Ρεπορτάζ: Πέτρος Κουσουλός

Το δικαστικό-πολιτικό θρίλερ το οποίο διήρκησε από τις 28 Δεκεμβρίου 2011 όταν οι δυο Οικονομικοί Εισαγγελείς, κ.κ. Γρηγόρης Πεπόνης και Σπύρος Μουζακίτης, υπέβαλαν την έγγραφη παραίτησή τους από τα καθήκοντα του Οικονομικού Εισαγγελέα, αντιδρώντας στο σχέδιο νόμου του υπουργείου Οικονομικών που προέβλεπε την αντικατάστασή τους, έως και τις 9 Φεβρουαρίου 2012 όταν το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο (ΑΔΣ) αποφάσισε -κατά πλειοψηφία- την παραμονή στη θέση τους, αποκαλύπτει η zougla.gr.

Για πρώτη φορά δημοσιοποιείται η πολυσέλιδη, υπ’ αριθ.9/2012, απόφαση του ΑΔΣ που ξετυλίγει το κουβάρι με το χρονικό της παραίτησης των εισαγγελικών λειτουργών οι οποίοι κατήγγειλαν «πολυποίκιλα οργανωμένα συμφέροντα» τα οποία όμως δεν κατονόμασαν. Παράλληλα απαντώνται πολλά ερωτήματα, όπως:

Ποιοι ήταν εκείνοι που (θεωρητικά ή πρακτικά) αποπειράθηκαν να παρέμβουν στο έργο των Οικονομικών Εισαγγελέων; Ποια ήταν η άποψη την οποία εξέφρασε η ηγεσία του Αρείου Πάγου σχετικά με τη «συμπεριφορά» των κ.κ. Πεπόνη και Μουζακίτη; Πώς χαρακτήρισαν την απόφαση «παραίτησής» τους ακόμη και τα μέλη του Συμβουλίου που τάχθηκαν τελικά υπέρ της παραμονής τους και τι κατήγγειλε για τη γενικότερη λειτουργία της Δικαιοσύνης ανώτατος λειτουργός ο οποίος μίλησε για «εισαγγελείς οπισθοφύλακες και απλούς θεατές»;

Το χρονικό

Η «γριφώδης» παραίτηση των Οικονομικών Εισαγγελέων υπεβλήθη στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κ. Ιωάννη Τέντε, στις 28 Δεκεμβρίου. Μια ημέρα νωρίτερα στα προσωπικά email των κ.κ. Πεπόνη και Μουζακίτη είχε σταλεί το σχέδιο νόμου του υπουργείου Οικονομικών το οποίο προέβλεπε την αντικατάστασή τους και τον ορισμό στη θέση τους Αντεισαγγελέων του Αρείου Πάγου με την αιτιολογία ότι δεν μπορούν αντεισαγγελείς Εφετών να ασκούν καθήκοντα εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, με αρμοδιότητες εκτεινόμενες σε όλη την Επικράτεια.

Στις 29 Δεκεμβρίου και αφού πρώτα οι δυο εισαγγελικοί λειτουργοί είχαν καταγγείλει την ύπαρξη «πολυποίκιλων οργανωμένων συμφερόντων και ποικιλώνυμων εκφραστών τους που δραστηριοποιούνται και αναπτύσσονται στη γκρίζα ζώνη του οικονομικού εγκλήματος», ο κ. Τέντες ανέθεσε στον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κ. Φώτιο Μακρή, τη διερεύνηση της υπόθεσης. Την ίδια κιόλας ημέρα οι κ.κ. Πεπόνης και Μουζακίτης κλήθηκαν και έδωσαν προφορικές και έγγραφες εξηγήσεις από τις οποίες προέκυψε ότι ο βασικός λόγος της «παραίτησής» τους ήταν το σχέδιο νόμου που επεξεργαζόταν το υπουργείο Οικονομικών.

