Τον ξυλοδαρμό του Χιλιανού μέσα στο Αστυνομικό Τμήμα Ακροπόλεως, περιγράφουν στις προανακριτικές απολογίες τους ένας 23χρονος αστυνομικός και ένας 26χρονος ειδικός φρουρός που θα λογοδοτήσουν αύριο στον ανακριτή για απλή συνέργεια σε βασανιστήρια.
«Μπαίνοντας μέσα στον προθάλαμο των κρατητηρίων, σε ένα παγκάκι, καθόταν ένας κρατούμενος, αν θυμάμαι καλά φορώντας χειροπέδες και δύο αστυνομικοί τον χτυπούσαν με κλωτσιές, γροθιές και με μία ελαστική ράβδο σε διάφορα σημεία του σώματός του. Σε ερώτησή μας γιατί τον χτυπούν μας απάντησαν ότι επιτέθηκε στον σκοπό, ήταν αντιδραστικός και προσπάθησε να φύγει. Όπως στη συνέχεια πληροφορήθηκα ο ένας από τους δύο αστυνομικούς που χτυπούσε τον κρατούμενο ήταν ο Α.Π. Μετά από αυτό αποχωρήσαμε διότι δεν είχαμε άλλη αρμοδιότητα εκεί και θεωρώντας ότι όλες οι ενέργειες των αστυνομικών ήταν οι ενδεδειγμένες», αναφέρει ο 26χρονος ειδικός φρουρός.
Τον ειδικό φρουρό Α.Π. (Αλέξανδρο Παπαπέτρου) «καίει» και ο 23χρονος αστυνομικός ο οποίος υποστηρίζει: «Ακούσαμε ότι στο δεύτερο όροφο όπου βρίσκονται τα κρατητήρια κάποιος κρατούμενος δημιούργησε επεισόδιο, ανεβήκαμε τρέχοντας και όταν φθάσαμε στον προθάλαμο των κρατητηρίων, είδα κάποιον άνθρωπο να φωνάζει προκλητικά και μετά τον Α.Π. να τον κτυπάει με την αστυνομική ράβδο του. Ρώτησα τι έγινε και μου είπε ότι του επιτέθηκε προσπαθώντας να αποδράσει και τον δάγκωσε στο χέρι και για το λόγο αυτό ήδη είχε αναφέρει σχετικά στον αξιωματικό υπηρεσίας για το σχηματισμό δικογραφίας».
Οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι αρνούνται τον ξυλοδαρμό και ισχυρίζονται ότι ο Χιλιανός ήταν αυτός που δημιουργούσε προβλήματα. «Άκουσα τον ειδικό φρουρό Α.Π. που φώναξε βοήθεια και έσπευσα. Είδα τον Χιλιανό να έχει πέσει πάνω του, πήρα τις χειροπέδες και του τις φόρεσα. Μαζί τον ηρεμήσαμε και τον βάλαμε να καθίσει σε μία καρέκλα», είναι ο ισχυρισμός ενός ακόμη ειδικού φρουρού που είναι κατηγορούμενος.
Άλλοι πάντως συνάδελφοί τους αναφέρουν στις καταθέσεις τους ότι ο Χιλιανός «ήταν ήσυχος» χωρίς να παραπονεθεί για κάτι. Αποκαλυπτικός πάντως είναι ο Χιλιανός ο οποίος εξιστορεί με λεπτομέρειες την κακοποίηση που δέχθηκε στο Αστυνομικό Τμήμα.
Όλα ξεκίνησαν όταν ζήτησε να τηλεφωνήσει και το καρτοτηλέφωνο δεν λειτουργούσε, όπως λέει. «Ο αστυνομικός μπήκε τότε στο κρατητήριο και μου έδωσε δύο χαστούκια και με έβγαλε από το κρατητήριο. Εγώ νόμιζα ότι θα με πήγαινε στο τηλέφωνο. Πράγματι εκείνος με πήγε στο γραφείο απέναντι από το κελί αλλά έκλεισε την πόρτα και έβγαλε το κλομπ. Στο γραφείο τότε δεν υπήρχε κάποιος άλλος αστυνομικός, που να με χτυπούσε αρχικά. Βρίσκονταν όμως στο γραφείο άλλοι τρεις αστυνομικοί με στολή οι οποίοι κοιτούσαν. Ο αστυνομικός που με έβγαλε έξω από το κελί με χτύπησε με το κλομπ στο αριστερό μου μπράτσο αρχικά και σε άλλα σημεία του σώματός μου που δεν θυμάμαι ακριβώς. Εγώ αντέδρασα και τον έσπρωξα στον τοίχο, όπου τον συγκράτησα εκεί και τον ρωτούσα ισπανικά για ποιο λόγο με χτυπούσε. Τότε σηκώθηκαν και οι άλλοι τρεις αστυνομικοί και με χτυπούσαν όλοι μαζί με κλομπ, κλωτσιές και μπουνιές. Εγώ προσπάθησα να φύγω από το γραφείο με σκοπό να επιστρέψω στο κελί μου αλλά αυτό ήταν αδύνατο. Μετά από δέκα λεπτά όπου με χτυπούσαν και οι τέσσερις μαζί και εγώ ούρλιαζα ήρθαν από τη σκάλα από τον κάτω όροφο και άλλοι τρεις αστυνομικοί, όλοι άνδρες που φορούσαν αλεξίσφαιρα γιλέκα και με χτυπούσαν και οι επτά μαζί. Πριν αρχίσουν να με χτυπούν και οι τρεις αστυνομικοί που αρχικά ήταν στο γραφείο μου έβαλαν χειροπέδες και τις φορούσα όσο χρόνο με χτυπούσαν… Μετά από τρεις ώρες περίπου όπου με χτυπούσαν εναλλάξ όλοι οι παραπάνω εγώ είχα δεμένα τα χέρια μου πίσω… Πότε με χτυπούσαν δύο και οι υπόλοιποι κοιτούσαν, και πότε ένας-ένας».
Όπως αναφέρει ο Χιλιανός ο ξυλοδαρμός του συνεχίστηκε ακόμη και μετά την επίσκεψη που δέχτηκε από μία δικηγόρο από οργάνωση για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
«Αυτός ο αστυνομικός που αρχικά με έβγαλε από το κελί, μου ξαναέβαλε χειροπέδες με κάθισε στον πάγκο που με είχε βάλει αρχικά και άρχισε πάλι να χτυπά πότε με το γκλομπ και πότε με κλωτσιές.
Μετά από λίγο σταματούσε αυτός και με χτυπούσαν οι υπόλοιποι που φορούσαν αλεξίσφαιρα. Πριν με ξαναπάνε στο κελί μου αυτός που αρχικά με έβγαλε από αυτό, μου φόρεσε ένα κράνος και με χτυπούσε με τα χέρια του στο κεφάλι μου πάνω από το κράνος. Περισσότερο από όλους τους άλλους αυτός με χτύπησε…
Από περίπου χθες στις 5 το απόγευμα μέχρι σήμερα το πρωί ήμουν μέσα στο κελί μου ξαπλωμένος και το βράδυ έκανα εμετό και έφτυνα αίμα…».
Ένας Ιρακινός κρατούμενος στο Αστυνομικό Τμήμα μιλά στην κατάθεσή του για τις φωνές που άκουγε όσο διαρκούσαν τα βασανιστήρια. «Για μισή ώρα ακούγαμε το Χιλιανό να φωνάζει δυνατά, να κραυγάζει από πόνο και πολύ φασαρία από κτυπήματα και φωνές αστυνομικών ή άλλων, αφού δεν μπορούσαμε να δούμε», αναφέρει.