Τουλάχιστον το 30% των Κολομβιανών, κυρίως κάτοικοι μεγάλων πόλεων, βρίσκεται σε κατάσταση διατροφικής ανασφάλειας εξαιτίας της ανεργίας, της ένοπλης σύρραξης και των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας, τόνισε χθες Πέμπτη το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα (ΠΕΠ) των Ηνωμένων Εθνών.
Όχι λιγότερο από «το 30%» του πληθυσμού της χώρας υποφέρει από «διατροφική ανασφάλεια μέσου έως σοβαρού επιπέδου», με άλλα λόγια κάπου «15,5 εκατομμύρια» από τα 50 εκατομμύρια κατοίκους της Κολομβίας δεν έχουν σταθερή πρόσβαση σε επαρκή και θρεπτική τροφή, λόγω της έλλειψης βασικών ειδών ή πόρων που θα τους επέτρεπαν να τα προμηθευτούν, αναφέρει νέα έκθεση του προγράμματος του ΟΗΕ.
Το φαινόμενο «πλήττει μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων σε αστικές περιοχές», ιδίως 1,5 εκατομμύριο κατοίκους στην πρωτεύουσα Μπογκοτά (κεντρικά), πάνω από 640.000 στη Μεδεγίν (βορειοδυτικά) και 490.000 στην Κάλι (δυτικά).
Σύμφωνα με το ΠΕΠ, «τα μισά» νοικοκυριά που έχουν μετατραπεί σε θύματα της ένοπλης σύρραξης υφίστανται έλλειψη τροφίμων. Η Κολομβία, η χώρα με τη μεγαλύτερη παραγωγή κοκαΐνης στον κόσμο, ζει για πάνω από μισό αιώνα ατελείωτο πόλεμο ανάμεσα σε οργανώσεις αριστερών ανταρτών, ακροδεξιών παραστρατιωτικών και συμμοριών που διακινούν ναρκωτικά, στον οποίο προσπαθεί να βάλει τέλος ο σοσιαλδημοκράτης πρόεδρος Γουστάβο Πέτρο, που έγινε το καλοκαίρι του 2022 ο πρώτος αρχηγός του κολομβιανού κράτους στην ιστορία που ανήκει στην αριστερά.
Η πανδημία, η ανεργία και «η δυσκολία πρόσβασης στη γη» εξαιτίας του πολέμου απαντώνται στα αίτια του προβλήματος που παραθέτει το ΠΕΠ, όπως και η άνοδος των τιμών βασικών διατροφικών ειδών, οι «φυσικές καταστροφές που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή», καθώς και οι ελλείψεις αγαθών που συνδέονται «με τον πόλεμο στην Ουκρανία».
Η δημοσιοποίηση της έκθεσης αυτής καταγράφεται λίγο καιρό έπειτα από προειδοποιήσεις για την επιδείνωση της επισιτιστικής κατάστασης στο κράτος της Λατινικής Αμερικής. Πάνω από 300 παιδιά κάτω των 5 ετών πέθαναν από πείνα το 2022, σύμφωνα με τις Αρχές στην Μπογκοτά, αριθμός που ήταν ο υψηλότερος των τελευταίων πέντε ετών, ενώ κάπου 22.000 παιδιά στη χώρα υποφέρουν από «οξύ υποσιτισμό».