Δώδεκα από τα δεκαπέντε κράτη μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών καταδίκασαν χθες τη συνέχιση της «καταπίεσης» των γυναικών στο Αφγανιστάν, εκφράζοντας ανησυχία για τον νέο νόμο για τα ήθη που κρίνουν ότι υπονομεύει την προοπτική η χώρα της νοτιοανατολικής Ασίας να «επανενταχθεί» στη διεθνή κοινότητα.
Με κοινή διακήρυξή τους, η Βρετανία, η Γαλλία, η Γουιάνα, η Ελβετία, οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία, ο Ισημερινός, η Μάλτα, η Μοζαμβίκη, η Νότια Κορέα, η Σιέρα Λεόνε και η Σλοβενία —η πλειοψηφία του Συμβουλίου Ασφαλείας, δεν προσυπέγραψαν το κείμενο η Αλγερία, η Κίνα και η Ρωσία— εξέφρασαν τη «βαθιά ανησυχία τους για (…) τον λεγόμενο ‘νόμο περί ηθών’ ο οποίος ανακοινώθηκε από τους Ταλιμπάν».
«Θα θέλαμε να επιμείνουμε στο γεγονός ότι οι ενέργειες αυτού του είδους από πλευράς των Ταλιμπάν απλούστατα υπονομεύουν τις προσπάθειες της διεθνούς κοινότητας να διεξαγάγει διάλογο μαζί τους (…) ώστε να επικρατήσει η ειρήνη εντός Αφγανιστάν και με τους γείτονές του» και η χώρα «να επανενταχθεί στους κόλπους της διεθνούς κοινότητας», αναφέρει το κείμενο που ανέγνωσε στον Τύπο ο Ιάπωνας πρέσβης στα Ηνωμένα Έθνη, ο Γιαμαζάκι Καζουγιούκι.
«Καταδικάζουμε με τον πλέον σθεναρό τρόπο τη συνέχιση από τους Ταλιμπάν των συστηματικών διακρίσεων βάσει του φύλου και την καταπίεση των γυναικών και των κοριτσιών» στη χώρα, προσθέτει το κείμενο.
Οι δώδεκα χώρες παρότρυναν τη de facto κυβέρνηση των Ταλιμπάν να «ακυρώσει το ταχύτερο όλες τις πολιτικές και τις πρακτικές» που περιστέλλουν τα δικαιώματα των γυναικών.
Ο νόμος που προώθησαν οι Ταλιμπάν για την «προώθηση της αρετής και την πρόληψη της ανηθικότητας» ρυθμίζει διάφορες πτυχές της ζωής των πολιτών του Αφγανιστάν βάσει της ερμηνείας που κάνει το καθεστώς τους στον ισλαμικό νόμο, τη σαρία.
Το νομοθέτημα, που έχει θορυβήσει πολλούς πολίτες της χώρας και υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μεταξύ άλλων προβλέπει πως η φωνή των γυναικών δεν πρέπει να ακούγεται εκτός του σπιτιού τους, ενώ ορίζει πως υποχρεούνται να καλύπτουν το σώμα τους από την κορυφή μέχρι τα νύχια αν πρέπει να βγουν από το σπίτι, κάτι που επιτρέπεται μόνο σε περιπτώσεις «ανάγκης».