Η τελευταία πράξη του δράματος στο Στρασβούργο παίχτηκε στο σημείο όπου ενώνονται δύο συνοικίες όπου εδώ και δεκαετίες ορθώνονταν…
Newsroom
14.12.2018 | 10:16
UPD:14.12.2018, 10:31
Η τελευταία πράξη του δράματος στο Στρασβούργο παίχτηκε στο σημείο όπου ενώνονται δύο συνοικίες όπου εδώ και δεκαετίες ορθώνονταν οι απάνθρωπες υποδομές των λεγόμενων HLM, δηλαδή τα συστήματα εργατικών κατοικιών. Τετράγωνα κουτιά, διαμερίσματα-κοτέτσια, συνήθως χωρίς ασανσέρ, χωρίς μπαλκόνια. Εκεί από τη δεκαετία του ’60 ζούσαν είτε οι λιγότερο προνομιούχοι Αλσατοί είτε οι ιμιγκρέδες, δηλαδή μετανάστες από τη Β. Αφρική.
Όλα άρχισαν σε νεαρή ηλικία από κάποιους ξυλοδαρμούς, ακολούθησαν μικροκλοπές, μετά ήρθαν τα μαχαιρώματα, για να καταλήξει στις ληστείεςΟι δύο αυτές συνοικίες είναι οι Νεντόρφ και Μεϊνό. Στη διάρκεια των δεκαετιών, καθολικοί, προτεστάντες και μουσουλμάνοι έμαθαν να ζουν σε αυτές τις περιοχές με τα αντιαισθητικά αρχιτεκτονήματα και να συμβιώνουν, παρά τα περί του αντιθέτου λεχθέντα τις τελευταίες ημέρες, χρησιμοποιώντας κοινά πνευματικά κέντρα και χώρους για τις θρησκευτικές και κοινωνικές συνευρέσεις τους. Κάπου εκεί γεννήθηκε ο Σερίφ Σεκάτ, το 1989, από μετανάστες γονείς που είχαν εγκατασταθεί στη Γαλλία τη δεκαετία του ’60 προερχόμενοι από το Μαρόκο.
Στο σημείο ακριβώς όπου ενώνονται οι δύο συνοικίες, πολύ κοντά στο γήπεδο της Racing Strasburg, εξελίχθηκε το βράδυ της Πέμπτης η τελική πράξη της ιστορίας που άρχισε την Τρίτη το βράδυ στο κέντρο της πόλης, με τον Σερίφ Σεκάτ να ανοίγει πυρ κατά του πλήθους, σκοτώνοντας τρεις πολίτες και τραυματίζοντας άλλους 13, οκτώ εκ των οποίων παλεύουν για τη ζωή τους στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας του δημόσιου νοσοκομείου της πόλης. Λίγο πριν, το απογευματάκι, μία περίπολος είχε εντοπίσει μερικές σταγόνες φρέσκο αίμα σε μία αυλή. Αμέσως ισχυρές μονάδες της αστυνομίας περικύκλωσαν το σημείο αυτό της συνοικίας και άρχισαν να ελέγχουν μέτρο – μέτρο, πόρτα – πόρτα, τα σπίτια και τις πολυκατοικίες.
Ο Σερίφ Σεκάτ, ο οποίος διατηρούσε μια γκαρσονιέρα λίγα μέτρα από τη συνοικία, ήξερε κάθε γωνιά της. Τις αυλές, τα μικρά αδιέξοδα και κυρίως τις αποθήκες και τα υπόγεια. Λίγο πριν από τις 21.00 το βράδυ μια κυρία τηλεφώνησε στην αστυνομία αναφέροντας πως λίγα μέτρα από αυτήν ένας άνθρωπος σχεδόν τρικλίζοντας, με πολύ χλομό πρόσωπο, προσπαθούσε με κόπο να περπατήσει πάνω στο πεζοδρόμιο. Αμέσως ένα περιπολικό με τρεις άνδρες της περίφημης BST (Ταξιαρχίες Ασφάλειας και Επέμβασης) έφθασε στο σημείο. Οι άνδρες των Ειδικών Δυνάμεων αντίκρισαν έναν άνθρωπο ο οποίος προσπαθούσε να καβαλήσει χαμηλό συρματόπλεγμα που υπήρχε στο σημείο. Πριν ακόμη εξέλθουν από το περιπολικό, ο άνθρωπος αυτός γύρισε και τους πυροβόλησε.
