οικονομία.
Εάν η κρίση επιδεινωθεί και το Ιράν πραγματοποιήσει την απειλή του και κλείσει το Ορμούζ, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ΗΠΑ θα επέμβουν για να ανοίξουν ξανά τη θαλάσσια δίοδο. Αυτό θα οδηγήσει σε έναν πόλεμο για τον οποίο θα κατηγορηθεί το Ιράν, παρ’ όλο που οι πρόσφατες κυρώσεις των ΗΠΑ ισοδυναμούσαν με φανερή επιθετικότητα.
Στα σχέδια που αφήνουν να διαρρεύσουν, κυβερνητικές πηγές των ΗΠΑ υποστηρίζουν πως θα γίνει προσπάθεια να εκμεταλλευτούν την κατάσταση για να επιτεθούν στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν. Όμως, ακόμη πιο σημαντικό, οι ΗΠΑ θα στοχεύσουν τους συμβατικούς πυραύλους του Ιράν.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Αυτός είναι ο πραγματικός λόγος για τις κυρώσεις των ΗΠΑ κατά πρώτο λόγο, καθώς και για τη συσσώρευση της έντασης που έχει προκληθεί αυτόν τον καιρό. Παρά τη ρητορική για τα πυρηνικά του Ιράν, η παρατεινόμενη κρίση ουδεμία σχέση έχει με το υποτιθέμενο πρόγραμμα των πυρηνικών του όπλων.
Το πραγματικό ζήτημα είναι το γεγονός ότι το Ιράν έχει αναβαθμίσει τους μεσαίου φάσματος συμβατικούς οπλισμένους πυραύλους με τεχνολογία GPS, καθιστώντας τους πυραύλους πολύ πιο ακριβείς. Αυτό σημαίνει ότι το Ιράν μπορεί πλέον να στοχεύσει στα αποθέματα πυρηνικών, βιολογικών και χημικών όπλων του Ισραήλ, καθώς και τον πυρηνικό αντιδραστήρα Dimona.
Υπάρχει όμως και άλλη παράμετρος: Πόσο μακριά είναι αποφασισμένος να προχωρήσει ο Λευκός Οίκος προκειμένου να επανεκλέξει τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Νετανιάχου;
Η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί εν όψει των εκλογών της 9ης Απριλίου στο Ισραήλ αλλά και την επόμενη χρονιά στις Ηνωμένες Πολιτείες μοιάζει να αναπτύσσεται ως κάτι σαν συνωμοσία για να ανανεώσουν τη θητεία τους τόσο ο Benjamin Netanyahu όσο και ο Donald Trump. Κάτι που θυμίζει κάπως την «Έκπληξη του Οκτωβρίου» που είχε βοηθησει τον Ronald Reagan να βρεθεί στον Λευκό Οίκο.
Την εποχή εκείνη η ομάδα προεκλογικής εκστρατείας του Reagan με επικεφαλής τον Ουίλιαμ Κέισι είχε διαπραγματευθεί κρυφά (με ενεργή συμμετοχή της CIA) με Ιρανούς εκπροσώπους για να παρατείνει την κρίση ομήρων από την Πρεσβεία των ΗΠΑ μετά τις εκλογές του 1980, επιτρέποντας στον Ρέιγκαν να χρησιμοποιήσει τη συνεχιζόμενη πολιτική αποσταθεροποίηση. Εάν ο Κάρτερ ήταν σε θέση να φέρει τους Αμερικανούς διπλωμάτες-ομήρους στην πατρίδα τους, θα μπορούσε να έχει κερδίσει την επανεκλογή.
Σε αντάλλαγμα για την προσφορά σημαντικού στρατιωτικού εξοπλισμού του Reagan, οι Ιρανοί συμφώνησαν να απελευθερώσουν τους ομήρους των ΗΠΑ μετά την ανάληψη των καθηκόντων του νέου προέδρου. Και ο Reagan παρείχε το υλικό σε μια ανταλλαγή που τελικά έμεινε γνωστή ως «Υπόθεση Ιράν-Κόντρας (των αντικαθεστωτικών της Νικαράγουα).
