Υπάρχουν κορίτσια που όταν συναντούν τους γονείς του φίλου τους, γίνονται όλοι μια οικογένεια και η ζωή τους κυλά σαν διαφημιστικό σποτ με τρεις γενιές γυναικών σε μια τεράστια κουζίνα να φουρνίζουν κουλουράκια και να πασπαλίζουν η μία την άλλη με αλεύρι για όλες τις χρήσεις, γελώντας εκστασιασμένες (οι άντρες της οικογένειας είναι κι αυτοί πανευτυχείς, αλλά με τόσα κουλουράκια που έχουν φάει, απλώς δεν χωράνε στο πλάνο).

Εγώ τις λέω «νύφες», κι αν ανήκεις σε αυτή την κατηγορία, άλλαξε αμέσως σελίδα, γιατί αυτό το άρθρο είναι γραμμένο για κάτι άλλα κορίτσια, που δύσκολα θα αξιωθούν τέτοιες στιγμές οικογενειακής ευτυχίας. Βλέπεις, κάθε τους επίσκεψη στο πατρικό του αγαπημένου τους μοιάζει με περίπατο στο Δρόμο με τις Λεύκες, μεσάνυχτα Παρασκευής και 13. Αυτές τις λέω «κακονύφες», όχι γιατί είναι κακές, αλλά γιατί πάντα κακοπαθαίνουν.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Αν έκαναν σύλλογο, θα ήμουν σίγουρα πρόεδρος και θα επέλεγα τα μέλη κάνοντας μία και μόνο, απλή ερώτηση: «Πες μου, Μαρία παιδί μου (ως πρόεδρος διατηρώ το προνόμιο μιας κατά κάποιον τρόπο αφ’ υψηλού προσέγγισης), μήπως οι δικοί του βγάζουν φλύκταινες όταν ακούνε τ’ όνομά σου;». «Ναι, ναι!» «Καλώς ήρθες, Μαρία. Σε αυτόν το σύλλογο η ηλικία και η οικογενειακή κατάσταση δεν μετράνε. Τα μέλη μας είναι από 15 έως 65 ετών, από απλώς ερωτευμένες έως παντρεμένες. Και τώρα κλάψε στον ώμο μου να ξαλαφρώσεις».

Και τώρα πρέπει να στηρίξω την υποψηφιότητά μου για την προεδρία. Εύκολο. Ήμουν 18 και τρελά ερωτευμένη, με το είδος του έρωτα που δεν πτοείται από αποστάσεις οποιασδήποτε μορφής. O Γιώργος, γόνος αστικής οικογενείας, ήταν φοιτητής στην Αθήνα κι εγώ ζούσα στην ίδια πόλη με τους γονείς του. Επί 7 μήνες βρισκόμασταν κάθε Σαββατοκύριακο, πότε στη μία πόλη και πότε στην άλλη. Στα ενδιάμεσα υποφέραμε που έπρεπε να είμαστε μακριά. Εγώ έμενα μόνη σε ένα μικρό διαμέρισμα και δούλευα βράδυ, προσπαθώντας να μαζέψω χρήματα για να κάνω τα δεκάδες όνειρά μου πραγματικότητα.
Ήταν Χριστούγεννα, τα πρώτα που περνούσα μόνη μου, και η διάθεσή μου δεν ήταν καθόλου γιορτινή. Στο πρόγραμμα δεν υπήρχαν οικογενειακά τραπέζια, δώρα και στολισμένα δέντρα.

Η πρόσκληση της μαμάς του να φάμε μαζί το μεσημέρι των Χριστουγέννων ήταν μια ευχάριστη έκπληξη. O Γιώργος τής είχε μιλήσει για μένα – έπρεπε να δικαιολογήσει με κάποιον τρόπο τις συχνές επισκέψεις του στην πόλη και τις ολονύχτιες απουσίες του από το πατρικό. Κι εκείνη είχε σκεφτεί ότι θα ήταν κρίμα να περάσω τέτοιες μέρες μόνη μου. Τι γλυκός άνθρωπος, σκέφτηκα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Έφτασα στην πόρτα του τεράστιου σπιτιού τους στην ώρα μου. Ντύσιμο απολύτως comme il faut, διακριτικό μακιγιάζ, το δωράκι για την οικοδέσποινα στα χέρια μου κι ένα τεράστιο, αγχωμένο χαμόγελο στο πρόσωπό μου. Η μητέρα του μου άνοιξε την πόρτα και με το παγωμένο «Χαίρω πολύ» που μου απηύθυνε κατάλαβα.

