Πάρα πολλοί άνθρωποι οι οποίοι γυμνάζονται συστηματικά καταλήγουν να έχουν περισσότερο βάρος από ό,τι όταν ξεκίνησαν την άσκηση. Μάλιστα, το πρόσθετο βάρος συχνά δεν είναι έξτρα μυς, αλλά περισσότερο λίπος. Άρα, η γυμναστική είναι καλή για την υγεία αλλά όχι κατ’ ανάγκη και για αδυνάτισμα, αν δεν συνοδεύεται από κάποια δίαιτα.

Σε αυτήν τη διαπίστωση κατέληξε μια νέα έρευνα από επιστήμονες του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Αριζόνα, με επικεφαλής τον καθηγητή διατροφολογίας Γκλεν Γκέσερ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Journal of Strength and Conditioning Research», σύμφωνα με τους «Τimes» της Νέας Υόρκης.

Θεωρητικά, όταν γυμνάζεται κάποιος τακτικά, καίει περισσότερες θερμίδες και λίπος από όσο καταναλώνει, συνεπώς αδυνατίζει σιγά σιγά. Στην πραγματικότητα όμως, σύμφωνα με τους ερευνητές, έχει παρατηρηθεί ότι, όχι σπάνια, καταλήγει να βάλει κιλά, αντί να χάσει. Οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμη κατανοήσει πλήρως γιατί η άσκηση βοηθά μερικούς ανθρώπους να γίνουν πιο αδύνατοι και άλλους όχι, ενώ σε ορισμένους έχει ακριβώς το αντίθετο (και ανεπιθύμητο) αποτέλεσμα.

Η νέα έρευνα μελέτησε 81 υγιείς γυναίκες που έκαναν καθιστική ζωή και ήταν υπέρβαρες, ενώ καμία δεν είχε ασκηθεί σωματικά το προηγούμενο έτος. Οι γυναίκες έπρεπε να αρχίσουν στο εργαστήριο ένα κοινό πρόγραμμα σωματικής άσκησης, χωρίς να αλλάξουν τις διατροφικές τους συνήθειες. Το πρόγραμμα περιλάμβανε άσκηση 30 λεπτών τρεις φορές την εβδομάδα επί 12 εβδομάδες.

Στο τέλος, όλες οι γυναίκες -όπως έδειξαν τα σχετικά τεστ- ήταν σε πολύ καλύτερη αεροβική κατάσταση, αλλά το παράδοξο ήταν πως αρκετές ήταν πιο παχιές. Σχεδόν το 70% εξ αυτών είχε προσθέσει έστω λίγο επιπλέον μάζα λίπους και αρκετές είχαν βάλει έως πέντε κιλά παραπάνω, κυρίως έξτρα λίπος και όχι περισσότερους μυς. Λίγες μόνο γυναίκες είχαν γίνει πιο αδύνατες και εξίσου λίγες είχαν διατηρήσει το αρχικό τους βάρος.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι όσες γυναίκες είχαν απολέσει βάρος ήδη κατά τις τέσσερις πρώτες εβδομάδες της άσκησης συνέχισαν να χάνουν και μετά, κάτι που δεν συνέβη με τις υπόλοιπες. «Αυτό πρακτικά σημαίνει», όπως είπε ο Γκλεν Γκέσερ, ότι «όποιος -ή όποια- θέλει να χάσει βάρος με την άσκηση καλά θα κάνει να ελέγχει τη ζυγαριά μετά τον πρώτο μήνα. Αν σε εκείνο το σημείο το βάρος παραμένει αμετάβλητο ή έχει αυξηθεί, τότε κανείς θα πρέπει να στραφεί στη δίαιτα και σε άλλες δραστηριότητες», επειδή έχει πια διαφανεί ότι δεν πρόκειται να χάσει βάρος μόνο με τη γυμναστική.

Αν και η έρευνα δεν συμπεριέλαβε άνδρες, υπάρχουν ήδη ενδείξεις από προηγούμενες μελέτες ότι και αυτοί, όπως οι γυναίκες, όχι σπάνια αυξάνουν το βάρος τους μόλις ξεκινάνε να γυμνάζονται. Σε κάθε περίπτωση πάντως, όπως είπε ο καθηγητής διατροφολογίας, η σωματική άσκηση φέρνει περισσότερη υγεία, έστω και αν δεν εξασφαλίζει το αδυνάτισμα.

Οι επώνυμες δίαιτες πάσχουν σε βάθος χρόνου

Οι πολυδιαφημισμένες και «αιρετικές» δίαιτες, που υπόσχονται θαύματα, χωρίς καν κάποιος να κάνει αυτά που συνήθως θεωρούνται απαραίτητα, όπως να μην τρώει λιπαρά και να μην ασκείται, έχουν αρχικά όντως θετικά αποτελέσματα, όμως έπειτα από δύο χρόνια τα περισσότερα -αν όχι όλα- χαμένα κιλά έχουν επανέλθει στη… θέση τους. Αυτό διαπίστωσε μια νέα καναδική επιστημονική έρευνα, η οποία υποστηρίζει ότι τελικά μάλλον θα πρέπει να επιμείνει κάποιος στον «παραδοσιακό» τρόπο, δηλαδή στις κλασικές δίαιτες, σε συνδυασμό με τη σωματική άσκηση.

Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου ΜακΓκιλ, με επικεφαλής τον καθηγητή ιατρικής Μαρκ Άιζενμπεργκ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο καρδιολογικό περιοδικό «Circulation: Cardiovascular Quality and Outcomes», σύμφωνα με τη βρετανική «Telegraph», συνέκριναν τέσσερις δημοφιλείς διαφημιζόμενες δίαιτες (Atkins, Weight Watchers, South Beach και Zone) με τις παραδοσιακές μεθόδους αδυνατίσματος (λίγη τροφή χωρίς λιπαρά κ.λπ.) και με τη σωματική άσκηση.

Η ανάλυση των σχετικών μικρών κλινικών δοκιμών που υπάρχουν έδειξε ότι, αν και οι τέσσερις δίαιτες, η καθεμία με τη δική της ξεχωριστή μέθοδο, πέτυχαν να μειώσουν το βάρος βραχυπρόθεσμα (έπειτα από ένα έτος), αυτό σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου επανήλθε. Οι ερευνητές συμπέραναν ότι θα ήταν μάλλον καλύτερα αν οι άνθρωποι φρόντιζαν να κόψουν τα λιπαρά και παράλληλα να γυμνάζονται.

Επιπλέον, οι τέσσερις επώνυμες δίαιτες δεν φάνηκε να έχουν κάποια διαφορά μεταξύ τους, όσον αφορά στη βελτίωση ζωτικών δεικτών στο αίμα (χοληστερίνης, αρτηριακής πίεσης, σακχάρου κ.ά.). Ο Άιζενμπεργκ ανέφερε ότι πρέπει να γίνουν πλέον μεγάλες κλινικές δοκιμές, που να συγκρίνουν άμεσα τις κυριότερες δίαιτες, ώστε να ριχτεί περισσότερο φως στους ισχυρισμούς των δημιουργών τους, πως η μέθοδός τους μειώνει σημαντικά το βάρος και τον καρδιαγγειακό κίνδυνο.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