Οι τρεις αστυνομικοί απάντησαν. Ο ύποπτος έπεσε νεκρός. Επάνω του βρέθηκαν ένα πιστόλι και ένα μαχαίρι. Αμέσως κατάλαβαν πως μόλις είχαν σκοτώσει τον Σερίφ Σεκάτ. Λίγα μέτρα από εκεί είχε στηθεί ένα άτυπο κέντρο Τύπου, όπου στοιβάζονταν τηλεοπτικά συνεργεία και δημοσιογράφοι. Οι κάτοικοι προσπαθούσαν να αποφύγουν τις κάμερες και ένας ηλικιωμένος Αλσατός, με τη γνωστή βαριά γερμανική προφορά, έβριζε μέσα από τα δόντια του λέγοντας «μας τα έχουν ζαλίσει». Ήταν καθισμένος σε μια άκρη ενός αρτοποιείου, δίπλα στην πόρτα μιας οκταώροφης πολυκατοικίας. «Δεν καταλαβαίνουν πως εδώ σχεδόν όλοι οι κάτοικοι είναι λίγο… κουζουλοί. Η πιο γνωστή φιγούρα της συνοικίας κατοικεί στο απέναντι κτήριο που το ονομάζουν P4 (το P προέρχεται από το ψυχιατρείο). Αυτή στήνει καθημερινά ενέδρα στο φανάρι, ανοίγει τις πόρτες των αυτοκινήτων και μπαίνει μέσα. Είναι τρελή για δέσιμο».
Μερικά μέτρα πιο κάτω, ζούνε τα ξαδέλφια του Σερίφ Σεκάτ και πολύ κοντά είναι και το σπίτι του πατέρα του. Αυτό ήταν το σκηνικό της τελικής πράξης. Ο Σεκάτ μπαινόβγαινε στις φυλακές και στα αναμορφωτήρια από την προεφηβική ηλικία. Ακολούθησε τον κλασικό δρόμο των περιθωριοποιημένων, οι οποίοι συνήθως προέρχονται από οικογένειες Βορειοαφρικανών μεταναστών, που οδηγεί από τη μικρή παραβατικότητα στο έγκλημα και από εκεί στην ένταξη σε εγκληματικές οργανώσεις.
Αντιμετώπισε 27 δίκες και 25 καταδίκες σε ποινές φυλάκισης στη Γαλλία, στη Γερμανία που απέχει ελάχιστα χλμ., αλλά και στην Ελβετία. Όλα άρχισαν σε νεαρή ηλικία από κάποιους ξυλοδαρμούς, ακολούθησαν μικροκλοπές, μετά ήρθαν τα μαχαιρώματα, για να καταλήξει στις ληστείες.
Η σχέση του με το φανατικό Ισλάμ καλλιεργήθηκε στις αυλές και στα κελιά των φυλακών, όπου πέρασε ένα πολύ μεγάλο μέρος της ενήλικης ζωής του. Εκεί καραδοκούσαν οι επαγγελματίες μουλάδες, δηλαδή οι στρατολόγοι οι οποίοι προσπαθούν να ανακαλύψουν «αναλώσιμους» τρομοκράτες, με ημερομηνία λήξης.
Το πρωί της Τρίτης που μας πέρασε η αστυνομία του Στρασβούργου είχε προγραμματίσει τη σύλληψή του για μια υπόθεση ένοπλης ληστείας. Κάποιος, κάπως, του πέρασε την πληροφορία και ο Σερίφ Σεκάτ το έσκασε. Το ίδιο βράδυ οπλισμένος με ένα πιστόλι και με ένα μαχαίρι επιχείρησε την «ηρωική έξοδο». Για λίγα λεπτά θα γινόταν «μάρτυρας», δηλαδή μουζαχεντίν, δηλαδή με μία επίκληση του Θεού και ένα λακωνικό «Αλλαχού Ακμπάρ», ο Σερίφ Σεκάτ θα καταγραφόταν στους καταλόγους των «μοναχικών λύκων» του Ισλάμ.
Στην ουσία, αυτός ο άνθρωπος δεν είχε καμία σχέση ούτε με τη μουσουλμανική θρησκεία ούτε με το τελετουργικό της. Οι γνωστοί και φίλοι του, όπως κατέθεσαν, τον περιγράφουν ως έναν άνθρωπο ο οποίος σχεδόν ποτέ δεν συμμετείχε σε κάποια θρησκευτική τελετή και ως ένα άτομο που από πολύ νωρίς έμπλεξε με τους ποινικούς.
Μόλις έγινε γνωστό ότι ο Σερίφ Σεκάτ είχε πέσει νεκρός από τις σφαίρες των αστυνομικών, οι κάτοικοι σε αυτήν την περιοχή κατέβηκαν στον δρόμο και άρχισαν να χειροκροτούν, ενώ τα αυτοκίνητα κορνάριζαν συνεχώς. Ένας κύκλος του αίματος έκλεισε και προφανώς ένας άλλος σιγά-σιγά θα ανοίξει. Το Ισλαμικό Κράτος, ή Χαλιφάτο, ή ISIS ή όπως εν πάση περιπτώσει το αποκαλούν, ανέλαβε την ευθύνη για το μακελειό στη χριστουγεννιάτικη αγορά του Στρασβούργου. Κάποιοι μουλάδες στις φυλακές της Γαλλίας ψάχνουν τώρα το επόμενο «αναλώσιμο».