O μόνος λόγος που με είχε καλέσει ήταν για να δει με τα μάτια της ποια ήταν η παρακατιανή, αμόρφωτη που είχε τυλίξει το γιόκα της. Χαιρέτησα τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, που by the way ήταν σούπερ ευγενικά, και κατευθυνθήκαμε στο τραπέζι. Καθ’ όλη τη διάρκεια του γεύματος η οικοδέσποινα με κοιτούσε άλλοτε με τη σιχασιά που παρατηρείς το αποκρουστικό έντομο στο σιφόνι του εξοχικού σου και άλλοτε όπως κοιτάζεις έναν native Ινδιάνο που διακτινίστηκε στην Oμόνοια μέρα μεσημέρι. Έβλεπα στο βλέμμα της την ειλικρινή απορία για το πώς ένας άνθρωπος μη αστικής καταγωγής είναι δυνατόν να μη ρουφάει με θόρυβο τη σούπα του ή να τρώει χρησιμοποιώντας πιρούνι ΚΑΙ μαχαίρι.

Πέρασα δύο βασανιστικές ώρες κάνοντάς της αμήχανα κομπλιμέντα για την εξαιρετική γαλοπούλα -εξαιρετική απομίμηση λάστιχου-, ευχαριστώντας για την καλοσύνη τους να μοιραστούν τη μέρα μαζί μου και κάνοντας συνειδητή προσπάθεια να διατηρήσω το χαμόγελο-τατουάζ. Η δεύτερη φράση που μου απηύθυνε η οικοδέσποινα ήταν ένα «Καληνύχτα» με σφιγμένα δόντια.

Η συνέχεια ήταν αναμενόμενη. Σύντομα μετακόμισα στην Αθήνα, στο σπίτι του Γιώργου. Περάσαμε δύο υπέροχα χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων η μητέρα του δεν σταμάτησε να τον πρήζει για τις λάθος επιλογές του. Πότε ήταν οι σπουδές που έμεναν πίσω, πότε το ότι δεν ήμουν «της τάξης τους» και «Τι κοινά έχεις εσύ μ’ αυτήν, ε;». Κάθε μου προσπάθεια να τη γλυκάνω έπεφτε πάνω στο ίδιο απαξιωτικό βλέμμα, που έλεγε: «Αν νομίζεις ότι μεγάλωσα το γιο μου στα πούπουλα για να τον τυλίξεις εσύ, κάνεις λάθος. Σκουπίδι!»

Ομολογώ ότι σύντομα έπαψε να μου καίγεται καρφί. Ίσως επειδή στην ηλικία των 20 οι ορμόνες μου έκαναν ένα ατελείωτο πάρτι και το λιγότερο που με ενδιέφερε ήταν η έγκριση της μαμάς του. Εκτός από την ανακάλυψη του σεξ, βεβαίως είχα και τα όνειρά μου να κυνηγήσω? και το έκανα με τόση αυτοπεποίθηση, που οι προσβολές της δεν μπορούσαν να με αγγίξουν.

Σημαντικό ρόλο έπαιξε και η στάση του Γιώργου, που με προφύλασσε όσο μπορούσε από εκείνη. Ευτυχώς είχε ξεπεράσει το οιδιπόδειο στη σωστή ηλικία, εκεί γύρω στα 6 του, και μπορούσε να καταλάβει ότι η μαμά του ήταν άδικη απέναντί μου. Τι είναι το οιδιπόδειο; Μα πού ήσουν όταν ο Σάκης τραγουδούσε «Θέλω να με έχεις και γκόμενο και γιοοοο»;

Ακολούθησαν αρκετές ακόμη συναντήσεις με γονείς φίλων μου. Κάθε φορά πήγαινα να τους γνωρίσω με την πρόθεση να τους γοητεύσω. Πίστευα ότι είχα όλα τα φόντα για να το κάνω: Συμπαθητική κατά γενική ομολογία, πάντοτε εμφανιζόμουν περιποιημένη και με το δωράκι μου ανά χείρας, έχοντας κάνει το απαραίτητο homework, για να μην ξεμείνουμε από θέματα συζήτησης, με τον καλό μου λόγο για τα κυριακάτικα κοκκινιστά και με όλη την καλή διάθεση να κάνω το γιο τους ευτυχισμένο. Και κάθε φορά γυρνούσα σπίτι με την επίγνωση ότι ο όρος «κακιά πεθερά», όσο κλισέ κι αν ακούγεται, είναι πραγματικότητα.

Περιορίζομαι στην «πεθερά», γιατί όσο κι αν έψαξα, «κακοπεθερούς» δεν βρήκα (θες γιατί έχουν άλλα πράγματα ν’ ασχοληθούν, θες γιατί δεν τολμούν να μιλήσουν, θες γιατί το προσδόκιμο ζωής των αντρών είναι μικρότερο, δεν ξέρω).

Πάντα η μία, η μοναδική, η Ελληνίδα Μάνα ήταν στο δρόμο μου, να μου θυμίζει με κάθε δυνατό τρόπο (bitchy σχόλια, δολοφονικά βλέμματα, παγωμένες σιωπές) ότι ποτέ δεν θα γινόμουν αρκετά καλή για να σταθώ πλάι στο γιο της. Στις περιπτώσεις, δε, που υπήρχε και μεγαλύτερη αδελφή, μάνα και κόρη έκαναν το σούπερ ντουέτο, πιπιλίζοντας τα αφτιά του φίλου μου ότι σίγουρα μπορεί να βρει κάτι καλύτερο.

