Είναι γνωστό ότι σε όλον τον κόσμο οι γυναίκες ζουν περισσότερα χρόνια από τους άνδρες, αλλά αυτό δεν συνέβαινε πάντα.
Μία νέα αμερικανική μελέτη εκτιμά ότι αυτό άρχισε να συμβαίνει διεθνώς κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα. Η βασική αιτία ήταν -και πιθανώς είναι ακόμη- ότι οι άνδρες εμφανίζουν μεγαλύτερη πιθανότητα καρδιαγγειακού θανάτου.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια Γεροντολογίας Αϊλίν Κρίμινς του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνια, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στα «Πρακτικά της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών» (PNAS) των ΗΠΑ, ανέλυσαν στοιχεία για τις γεννήσεις ανθρώπων μεταξύ 1800-1935 σε 13 ανεπτυγμένες χώρες.
Η μελέτη δείχνει ότι διαχρονικά οι θάνατοι και των δύο φύλων εμφανίζουν πτωτική τάση, όμως μετά το 1880 ο ρυθμός μείωσης των θανάτων των 40χρονων γυναικών ήταν έως 70% μεγαλύτερος από ό,τι των 40χρονων ανδρών. Η τάση αυτή συνεχίσθηκε κι έτσι σταδιακά υπήρξε η «ψαλίδα» στο προσδόκιμο ζωής υπέρ του «ασθενούς» φύλου.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, «ενώ το μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής για τις γυναίκες θεωρείται σήμερα φυσιολογικό, στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα δημογραφικό φαινόμενο, το οποίο έκανε την εμφάνισή του μεταξύ των ανθρώπων στο τέλος του 19ου αιώνα».
Για παράδειγμα, για τους άνδρες και τις γυναίκες που γεννήθηκαν πριν από το 1840, τα ποσοστά και η ηλικία θανάτων ήταν περίπου ίδια. Όμως, για όσους γεννήθηκαν μεταξύ 1840-1900 τα ποσοστά θανάτων μεταξύ των ανδρών 50 έως 70 ετών ήταν μιάμιση φορά μεγαλύτερα σε σχέση με τις γυναίκες ίδιας ηλικίας. Για όσους γεννήθηκαν μετά το 1900, ο ρυθμός θανάτων ήταν πια διπλάσιος έναντι των συνομήλικων γυναικών.
Οι καρδιαγγειακές παθήσεις ήταν η κύρια αιτία για τους πιο πρόωρους θανάτους ανδρών, καθώς τα εμφράγματα και τα εγκεφαλικά ήταν συχνότερα στο «ισχυρό» φύλο. Από βιολογική άποψη οι άνδρες ήταν πιο ευάλωτοι από καρδιαγγειακή άποψη (πιθανώς και λόγω γενετικών διαφορών σε σχέση με τις γυναίκες), κάτι που έγινε ορατό, όταν χάρη στις προόδους της σύγχρονης ιατρικής μετά το τέλος του 19ου αιώνα άρχισαν να μειώνονται οι θανατηφόρες λοιμώξεις από διάφορα μικρόβια. Επίσης η σταδιακή βελτίωση της διατροφής φαίνεται πως είχε συγκριτικά πιο θετική επίδραση στις γυναίκες παρά στους άνδρες.