Οι Ιρανοί επιλέγουν σήμερα χωρίς μεγάλο ενθουσιασμό ένα νέο πρόεδρο σε εκλογές οι οποίες αναμένεται να σημάνουν τη νίκη του υπερσυντηρητικού Εμπραχίμ Ραϊσί σε μια χώρα η οποία πλήττεται από σοβαρή οικονομική και κοινωνική κρίση.
Ο ανώτατος ηγέτης Αλί Χαμενεΐ άνοιξε την ψηφοφορία ψηφίζοντας μερικά λεπτά μετά τις 07:00 (05:30 ώρα Ελλάδας). Κάλεσε τους 59,3 εκατομμύρια Ιρανούς ψηφοφόρους να επιτελέσουν το «καθήκον» τους ως πολίτες «το συντομότερο» δυνατόν.
Ορισμένοι είχαν ψηφίσει ακόμη και πριν από την έκκλησή του, όπως σε ένα εκλογικό τμήμα εγκατεστημένο στο τζαμί Λορζαντέχ στην Τεχεράνη, όπου οι ψηφοφόροι έκαναν ουρά πριν ακόμη ανοίξει κάτω από ένα πορτρέτο του «μάρτυρα» ιρανού στρατηγού Κασέμ Σουλεϊμανί, ο οποίος σκοτώθηκε από τις ΗΠΑ τον Ιανουάριο 2020 στο Ιράκ.
Στο τζαμί Χοσεϊνίγια-Ερσάντ, άλλο εκλογικό τμήμα, μια οικογένεια κρατούσε μικρά χαρτόνια με υπερσυντηρητικά συνθήματα: «Ω Ηγέτη, είμαστε έτοιμοι να θυσιάσουμε τις ζωές μας», «Το Ισραήλ θα σβήσει σύντομα από το χάρτη».
Έπειτα από τρεις μήνες μιας μουντής προεκλογικής εκστρατείας, με φόντο τη γενική κούραση εξαιτίας της σοβαρής οικονομικής κρίσης, οι αρχές αποφάσισαν να επιμηκύνουν ως τα μεσάνυχτα (22:30 ώρα Ελλάδας) το διάστημα που τα εκλογικά τμήματα θα μείνουν ανοικτά, ενώ η ψηφοφορία μπορεί να παραταθεί μέχρι τις 02:00 το πρωί του Σαββάτου (τοπική ώρα).
Το ζητούμενο είναι επισήμως να επιτραπεί να μεταβεί στις κάλπες ο μεγαλύτερος αριθμός πολιτών, την ώρα που η χώρα πλήττεται σκλήρά από την πανδημία της Covid-19.
Τα οριστικά αποτελέσματα της ψηφοφορίας αναμένονται το μεσημέρι του Σαββάτου.
Αποχή ρεκόρ;
Αν πιστέψει κανείς τις λίγες διαθέσιμες δημοσκοπήσεις, η αποχή μπορεί να φτάσει σε πρωτοφανές επίπεδο και να ξεπεράσει το ρεκόρ του 57% που καταγράφηκε στις βουλευτικές εκλογές του 2020.
Το 2017, ο πρόεδρος Χασάν Ροχανί, ένας μετριοπαθής που πρότεινε μια πολιτική ανοίγματος με τη Δύση και περισσότερες ατομικές ελευθερίες, είχε επανεκλεγεί από τον πρώτο γύρο. Η συμμετοχή ήταν 73%, όμως οι ελπίδες, που είχε δημιουργήσει τότε, έδωσαν τη θέση τους στην απογοήτευση.
Αντιμέτωπος με εκκλήσεις για μποϊκοτάζ που αναμεταδίδονταν από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Χαμενεΐ πολλαπλασίασε τους τελευταίους μήνες τις εκκλήσεις για μαζική συμμετοχή στην ψηφοφορία ώστε να εκλεγεί ένας «ισχυρός πρόεδρος».
