Η Ευρώπη κατέγραψε τη μεγαλύτερη αύξηση ως προς το εμπόριο όπλων τα τελευταία πέντε χρόνια και η τάση θα επιταχυνθεί ακόμη περισσότερο μετά τις εξαγγελίες περί επανεξοπλισμού αρκετών ευρωπαϊκών χωρών εξαιτίας της ρωσικής απειλής, επισημαίνει έκθεση αναφοράς που δημοσιοποιείται σήμερα.

Κατά την περίοδο 2017-2021, το εμπόριο όπλων μειώθηκε 4,6% σε παγκόσμια κλίμακα σε σύγκριση με τα προηγούμενα πέντε χρόνια μεν, αλλά κατέγραψε αλματώδη άνοδο (+19%) στην ευρωπαϊκή ήπειρο, σύμφωνα με την έκθεση του Ινστιτούτου Έρευνας για τη Διεθνή Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI).

«Η Ευρώπη είναι το νέο καυτό σημείο», υπογραμμίζει ο Σιμόν Βέζεμαν, εκ των συγγραφέων της ετήσιας έκθεσης για πάνω από τρεις δεκαετίες.

«Θα αυξήσουμε σε τεράστιο βαθμό τις στρατιωτικές μας δαπάνες, χρειαζόμαστε πολλά νέα όπλα και μεγάλο μέρος τους θα προέλθει από τις εισαγωγές», διευρωπαϊκές και αμερικανικές, παρατήρησε ο ερευνητής κατά τη διάρκεια συνέντευξης που παραχώρησε στο Γαλλικό Πρακτορείο.

Αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, ήδη ανήγγειλαν μαζική αύξηση των στρατιωτικών δαπανών τους.

Μαχητικά αεροσκάφη –ιδίως το υπερσύγχρονο, αλλά πανάκριβο αμερικανικό F-35–, πύραυλοι, πυροβολικό και άλλος βαρύς εξοπλισμός αναμένεται να αποκτηθούν προσεχώς από τις ένοπλες δυνάμεις ευρωπαϊκών χωρών, τις οποίες θορύβησε η εισβολή στην Ουκρανία που διέταξε ο Βλαντίμιρ Πούτιν.

«Τα περισσότερα απ’ αυτά θα πάρουν χρόνο: πρέπει να ληφθούν αποφάσεις, να παραγγελθούν, κατόπιν να παραχθούν, άρα θα χρειαστούν μερικά χρόνια τουλάχιστον. Όμως στην πραγματικότητα, η τάση είχε ήδη αρχίσει μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, κι οι συνέπειες είναι πλέον ορατές σήμερα», σημείωσε ο κ. Βέζεμαν.

Το μερίδιο της Ευρώπης στο παγκόσμιο εμπόριο όπλων πέρασε έτσι από το 10 στο 13% κατά τη διάρκεια των τελευταίων πέντε ετών και θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο, κατά «σημαντικό» ποσοστό, πρόσθεσε.

Αν και είναι δύσκολο να υπολογιστεί ο όγκος του, λόγω της αδιαφανούς φύσης πολλών συμβάσεων και δωρεών όπλων, το παγκόσμιο εμπόριο στρατιωτικού εξοπλισμού πλησιάζει τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια σε αξία ετησίως, σύμφωνα με τους ειδικούς.

Σύμφωνα με το SIPRI, η περιφέρεια Ασίας-Ωκεανίας παρέμεινε η ζώνη που έκανε τις μεγαλύτερες εισαγωγές τα προηγούμενα πέντε χρόνια, με το 43% των αγοραπωλησιών και τους έξι στους δέκα μεγαλύτερους εισαγωγείς (Ινδία, Αυστραλία, Κίνα, Νότια Κορέα, Πακιστάν, Ιαπωνία).

