Ο πρώην πρόεδρος της Αργεντινής, ο Μαουρίτσιο Μάκρι, ανακοίνωσε σήμερα ότι δεν πρόκειται να παρουσιαστεί ενώπιον της δικαιοσύνης, που τον κλήτευσε να καταθέσει σχετικά με τις κατηγορίες περί κατασκοπείας σε βάρος των οικογενειών των 44 μελών του πληρώματος του San Juan, του υποβρυχίου του Πολεμικού Ναυτικού που ναυάγησε το 2017 χωρίς να επιζήσει κανείς.

«Δεν θα παρουσιαστώ όσο τα ζητήματα που εγείρει ο δικηγόρος μου δεν έχουν επιλυθεί ώστε να υπάρξουν διαδικαστικές εγγυήσεις και υπεράσπισή μου στη διαδικασία», ανέφερε ο κ. Μάκρι, 62 ετών, σε ανάρτησή του σε ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης.

«Δεν έχω καμία σχέση με αυτή την υπόθεση. Ουδέποτε κατασκόπευσα τις οικογένειες, ούτε ζήτησα να τις κατασκοπεύσουν», πρόσθεσε ο πρώην αρχηγός του κράτους, ο οποίος είχε κληθεί να καταθέσει σήμερα.

Πρόκειται για τη δεύτερη φορά που ο πρώην πρόεδρος (2015-2019) και νυν ηγέτης της δεξιάς αντιπολίτευσης αψηφά τη δικαιοσύνη στην υπόθεση αυτή.

Ο κ. Μάκρι είχε κληθεί να καταθέσει αρχικά την 7η Οκτωβρίου. Αφού γνωστοποίησε πως βρισκόταν στις ΗΠΑ και ότι δεν μπορούσε να συμμορφωθεί προς την κλήτευσή του εξαιτίας «διεθνών δεσμεύσεών του», η ακροαματική διαδικασία αναβλήθηκε για την 20ή Οκτωβρίου.

Η δικαιοσύνη θέλει ο πρώην πρόεδρος να καταθέσει στο πλαίσιο προκαταρκτικής έρευνας για τη φερόμενη κατασκοπεία σε βάρος μελών των οικογενειών του πληρώματος του Σαν Χουάν τα οποία συμμετείχαν την περίοδο της τραγωδίας σε εκστρατεία διαμαρτυρίας αξιώνοντας να μάθουν την τύχη του υποβρυχίου.

Συγγενείς θυμάτων καταγγέλλουν πως είχαν γίνει στόχοι παρακολουθήσεων, τηλεφωνικών υποκλοπών και εκφοβισμών.

Το Σαν Χουάν εξαφανίστηκε τον Νοέμβριο του 2017 στον νότιο Ατλαντικό Ωκεανό, περίπου 400 χιλιόμετρα από τις ακτές της Παταγονίας. Δεν εντοπίστηκε παρά έναν χρόνο αργότερα, σε βάθος 900 μέτρων. Ουδέποτε ανασύρθηκε, αντίθετα με τις επιθυμίες των οικογενειών. Σύμφωνα με το Πολεμικό Ναυτικό, το σκάφος, που τέθηκε σε υπηρεσία το 1983, υπέστη θραύση λόγω εσωτερικής πίεσης εξαιτίας τεχνικών βλαβών.

Ήδη δικαστής διέταξε να ασκηθεί δίωξη στο πλαίσιο της υπόθεσης σε βάρος των επικεφαλής των υπηρεσιών πληροφοριών· ο Γουστάβο Αρίβας και η Σίλβια Μαγδαλάνι κατηγορούνται για «παράνομη» κατασκοπεία. Ανώτεροι αξιωματικοί του ΠΝ αντιμετωπίζουν εξάλλου πειθαρχικές ποινές στο πλαίσιο χωριστής έρευνας της στρατιωτικής δικαιοσύνης.