«Το Κρεμλίνο θα δώσει συμμετρική απάντηση» στην απόφαση της παράτασης των κυρώσεων που έλαβαν οι υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ στο Λουξεμβούργο και δημοσιοποιήθηκαν επισήμως στις 23 Ιουνίου, υποστηρίζει δημοσίευμα του ρωσικού ειδησεογραφικού πρακτορείου «Interfax». Από τον εκπρόσωπο Τύπου της ρωσικής προεδρίας Dmitry Peskov υποστηρίχθηκε πως «οι αντιρωσικές οικονομικές κυρώσεις της ΕΕ είναι ανεδαφικές και παράνομες και πλήττουν τόσο τους πολίτες της Ρωσίας όσο και των χωρών-μελών της ΕΕ».

Ο επικεφαλής της Επιτροπής Διεθνών Υποθέσεων της Κρατικής Δούμα Alexei Pushkov, υποστήριξε πως τα μέτρα αυτά, «ούτε χειροτερεύουν ούτε βελτιώνουν τις σχέσεις μεταξύ των δύο μερών».
Πάντως, οι γενικότερες εκτιμήσεις στη Μόσχα, είναι πως «τα επόμενα χρόνια οι σχέσεις Ρωσίας – Ευρώπης θα συνεχίσουν να βρίσκονται σε βαθιά κρίση».

Οι Ρώσοι αναλυτές εκτιμούν ότι «στρατηγική εταιρική σχέση» μεταξύ της Ρωσίας και της ΕΕ τα τελευταία χρόνια, πρακτικά δεν υπάρχει. «Οι ρωσο-ευρωπαϊκές σχέσεις είναι πάντα πιο υποβαθμισμένες από τις εκάστοτε πολιτικές διακηρύξεις. Στρατηγική εταιρική σχέση υπήρξε, αλλά μόνο σε μια περιορισμένη χρονική περίοδο. Από την εποχή που ο Πούτιν ανέβηκε στην εξουσία μέχρι την «πορτοκαλί επανάσταση» στην Ουκρανία το 2004», δηλώνει στην RBTH ο αναπληρωτής Διευθυντής του Κέντρου Σύνθετων Ευρωπαϊκών και Διεθνών μελετών της Ανώτατης Σχολής Οικονομικών Επιστημών, Ντμίτρι Σούσλοφ.  «Η Ρωσία τότε, ακολουθούσε μια ευρωκεντρική πολιτική και αποδέχονταν πλήρως την ατζέντα που της είχε προτείνει η Ευρωπαϊκή Ένωση».

Απαισιόδοξες προβλέψεις

Οι απόψεις των εμπειρογνωμόνων για τους τρόπους εξόδου από τη σημερινή κρίση διΐστανται. Υπα΄ρχουν και εκείνοι που υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να αναπτυχθούν περισσότερο οι διμερείς σχέσεις με ευρωπαϊκά κράτη, χωριστά. Έτσι, δίνεται μεγαλύτερη κατανόηση στις σχέσεις με εκείνες τις χώρες, οι οποίες συνδέονται με τη Ρωσία αποκλειστικά στην οικονομική σφαίρα, (όπως η Αυστρία και η Ιταλία).
Στην επικείμενη συνάντηση των επικεφαλής κρατών ή κυβερνήσεων των κρατών μελών της ΕΕ (Συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου) στις 25-26 Ιουνίου, οι Ρώσοι αναλυτές θεωρούν πως είναι μάλλον απίθανο να αποφασισθεί κάτι καινούργιο στις σχέσεις της Ευρώπης με τη Ρωσία.

Το πιο πιθανό είναι οι παλιές αντιρωσικές κυρώσεις να διατηρηθούν, αλλά νέες κυρώσεις δεν αναμένονται, με την προϋπόθεση φυσικά, ότι δεν θα έχουμε επιδείνωση της κατάστασης στη νοτιοανατολική Ουκρανία, για την οποία θα αποδοθούν – εκ νέου – ευθύνες στη Μόσχα.