Αν και το εμπόριο όπλων προς την περιοχή με τον μεγαλύτερο πληθυσμό στον κόσμο μειώθηκε κατά περίπου 5% τα προηγούμενα πέντε χρόνια, η ανατολική Ασία (+20%) και η Ωκεανία (+59%) συγκεκριμένα κατέγραψαν θεαματικές αυξήσεις, με φόντο τις αυξανόμενες εντάσεις ανάμεσα στο Πεκίνο και αρκετές ασιατικές πρωτεύουσες.

«Οι εντάσεις ανάμεσα στην Κίνα και αρκετές χώρες της Ασίας και της Ωκεανίας είναι ο βασικός κινητήρας των εισαγωγών στην περιφέρεια» αυτή, παρατηρεί το SIPRI.

 

Αύξηση των γαλλικών εξαγωγών

Στη Μέση Ανατολή, δεύτερη μεγαλύτερη αγορά με το 32% των παγκόσμιων εισαγωγών, η αύξηση έφθασε το 3%, κυρίως λόγω των αγορών που έκανε το Κατάρ, με φόντο τις εντάσεις με τους γείτονές του στον Κόλπο.

«Οι τρέχουσες τιμές του πετρελαίου σημαίνουν πως (οι χώρες της περιοχής) θα έχουν μεγάλα έσοδα, κι αυτό γενικά μεταφράζεται σε μεγάλες παραγγελίες όπλων», τονίζει ο κ. Βέζεμαν.

Η αμερικανική και η αφρικανική ήπειρος είδαν τα δικά τους μερίδια να υποχωρούν σημαντικά, γύρω στο 6% αντίστοιχα.

Κατά χώρα, Ινδία και Σαουδική Αραβία μοιράζονται την πρώτη θέση στις εισαγωγές, με το 11% η καθεμιά, μπροστά από την Αίγυπτο (5,7%), την Αυστραλία και την Κίνα (4,8%).

Στην κορυφαία πεντάδα των εξαγωγέων όπλων, οι ΗΠΑ –μακράν στην πρώτη θέση– και η Γαλλία, 3η στην κατάταξη, είδαν τα μερίδιά τους να αυξάνονται καθαρά τα προηγούμενα πέντε χρόνια, περνώντας αντίστοιχα από το 32 στο 39% και από το 6% στο 11%.

Η Κίνα, τέταρτη στις εξαγωγές παγκοσμίως (4,6%) και η Γερμανία, στην 5η θέση (4,5%) διατήρησαν τις θέσεις τους στην κατάταξη μεν, αλλά είδαν τα μερίδιά τους να μειώνονται ελαφρά.

«Οι Γάλλοι έκλεισαν μεγάλες παραγγελίες, κυρίως επειδή αποτελούσε προτεραιότητα» για το Παρίσι, που εφάρμοσε πολιτική υποστήριξης του κράτους στις εξαγωγές και τη μεταφορά τεχνολογίας «πιο ανοικτά από ό,τι οι ΗΠΑ για παράδειγμα», υπογράμμισε ο Σιμόν Βέζεμαν.

Η Ρωσία καταλαμβάνει πάντα τη 2η θέση, αλλά το μερίδιό της συρρικνώθηκε κατά 19%. Κυρίως λόγω της μείωσης των πωλήσεων στην Κίνα, που έχει μειώσει πολύ την εξάρτησή της από τις εισαγωγές ρωσικού εξοπλισμού.

Η απομόνωση της Ρωσίας εξαιτίας της εισβολής στην Ουκρανία, όπως και ο αντίκτυπος των κυρώσεων στη ρωσική οικονομία, είναι ενδεχόμενο να δυσκολέψουν ακόμη περισσότερο τα πράγματα για τη ρωσική στρατιωτική βιομηχανία.

«Ασφαλώς θα υπάρξουν ακόμη περισσότερες απειλές από την αμερικανική πλευρά», που θα επισείει το «ρόπαλο» προς κράτη που θα θελήσουν να αγοράσουν ρωσικά όπλα, κατά τον κ. Βέζεμαν, ειδικά χώρες που ιστορικά είναι πελάτες της Μόσχας, όπως η Αλγερία ή η Αίγυπτος.