Έφτιαξα και μια θεωρία για να επαναλαμβάνω ως θηλυκή Φρόιντ στις κακονύφες φίλες μου που, όντας λιγότερο χοντρόπετσες από μένα, έκλαιγαν και οδύρονταν στον καναπέ μου κάθε φορά που μια Πεθερά από την Κόλαση έκανε τη ζωή τους δύσκολη και τη σχέση τους πεδίο μάχης. Λοιπόν, η Πεθερά από την Κόλαση δεν είναι παρά μια γυναίκα ερωτευμένη με τον κανακάρη της. Συνήθως, η σχέση με τον άντρα της είναι από προβληματική έως ανύπαρκτη.

Επομένως, όλη η ανάγκη της για στοργή, φροντίδα και προδέρμ, εφόσον δεν βρίσκει τον κανονικό αποδέκτη, μεταβιβάζεται στο γιο. Φαντάσου λοιπόν τον τρόμο της όταν μια άλλη γυναίκα -εσύ- απειλεί να πάρει τη θέση της στη ζωή του. O φόβος της μη χάσει την προσοχή και την αγάπη του την προικίζει με ένα αστείρευτο ταλέντο στην επινόηση μεθόδων που θα καταστρέψουν τη σχέση σας. Επομένως, μην το παίρνεις προσωπικά. Δεν μισεί εσένα συγκεκριμένα. Θα μισούσε οποιαδήποτε στη θέση σου.

«Καλή πεθερά είναι η μουγκή πεθερά». Λέτε;  Oι συγγενείς του συντρόφου σου είναι συνήθως σημαντικά πρόσωπα στη ζωή του. Ακόμη κι αν σε δυσκολεύουν, οφείλεις -στον εαυτό σου και στη σχέση σου- να προσπαθήσεις να το χειριστείς. Πώς; Χέρι που δεν μπορείς να δαγκώσεις, φίλησέ το.

Στην περίπτωση της πεθεράς θυμήσου τη θεωρία της ερωτευμένης Μάνας. Όσο νιώθει ότι πας να υψώσεις έναν τοίχο ανάμεσα σ’ εκείνη και το γιο της, τόσο τον διεκδικεί. Φαντάσου το ξάφνιασμά της αν απλώς ανοίξεις την πόρτα. Πρότεινέ της π.χ. να σας ακολουθήσει σε μια έξοδό σας. Ακόμη κι αν αρνηθεί, το αγόρι σου θα σε λατρέψει που το πρότεινες. Μη διστάσεις να την ξανακαλέσεις.

Με τον καιρό θα πάρει απόφαση ότι α) δεν αποτελείς σοβαρή απειλή ή β) όσο κι αν δεν σε θέλει, είναι μάλλον απίθανο να εξαφανιστείς από τη ζωή του γιου της.

Στις ανίατες περιπτώσεις, τώρα, ως βετεράνος του είδους προτείνω:

– Κράτα μια ευγενική απόσταση. Διαφορετικά, η υποχωρητική συμπεριφορά σου μπορεί να ερμηνευτεί ως σημάδι αδυναμίας και να δώσει το πράσινο φως για μεγαλύτερες προσβολές.

– Μην κατηγορείς το φίλο σου. Εξήγησέ του ειλικρινά πώς νιώθεις (ελπίζω κάτι να έχει προσέξει κι αυτός), χωρίς να μουρμουρίζεις συνεχώς και να του ζητάς να τη βάλει στη θέση της. Ήδη νιώθει πιεσμένος ανάμεσα στις δύο πιο σημαντικές γυναίκες της ζωής του.

– Ζήτα βοήθεια. Αν και δεν είναι εκείνος υπεύθυνος για την παρανοϊκή συμπεριφορά της μαμάς του, εντούτοις μπορεί να κάνει ένα δυο πράγματα που θα βοηθήσουν την κατάσταση? όπως το να μη σας αφήσει ποτέ μόνες σε ένα δωμάτιο με αιχμηρά αντικείμενα.

– Μη ζητιανεύεις την αποδοχή. Η σχέση σου μπορεί να συνεχιστεί για χρόνια και ποτέ να μην καταφέρεις να κερδίσεις την αποδοχή των δικών του. Σκέψου τον εαυτό σου σαν παγωτό φιστίκι. Σε κάποιους δεν αρέσει το παγωτό φιστίκι, κι αυτό είναι μια πραγματικότητα που δεν πρέπει να σε στενοχωρεί. Αντιθέτως, να χαίρεσαι που ο αγαπημένος σου λατρεύει τη συγκεκριμένη γεύση.

Από εμάς καλά πεθεροξεμπερδέματα…

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης