Οι απειλές κατά της ζωής δημοσιογράφων στον Ισημερινό αυξήθηκαν εκρηκτικά από την αρχή της χρονιάς, με φόντο την εξάπλωση της βίας στη χώρα, κατήγγειλαν χθες Πέμπτη οργανώσεις υπεράσπισης της ελευθεροτυπίας.
Μεταξύ του Ιανουαρίου και του Αυγούστου του 2023, οι οργανώσεις αυτές κατέγραψαν 216 επιθέσεις εναντίον δημοσιογράφων, 15 από τις οποίες ήταν απειλές θανάτου.
Πρόκειται «για αύξηση 100% σε σύγκριση με τις θανατικές απειλές που είχαν καταγραφεί το 2021 και το 2022», τόνισε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου η Σουσάνα Μοράν, πρόεδρος της οργάνωσης Periodistas sin Cadenas («Δημοσιογράφοι χωρίς Αλυσίδες»).
«Το μοτίβο της βίας έχει μετατοπιστεί από τους κυρίως κρατικούς φορείς σε άλλους παράγοντες», που είναι «το οργανωμένο έγκλημα και οι κακοποιοί του κοινού ποινικού δικαίου», εκτίμησε ο Σέσαρ Ρικάουρτε, της μη κυβερνητικής οργάνωσης Fundamedios.
Άλλοτε όαση ειρήνης και ηρεμίας στη Λατινική Αμερική, ο Ισημερινός, ανάμεσα στην Κολομβία και στο Περού, τις δύο χώρες που παράγουν τις μεγαλύτερες ποσότητες κοκαΐνης στον κόσμο, πλήττεται από κύμα βίας άνευ προηγουμένου, αποδιδόμενο στο οργανωμένο έγκλημα και στη διακίνηση ναρκωτικών.
Το τμήμα του που βρέχεται από τον Ειρηνικό, επίκεντρο της διακίνησης κοκαΐνης και οχυρό συμμοριών, πλέον είναι εστία της βίας, η οποία όμως έχει εξαπλωθεί στην πρωτεύουσα Κίτο — όπου ένα από τα φαβορί των προεδρικών εκλογών δολοφονήθηκε την 9η Αυγούστου από Κολομβιανούς πληρωμένους εκτελεστές. Οι φυλακές της χώρας έχουν επίσης μετατραπεί σε θέατρο αέναα επαναλαμβανόμενων σφαγών αποδιδόμενων στον πόλεμο συμμοριών για τον έλεγχο (κάπου 430 νεκροί από το 2021).
Σε αυτό το πλαίσιο, η δουλειά των δημοσιογράφων είναι ολοένα πιο επικίνδυνη. Οι περισσότεροι κάλυψαν την εκλογική διαδικασία φορώντας αλεξίσφαιρα, κράνη, κάποιοι κινούνταν με οχήματα που διαθέτουν θωράκιση.
Το 2022, καταγράφηκαν 356 επιθέσεις κατά του Τύπου, 67 περισσότερες από το 2021, ανάμεσά τους τρεις δολοφονίες.
Μέχρι στιγμής δεν έχει σκοτωθεί κανένας ενεργός δημοσιογράφος το 2023. Όμως ο υποψήφιος για την προεδρία που δολοφονήθηκε την 9η Αυγούστου, ο Φερνάντο Βιγιαβισένσιο, ήταν προτού περάσει στην πολιτική πολύ γνωστός δημοσιογράφος, που είχε φέρει στο φως υποθέσεις διαφθοράς.
«Οι επιθέσεις εναντίον δημοσιογράφων είναι ολοένα πιο βίαιες», σύμφωνα με την κυρία Μοράν. Τον Μάρτιο, πέντε φάκελοι με στικάκια USB στα οποία είχαν τοποθετηθεί εκρηκτικά στάλθηκαν σε ΜΜΕ, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί ελαφρά δημοσιογράφος.
Την περασμένη χρονιά, τηλεοπτικό δίκτυο έγινε στόχος πυρών. Και το 2020, εκρηκτικός μηχανισμός πυροδοτήθηκε στα γραφεία άλλου τηλεοπτικού δικτύου.
Ο Ρικάουρτε έκανε λόγο για γενικευμένη «ατιμωρησία». Σε περιπτώσεις «επιθέσεων κατά της ελευθερίας της έκφρασης, επιθέσεων, δολοφονιών δημοσιογράφων», το ενδεχόμενο το κίνητρο να ήταν η επαγγελματική δραστηριότητα των θυμάτων «ουδέποτε έγινε αντικείμενο έρευνας», πρόσθεσε στηλιτεύοντας πως δεν υπάρχουν «επίσημες στατιστικές».
Οι οργανώσεις επισήμαναν επίσης «ζώνες σιωπής» στη χώρα, όπου η ισχύς των εγκληματιών είναι τέτοια που αναγκάζει δημοσιογράφους να αυτολογοκρίνονται. Εντοπίζονται «πάνω απ’ όλα στις παραθαλάσσιες επαρχίες», καθώς και στα «βόρεια σύνορα» με την Κολομβία, όπου η κρίση «είναι επείγουσα και δραματική», σύμφωνα με την κυρία Μοράν.