Την ποινή της απόλυσης που είχε επιβληθεί σε διευθύντρια των αγροτικών φυλακών Κασσαβέτειας Βόλου, το Γ΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας τη μετέτρεψε σε πρόστιμο 3 μηνιαίων αποδοχών.

Η πρώην διευθύντρια των φυλακών απολύθηκε, λόγω των πειθαρχικών παραπτωμάτων που είχε διαπράξει, όπως είναι οι πολύωρες μεταμεσονύκτιες επισκέψεις κρατούμενου στο γραφείο της, η ύπαρξη ληγμένων φαρμάκων, κ.λπ.

Ειδικότερα, η πειθαρχική διαδικασία κατά της πρώην διευθύντριας ξεκίνησε μετά από καταγγελία κρατούμενου ότι του χορηγούσαν ληγμένα φάρμακα. Μετά τη καταγγελία αυτή, πραγματοποιήθηκε αιφνιδιαστικά στη φυλακή έλεγχος από τη νομαρχιακή διεύθυνση υγείας και βρέθηκε ποσότητα ληγμένων φαρμάκων τα οποία ήταν μαζί με τα μη ληγμένα.

Η έκθεση της υγειονομικής επιθεώρησης (30.6.2010) χαρακτήρισε την εικόνα που επικρατούσε στη φυλακή ως «βεβαρυμμένη υγειονομική κατάσταση», καθώς διαπίστωσε την ύπαρξη μεγάλου αριθμού μυγών στα μαγειρεία, ενώ τα σκεύη ήταν στο δάπεδο και πλενόντουσαν με πλαστικό σωλήνα νερού στο πάτωμα του εξωτερικού χώρου των μαγειρείων, ενώ οι εσωτερικοί τοίχοι και το ταβάνι ήταν ρυπαροί και φθαρμένοι.

Ακόμη, από τον οικονομικό έλεγχο που πραγματοποιήθηκε από ελεγκτές της Δ.Ο.Υ. Βόλου διαπιστώθηκε ότι οι προμήθειες ειδών διατροφής, κ.λπ. γινόντουσαν με απευθείας αναθέσεις και όχι βάσει προσφορών των προμηθευτών, κ.λπ.

Όπως περιγράφεται στην απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, τη διευθύντρια των φυλακών την επισκεπτόταν μετά τις 11 το βράδυ στο γραφείο της γνωστός παντρεμένος κρατούμενος με 4 παιδιά, ο οποίος ήταν μέλος της Πρωτοβουλίας για τα Δικαιώματα των Κρατουμένων. Τον εν λόγω κρατούμενο η διευθύντρια των φυλακών «τον συμβουλευόταν αποκλειστικά προτού λάβει οποιαδήποτε απόφαση».

Κατόπιν αυτών, το 2013 επιβλήθηκε στην διευθύντρια η πειθαρχική ποινή της απόλυσης για τα παραπτώματα της αμελούς και ατελούς εκπλήρωσης των υπηρεσιακών καθηκόντων της και της χαρακτηριστικώς ανάξιας για υπάλληλο διαγωγής εντός της υπηρεσίας.

Η διευθύντρια επικαλέστηκε απειρία και έλλειψη εκπαίδευσης ως προς την άσκηση των καθηκόντων της, αλλά και φόρτο εργασίας, ενώ αναφορικά με τη μη τήρηση των όρων υγιεινής στα μαγειρεία υποστήριξε ότι οφειλόταν αποκλειστικά στο μάγειρα ο οποίος δεν ήταν καθαρό και στο ότι στη φυλακή δεν υπήρχε άλλο κατάλληλο πρόσωπο να αναλάβει τα μαγειρεία, ενώ ως προς τις οικονομικές παρατυπίες επικαλέστηκε ότι οι υπάλληλοι της φυλακής δεν είχαν ιδιαίτερες γνώσεις τήρησης βιβλίων και διαχείρισης του ταμείου.

Τελικά η διευθύντρια στο ΣτΕ ζητώντας να ακυρωθεί η απόλυσή της.

Το ΣτΕ απέρριψε ως αβάσιμους όλους τους διαδικαστικούς ισχυρισμούς της διευθύντριας και αναγνώρισε ότι δεν δικαιολογούνται εκ της θέσεως ευθύνης που κατείχε τα παραπτώματα τα οποία της αποδίδονται και ότι η συμπεριφορά της ανάγεται στη μη ορθή εκπλήρωση των καθηκόντων της.

Ωστόσο, το Γ΄ Τμήμα του ΣτΕ μετέτρεψε την απόλ