Επικεφαλής της Δικαστικής Αρχής και ηλικίας 60 ετών, ο Ραϊσί είναι μακράν το φαβορί, ελλείψει αντιπάλων της εμβέλειάς του, μετά την απόρριψη των υποψηφιοτήτων των κύριων πολιτικών αντιπάλων του. Το 2017, ως αντίπαλος του Ροχανί, είχε λάβει το 38% των ψήφων.
Το Μάιο, το Συμβούλιο των Φρουρών του Συντάγματος επέτρεψε να θέσουν υποψηφιότητα οι επτά από τους σχεδόν 600 υποψηφίους. Όμως τρεις στη συνέχεια παραιτήθηκαν και οι δύο εξ αυτών κάλεσαν τους υποστηρικτές τους να ψηφίσουν τον Ραϊσί.
Αντίπαλος αυτού του τελευταίου είναι ένας λίγο γνωστός βουλευτής, ο Αμιρχοσεΐν Γαζιζαντέχ-Χασεμί, ένας πρώην επικεφαλής διοικητής των Φρουρών της Επανάστασης, ο στρατηγός Μοχσέν Ρεζαΐ, και ένας τεχνοκράτης, ο Αμπντολνασέρ Χεματί, πρώην πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας.
«Αγαπώ τη χώρα μου, αλλά δεν δέχομαι αυτούς τους υποψηφίους», λέει στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Αμπολφαζί, ένας εξηντάχρονος σιδηρουργός που είχε υποστηρίξει την Ισλαμική Επανάσταση του 1979, αλλά είναι σήμερα απογοητευμένος για το γεγονός ότι «άλλοι αποφασίζουν στη θέση του».
Πρόκειται για δηλώσεις που αντανακλουν μια άποψη που εκφράζεται συχνά και σύμφωνα με την οποία, παρά τις αρνήσεις των αρχών, η εκλογή έχει κριθεί εκ των προτέρων, ακόμη και έχει οργανωθεί ούτως ώστε να εξασφαλισθεί η νίκη του Ραϊσί.
«Μορφή διαμαρτυρίας»
Ο πρόεδρος έχει περιορισμένες προνομίες στο Ιράν, όπου η εξουσία βρίσκεται κυρίως στα χέρια του ανώτατου ηγέτη.
Ο απολογισμός του Ροχανί, ο οποίος δεν μπορεί να είναι φέτος υποψηφίος για μια τρίτη τετραετή θητεία, έχει κηλιδωθεί από την αποτυχία της πολιτικής του να ανοίξει τη χώρα, καθώς οι ΗΠΑ αποχώρησαν το 2018 από τη συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, η οποία είχε συναφθεί με τις μεγάλες δυνάμεις.
Η δυσαρέσκεια και η απείθεια έναντι των αρχών εκφράζονται όλο και πιο ανοικτά μπροστά στη σοβαρή οικονομική και κοινωνική κρίση που έχει προκληθεί από την αποκατάσταση των αμερικανικών κυρώσεων από την κυβέρνηση Τραμπ. Το Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο 2017-2018 και το Νοέμβριο 2019, δύο κύματα λαϊκής αμφισβήτησης κατεστάλησαν βίαια στο Ιράν.
Για την εξόριστη αντιπολίτευση και τους υπερασπιστές των ανθρώπινων δικαιωμάτων, ο Ραΐσί είναι η ενσάρκωση της καταπίεσης και το όνομά του συνδέεται με τις μαζικές εκτελέσεις αριστερών κρατουμένων το 1988, ένα δράμα στο οποίο ο ίδιος αρνείται κάθε συμμετοχή.
Η προτεραιότητα του επόμενου προέδρου αναμένεται ότι θα είναι η ανάκαμψη της οικονομίας.
Στο σημείο αυτό, όλοι οι υποψήφιοι συμφωνούν ότι η ανάκαμψη θα πρέπει απαραιτήτως να περάσει από την άρση των κυρώσεων που επιβλήθηκαν επί Τραμπ, κάτι που αποτελεί αντικείμενο διαπραγματεύσεων στη Βιέννη που έχουν στόχο τη διάσωση της συμφωνίας επαναφέροντας σ’αυτή τις Ηνωμένες Πολιτείες.