Έναν χρόνο μετά την έναρξη της πανδημίας του νέου κορωνοϊού, ένας στους έξι πολίτες στην Αυστρία εξακολουθεί να πιστεύει ότι ο Covid-19 δεν είναι πιο επικίνδυνος από την εποχική γρίπη, όπως διαπιστώνεται από έρευνα που πραγματοποιήθηκε από το Πανεπιστήμιο της Βιέννης και της οποίας τα αποτελέσματα παρουσιάστηκαν την Τετάρτη.
Από τον Μάιο του 2020, οι επιστήμονες Γιάκομπ-Μόριτς Έμπερλ, Νοέλε Λεμπερνεγκ και Γιούλια Παρτέιμιουλερ ζητούν από τους συμμετέχοντες στις τακτικές δημοσκοπήσεις τους την άποψή τους στη θέση ότι «Ο κορωνοϊός είναι πιο επικίνδυνος από την κανονική γρίπη».
Η πλειοψηφία, περίπου 60% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι αυτή η θέση ισχύει για αυτούς «απολύτως» ή «μάλλον», με το ποσοστό αυτό να αυξάνει με την πάροδο του χρόνου και μάλιστα κατά σχεδόν δέκα εκατοστιαίες μονάδες, ενώ το ποσοστό εκείνων για τους οποίους η θέση αυτή ισχύει «μάλλον όχι» ή δεν ισχύει «καθόλου» ήταν κατά μέσο όρο 16,5% και παρέμεινε σχετικά σταθερό.
Υπάρχουν σαφείς διαφορές μεταξύ των ψηφοφόρων των πολιτικών κομμάτων και ως προς τα εννέα αυστριακά ομόσπονδα κρατίδια, με το περίπου ένα τρίτο (31%) των ψηφοφόρων του ακροδεξιού εθνικιστικού Κόμματος των Ελευθέρων της αντιπολίτευσης να θεωρούν πως ο Covid-19 δεν είναι τίποτε περισσότερο από μία γρίπη.
Στους ψηφοφόρους του Λαϊκού Κόμματος του καγκελάριου Σεμπάστιαν Κουρτς -το οποίο ηγείται της αυστριακής κυβέρνησης συνασπισμού με τους Πράσινους- το ποσοστό εκείνων που είναι αυτής της άποψης (ο Covid-19 δεν είναι τίποτε περισσότερο από μία γρίπη) βρίσκεται στο 14%.
Στους ψηφοφόρους του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης, του Σοσιαλδημοκρατικού, το ποσοστό είναι 12%, σε εκείνους από τους συγκυβερνώντες Πράσινους είναι 9% και στο μικρότερο κόμμα της αντιπολίτευσης, το ΝΕΟΣ, είναι στο 4%.
Κατά τη σύγκριση στα ομόσπονδα κρατίδια, το ποσοστό των ερωτηθέντων που απορρίπτουν τη θέση αυτή είναι 23% στο Τιρόλο, στη Στυρία 21% και στη συνέχεια στα κρατίδια Άνω Αυστρία και Κάτω Αυστρία στο 18% για το καθένα.
Αντίθετα, στη Βιέννη, με ένα 70%, καταγράφεται το μεγαλύτερο ποσοστό των ερωτηθέντων που αξιολογούν τον κορωνοϊό ως πιο επικίνδυνο από τη φυσιολογική γρίπη, και με αυτή τους την εκτίμηση, η οποία συμφωνεί με την επιστήμη, οι Βιεννέζοι είναι σχεδόν 20 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τους πολίτες της Καρινθίας και του Τιρόλου.
Η εκτίμηση ως προς την επικινδυνότητα του κορωνοϊού έχει και τις συνέπειες της, καθώς όσοι θεωρούν τον κορωνοϊό πιο αβλαβή είναι λιγότερο πρόθυμοι να προσαρμόσουν τον τρόπο ζωής τους για να περιοριστεί η πανδημία.
Για παράδειγμα, το 73% των ερωτηθέντων που αξιολογούν τον κορωνοϊό σαφώς πιο επικίνδυνο από τη γρίπη είναι επίσης πρόθυμοι να αλλάξουν τον τρόπο ζωής τους. Αντίθετα, το 68% των ερωτηθέντων που αξιολογούν τον κορωνοϊό ως «καθόλου» πιο επικίνδυνο, δεν είναι πρόθυμοι να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους για να περιοριστεί η πανδημία.
Επίσης οι άνθρωποι που αναγνωρίζουν τη διαφορά μεταξύ COVID-19 και φυσιολογικής γρίπης είναι πιο πρόθυμοι να ακολουθήσουν προστατευτικά μέτρα και να προσαρμόσουν ανάλογα τη συμπεριφορά τους.
Στα αποτελέσματα της έρευνας τους, οι επιστήμονες του Πανεπιστημίου Βιέννης βλέπουν ενδείξεις για βελτίωση της επικοινωνίας κρίσεων , επισημαίνοντας ότι «παρόλο που τα γεγονότα σχετικά με τον κίνδυνο του ιού είναι σαφή, αυτό δεν φαίνεται να συνειδητοποιείται σε όλες τις ομάδες πληθυσμού στην Αυστρία ή δεν φαίνεται να θέλουν να το αποδεχτούν όλοι» και αυτό συνιστά μία πρόκληση για τους αρμόδιους των κομμάτων και των ομόσπονδων κρατιδίων.
«Σε σύγκριση με τους ιούς της γρίπης, το SARS-CoV-2 αποδείχθηκε πιο επικίνδυνο από πολλές απόψεις» τονίζουν οι ίδιοι και παραπέμπουν στον σημαντικά υψηλότερο αριθμό αναπαραγωγής, ως αποδεικτικό στοιχείο, όπως επίσης στην πολύ περισσότερο συχνότερη θνησιμότητα, επικαλούμενοι, για παράδειγμα, τα στοιχεία της Αυστριακής Στατιστικής Υπηρεσίας, σύμφωνα με τα οποία μέσα στην προηγούμενη χρονιά πέθαναν κατά 10,9% περισσότεροι άνθρωποι από τον μέσο όρο των περασμένων πέντε ετών.
Πηγή: AMΠΕ