Ομοσπονδιακό δικαστήριο εξέδωσε διαταγή σήμερα Δευτέρα, αναβάλλοντας τις πρώτες, μετά από 17 χρόνια, εκτελέσεις ομοσπονδιακών θανατοποινιτών και εμποδίζοντας, τουλάχιστον προς το παρόν, την κυβέρνηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να επαναλάβει τις εκτελέσεις σε ομοσπονδιακό επίπεδο, όπως ήταν ο στόχος της.
Η δικαστής Τάνια Τσάτκαν του Περιφερειακού Δικαστηρίου της Ουάσινγκτον διέταξε το υπουργείο Δικαιοσύνης να καθυστερήσει τις τέσσερις εκτελέσεις που ήταν προγραμματισμένες για τον Ιούλιο και τον Αύγουστο –η πρώτη θα γινόταν αργότερα σήμερα Δευτέρα. Η δικαστής έκρινε ότι δεν έχουν εξαντληθεί όλα τα ένδικα μέσα για τους τέσσερις θανατοποινίτες και συγκεκριμένα ότι θα πρέπει να εξεταστεί η προσφυγή τους κατά του νέου πρωτοκόλλου των εκτελέσεων με θανατηφόρο ενέσιμο διάλυμα που υιοθετήθηκε το 2019.
«Οι επιστημονικές αποδείξεις που παρουσιάστηκαν στο δικαστήριο υποδηλώνουν καταφανώς ότι το Πρωτόκολλο του 2019 ενδέχεται να προκαλέσει στους ενάγοντες ακραίο πόνο και αχρείαστη οδύνη κατά την εκτέλεσή τους», ανέφερε στην απόφασή της η Τσάτκαν. Επισήμανε επίσης ότι ενδέχεται να γίνει δεκτή από άλλο δικαστήριο η προσφυγή τους, με την οποία ισχυρίζονται ότι το νέο πρωτόκολλο, με βάση το οποίο χρησιμοποιείται στην εκτέλεση μόνο ένα φάρμακο, το ισχυρό βαρβιτουρικό πεντοβαρβιτάλη, παραβιάζει το Σύνταγμα που απαγορεύει τις «σκληρές και ασυνήθιστες» τιμωρίες.
Η Τσάτκαν υιοθέτησε την άποψη ενός ιατρικού εμπειρογνώμονα, τον οποίο επικαλούνται οι τέσσερις θανατοποινίτες. Σύμφωνα με αυτόν, η χρήση πεντοβαρβιτάλης μπορεί να προκαλέσει συσσώρευση υγρού στους πνεύμονες και να αισθάνονται ότι πνίγονται για αρκετό διάστημα μέχρι να χάσουν τις αισθήσεις τους. Για να γίνει λιγότερο οδυνηρός ο θάνατός τους, οι ίδιοι πρότειναν να προσθέσει το υπουργείο Δικαιοσύνης και κάποια άλλη ουσία, όπως μορφίνη, στο πρωτόκολλο ή ακόμη να εκτελεστούν στο απόσπασμα. Τη μέθοδο αυτή χρησιμοποίησε για τελευταία φορά πριν από μια δεκαετία η Πολιτεία της Γιούτας.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης ανέφερε ότι θα ασκήσει έφεση στην απόφαση επειδή ο εκτεταμένος σχεδιασμός των εκτελέσεων, ο προσδιορισμός τους σε συγκεκριμένες ημερομηνίες, οι προσομοιώσεις που έκανε μια ομάδα 40 ατόμων, αλλά ακόμη και οι κρατήσεις σε ξενοδοχεία και τα εισιτήρια των μέσων μεταφοράς για όσους θέλουν να τις παρακολουθήσουν «δεν μπορεί να ξεγίνουν εύκολα». Η υπόθεση μπορεί να φτάσει μέχρι και το Ανώτατο Δικαστήριο.
Ο πρώτος κρατούμενος που επρόκειτο να εκτελεστεί σήμερα στο Τερ Οτ της Ιντιάνας ήταν ο Ντάνιελ Λιούις Λι. Είχε καταδικαστεί σε θάνατο για τις δολοφονίες τριών μελών μιας οικογένειας, συμπεριλαμβανομένου ενός 8χρονου παιδιού, στο Άρκανσο το 1996.
«Η κυβέρνηση προσπαθεί να προχωρήσει με αυτές τις εκτελέσεις παρά τα πολλά αναπάντητα ερωτηματικά για τη νομιμότητα του νέου πρωτοκόλλου», είπε ο Σον Νόλαν, ένας από τους διορισμένους συνηγόρους που εκπροσωπούν τους κρατουμένους.
Οι προσπάθειες να ξαναρχίσουν οι εκτελέσεις σε ομοσπονδιακό επίπεδο ξεκίνησαν λίγους μήνες αφότου ορκίστηκε πρόεδρος ο Ντόναλντ Τραμπ το 2017, τερματίζοντας το ντε φάκτο μορατόριουμ που είχε ξεκινήσει επί της προεδρίας του Μπαράκ Ομπάμα επειδή οι ΗΠΑ δυσκολεύονταν να αγοράσουν τα κατάλληλα φάρμακα και ταυτόχρονα εκδικάζονταν σε ομοσπονδιακά δικαστήρια οι προσφυγές θανατοποινιτών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση απαγόρευσε την πώληση φαρμάκων που επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν σε εκτελέσεις ή βασανιστήρια, με αποτέλεσμα οι φαρμακευτικές εταιρείες να αρνούνται να τα διαθέσουν στο σωφρονιστικό σύστημα των ΗΠΑ.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης είχε προγραμματίσει άλλες δύο εκτελέσεις αυτήν την εβδομάδα και μια τέταρτη τον Αύγουστο. Όλοι οι θανατοποινίτες καταδικάστηκαν στην εσχάτη των ποινών για δολοφονίες παιδιών.
Να σημειωθεί ότι πολλοί συγγενείς των θυμάτων του Ντάνιελ Λι ζητούσαν από την περασμένη εβδομάδα να αναβληθεί η εκτέλεση γιατί ήταν επικίνδυνο να παραστούν λόγω της πανδημίας. Μάλιστα, την Κυριακή, η φυλακή του Τερ Οτ έκανε γνωστό ότι ένας από τους εργαζομένους της προσβλήθηκε από τον νέο κορονοϊό.
Τα τελευταία 45 χρόνια, μόνο τρεις άνθρωποι έχουν εκτελεστεί από τις ομοσπονδιακές αρχές των ΗΠΑ. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Τίμοθι ΜακΒέι, ο οποίος κρίθηκε ένοχος για τη βομβιστική επίθεση στην Οκλαχόμα Σίτι που στοίχισε τη ζωή σε 168 ανθρώπους το 1995. Ο Μακβέι εκτελέστηκε το 2001.