Οι μεγαλύτερες χώρες της ΕΕ, κυρίως η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, δεν θέλουν να εγκαταλείψουν την πολιτική άσκησης πίεσης στη Ρωσία. Αλλά θα πρέπει να λάβουν υπόψη την προφανή απροθυμία ορισμένων χωρών της ΕΕ, ιδιαίτερα της Ελλάδας, της Ουγγαρίας και της Κύπρου να σκληρύνουν τις κυρώσεις.

Την ίδια στιγμή, είναι εμφανή και κάποια δείγματα κούρασης της ΕΕ από τη σημερινή ουκρανική ηγεσία, που απαιτεί μεν περισσότερη βοήθεια, αλλά δεν ακούει προσεκτικά τις συμβουλές των «Ευρωπαίων φίλων». Ιδίως όσον αφορά στην υλοποίηση των όρων της Συμφωνίας του Μινσκ.

Τέλος, στην ΕΕ αναγνώρισαν για άλλη μια φορά την αναγκαιότητα της συνεργασίας με τη Ρωσία για τη διευθέτηση σοβαρών και οξυμένων διεθνών προβλημάτων, όπως είναι το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και η προώθηση των δυνάμεων του «Ισλαμικού Χαλιφάτου» στη Συρία και το Ιράκ.

Τη γραμμή δίνουν οι ΗΠΑ

Η διεύρυνση της ΕΕ από την αρχή είχε την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειώνοι οποίες θέλησαν με τον τρόπο αυτό να περιορίσουν στο ελάχιστο την πιθανότητα αναγέννησης της Ρωσίας σαν παγκόσμια υπερδύναμη.

Η Ουάσινγκτον προσέβλεπε στην ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ και, μακροπρόθεσμα, στο ΝΑΤΟ. Στο θέμα αυτό η Ουάσιγκτον έδινε ιδιαίτερη σημασία, τη στιγμή που η απώλεια της ρωσικής επιρροής στην Ουκρανία θα αποδυνάμωνε τη θέση της Μόσχας στην ευρωπαϊκή περιφέρεια. Στο σημείο τούτο επισημαίνεται ο ρόλος της Γερμανίας, η οποία ευρισκόμενη σε μια διαδικασία ενίσχυσης της επιρροής της και της ανάδειξής της ως ο πραγματικός ηγεμόνας της ΕΕ, ανέκτησε το παλαιό ενδιαφέρον της για την Ουκρανία.

Έτσι, η αντιπαράθεση μεταξύ της Ρωσίας και της ΕΕ, με τη Δύση συνολικότερα, για την Ουκρανία, θα είναι μακράς διάρκειας.

ΟΙ ΗΠΑ θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν τα εκπαιδευτικά προγράμματα στη Ρωσία

Πάντως, ο Αμερικάνος πρεσβευτής στη Ρωσία John Tefft, (στο άκρο δεξιό της φωτογραφίας) επισκέφτηκε χτες, το Πανεπιστήμιο ‘Ερευνας και τεχνολογίας Καζάν, και δήλωσε στους φοιτητές που απολαμβάνουν τις υποτροφίες του ιδρύματος Φουλμπράιτ: «Οι γεωπολιτικές διαφορές ανάμεσα στις δύο χώρες δεν επηρεάζουν τα διεθνή εκπαιδευτικά προγράμματα που υποστηρίζουν οι ΗΠΑ».

Ο Αμερικάνος πρεσβευτής είπε ακόμη πως «η ένταση στις γεωπολιτικές διαφορές ανάμεσα στη Ρωσία και τις ΗΠΑ ποικίλει στο πέρασμα των δεκαετιών, αλλά οι ΗΠΑ συνεχίζουν να υποστηρίζουν τα προγράμματα των δύο χωρών που φέρνουν Ρωσία και ΗΠΑ πιο κοντά η μία στην άλλη».

Πληροφορίες από Interfax / RBTH

Σύνταξη: Κ. Μπετινάκης