Είναι άραγε περίεργο πως όπως τότε, το Ιράν πάλι τώρα βρίσκεται στο επίκεντρο σε κάτι που θα μπορούσε να κλιμακώσει την κρίση της Ουάσινγκτον με την Τεχεράνη για να δημιουργήσουν τεχνητά μια σύγκρουση που ουδένα από τους δύο θα ωφελήσει βραχυπρόθεσμα. Αλλά μόνον τον Μπίμπι Νετανιάου, ο οποίος αγωνίζεται να επανεκλεγεί.
Δημιουργούνται πολλά ερωτήματα, επειδή ο πρόεδρος Τραμπ έχει δεσμευτεί ότι θα αποσυρθεί στη Μέση Ανατολή. Εκείνος που φαίνεται να χειρίζεται την υπόθεση είναι ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, John Bolton και ο Υπουργός Εξωτερικών Mike Pompeo.
Θυμίζοντας έτσι κάπως τη συνωμοσία των επιτελών της CIA πίσω από την πλάτη του εκλεγέντος προέδρου το 1980.
Αλλά το πιο σημαντικό ερώτημα είναι, ίσως, αν ο Μπόλτον και ο Πομπέο θέλουν πραγματικά να επανεκλεγεί ο Τράμπ ή να εμπλακούν σε κάτι ακόμα πιο παράλογο που κρύβεται, οπωσδήποτε από τους ίδιους αλλά θα μπορούσε να θεωρηθεί πολύ ευνοϊκό για το Ισραήλ…
Γεγονός είναι πως η Ουάσινγκτον σφίγγει αργά τις βίδες στο Ιράν, ξεκινώντας με την αποχώρηση των ΗΠΑ από την πολυεθνική πυρηνική συμφωνία JCPOA, η οποία οδήγησε σε ένα επίπεδο οικονομικού πολέμου.
Σύμφωνα με τους New York Times, τα σχέδια του Pompeo «…θα είναι να καθορίσουν ορισμένους ιρακινούς σιίτες μαχητές ως ξένες τρομοκρατικές οργανώσεις. Ως εκ τούτου, οι ιρανικές πολιτοφυλακές – και Ιρακινοί αξιωματούχοι που τους υποστηρίζουν – θα υπόκεινται σε νέες οικονομικές κυρώσεις και ταξιδιωτικούς περιορισμούς».
Αυτό το σενάριο θα συνδύαζε επίσης προβλήματα με τη Βαγδάτη, η οποία είναι ήδη απρόθυμη να αποδεχθεί την εγκατάσταση μόνιμων αμερικανικών στρατευμάτων στη χώρα χωρίς να θέτει αυστηρούς περιορισμούς για το πότε, πώς και πού θα μπορούσαν να ενεργούν. Αλλά και επειδή η ηγεσία της Τεχεράνης θα τα θεωρούσε επίσης σημαντική απειλή για την εθνική ασφάλεια του Ιράν.
Οι Ισραηλινοί, φυσικά, είναι βαθιά χωμένοι στο σχεδιασμό της σύγκρουσης και πρόσφατα προώθησαν την επανειλημμένα αποκρουστική τους υπόθεση του «casus belli» με τον ισχυρισμό ότι το Ιράν έχει μυστικό πυρηνικό πρόγραμμα.
Όπως επισημαίνει σε άρθρο του στην ιστοσελίδα informationclearinghouse ο καθηγητής Philip M. Giraldi, «θα ήταν εύλογα πολύ παρακινδυνευμένο να υποδείξουμε πότε ακριβώς έρχεται πόλεμος με το Ιράν αλλά όπως φαίνεται είναι ζήτημα χρόνου το πότε θα ξεκινήσει».
Μπορεί να μην απομένει αρκετός χρόνος για να κάνει την χάρη στον Netanyahu αλλά σίγουρα θα περιμένει την ανταπόδοση στις αμερικανικές εκλογές τον επόμενο χρόνο.
Αλλά θεωρείται σίγουρο ότι η ισραηλινή υπηρεσία πληροφοριών –η περιβόητη Μοσάντ- επεξεργάζεται αυτά τα σενάρια «προετοιμάζοντας τον πόλεμο νωρίτερα και όχι αργότερα».
Ο Philip M. Giraldi, (Ph.D.), είναι Εκτελεστικός Διευθυντής του Συμβουλίου για το Εθνικό Συμφέρον, (Council for the National Interest), εκπαιδευτικό ίδρυμα που επιδιώκει την αμερικανική εξωτερική πολιτική με βάση τα συμφέροντα στη Μέση Ανατολή.