Χωρίς το διαδίκτυο δεν θα ήταν δυνατές επιθέσεις όπως αυτή την περασμένη Τετάρτη στο Χανάου της Γερμανίας, προειδοποιεί ο γνωστός Αυστριακός ερευνητής σε θέματα ακροδεξιάς και αντισημιτισμού στο «Αρχείο Τεκμηρίωσης της Αυστριακής Αντίστασης» Αντρέας Πέχαμ, τονίζοντας ότι έχει μεγαλώσει η απειλή, και την ευθύνη για αυτό φέρουν οι νέες τεχνολογίες επικοινωνίας.
«Οι πράξεις αυτές – αρχίζοντας το 2011 με τον Άντερς Μπρέιβικ, ο οποίος είναι για πολλούς δράστες ένα πρότυπο – κατά κανόνα δεν είναι δυνατές χωρίς το διαδίκτυο, η ατομική φαντασία δεν αρκεί για την κακοβουλία και την μακρόχρονη προετοιμασία, οι δράστες πιστεύουν ότι αποτελούν τμήμα μιας εικονικής κοινότητας», επισημαίνει σε δηλώσεις του ο Αυστριακός ερευνητής.
Ο ίδιος προσθέτει ότι ο Μπρέιβικ ήταν, όπως και ο δράστης στο Χανάου, παρανοϊκός: οι δράστες αυτοί ακούν φωνές και συναντούν ανθρώπους που επίσης ακούν φωνές και από αυτό προκύπτει ένα φαινομενικό δικαίωμα να σκοτώσουν, και όπως έγραφε στο «μανιφέστο» του ο δράστης στα τεμένη στη Νέα Ζηλανδία, «εάν δεν το είχα κάνει εγώ, θα ήμουν ένοχος».
«Η έλλειψη συνείδησης ενοχής δεν παραπέμπει μόνον σε μία ψυχική διαταραχή. Η σύνδεση ψυχικής διαταραχής και ιδεολογικής νομιμοποίησης γίνεται δυνατή μόνον μέσω του διαδικτύου, καθώς ο δράστης αισθάνεται ως τμήμα μίας εικονικής κοινότητας και με τον τρόπο αυτό αντλεί σημαντικό κίνητρο για τις πράξεις του», επισημαίνει ο Αντρέας Πέχαμ.
Σχολιάζοντας τις αλλαγές στον ακροδεξιό χώρο τα προηγούμενα χρόνια, ο Αυστριακός ερευνητής θεωρεί ότι μετά την επίθεση του Μπρέιβικ το 2011, δεν εμφανίζονται «κλασικοί νεοναζιστές», οι οποίοι είναι οργανωμένοι σε ομάδες, αλλά «μεμονωμένοι λύκοι», οι οποίοι προχωρούν μόνοι στις πράξεις τους, και ακριβώς αυτοί οι δράστες, που η ιδεολογία τους σφραγίζεται από ρατσισμό και απανθρωπιά, δεν μπορούν να σχηματίσουν ομάδες εκτός του εικονικού χώρου.