Το αποτέλεσμα ήταν η υπόθεση να αρχειοθετηθεί, στις 30 Δεκεμβρίου, και να υπάρξουν δυσμενή σχόλια για τη στάση των εισαγγελικών λειτουργών τόσο στα Μέσα Ενημέρωσης όσο και στον ευρύτερο χώρο της Δικαιοσύνης. Είναι ενδεικτικό ότι αρκετοί συνάδελφοι των κ.κ. Πεπόνη-Μουζακίτη μιλούσαν για συμπεριφορά που προσβάλει βάναυσα το κύρος της Δικαιοσύνης, καθώς όπως έλεγαν, σε κατ΄ιδίαν συζητήσεις, η «παραίτησή τους» υπεβλήθη για «ιδιοτελείς» λόγους προκειμένου να μην προχωρήσει το σχέδιο Νόμου και απομακρυνθούν από τη θέση του Οικονομικού Εισαγγελέα.

Ακολούθησε η αντίδραση των υπό παραίτηση -μέχρι τότε- εισαγγελικών λειτουργών οι οποίοι με δημόσια τοποθέτησή τους ζήτησαν να καταθέσουν εκ νέου προκειμένου να αποδείξουν ότι τα όσα κατήγγειλαν δεν ήταν «λόγια του αέρα».

O φάκελος άνοιξε και πάλι, ενώ κατατέθηκαν οι έγγραφες εξηγήσεις των κ.κ. Πεπόνη και Μουζακίτη για τις «απόπειρες παρεμβάσεων στο έργο τους, επί τω τέλει επηρεασμού αυτού προς θετική για τους εκάστοτε ελεγχόμενους κατεύθυνση». Ποιες ήταν, όμως, αυτές; Υπήρχαν ή όχι;

CDS

Σύμφωνα με το υπόμνημα του κ. Πεπόνη, οι «παρεμβάσεις» που σημειθώθηκαν αφορούσαν την υπόθεση των CDS, των 3.800 οφειλετών του Δημοσίου, καθώς τη διερεύνηση της υπόθεσης ενός μεγαλοεπιχειρηματία.

Σε ό, τι αφορά την ποινική προκαταρκτική για ασφάλιστρα υψηλού κινδύνου η οποία αγγίζει και τον πρώην πρωθυπουργό, Γιώργο Παπανδρέου, αναφέρει ότι: «Προκάλεσε συγκεκριμένες υπουργικές αντιδράσεις και δη πλειστάκις, γνωστές και εις εμάς αμφότερους, στον εποπτεύοντα Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου και στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Οι αντιδράσεις και η δυσφορία εξεδηλώθησαν αρχήθεν και πάντοτε καθιστάμεθα δέκτες αυτών, αμέσως ή εμμέσως, έτειναν δε στην ταχεία περαίωση της υποθέσεως, που σημειωτέον είναι πολύπλοκου αντικειμένου και συναφής- συνερευνώμενη με ετέρα που αφορά τα CDS του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου…».

Μάλιστα ο Οικονομικός Εισαγγελέας επισημαίνει, χωρίς ωστόσο να προσδιορίζει, ότι αρκετές φορές έγιναν (εκείνος και ο κ. Μουζακίτης) δέκτες αντιδράσεων που τους έλεγαν ότι «δεν είναι νοητό να εξελίσσεται τέτοιου είδους έρευνα εις βάρος του ίδιου του πρωθυπουργού, ουσιαστικώς» και «με τι κύρος θα εκπροσωπεί αυτός την Ελλάδα στο εξωτερικό».

Αναφέρεται μάλιστα και σε ένα ραντεβού που είχαν στο γραφείο του κ. Τέντε (στις 15 ή 16 Δεκεμβρίου 2011) όπου ο ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός φέρεται να τον ρώτησε «τι γίνεται αυτή η υπόθεση των CDS» και να του είπε «πρόσεξε αυτή είναι επικίνδυνη υπόθεση και θα έχει προεκτάσεις», χωρίς, όπως λέει ο κ. Πεπόνης, να του εξηγήσει τι ακριβώς εννοεί. Από την πλευρά του κ. Μουζακίτης στο υπόμνημα που κατέθεσε επισύναψε και το αίτημα του γ.γ. του υπουργείου Δικαιοσύνης, κ. Νικόλαου Κανελλόπουλου, ο οποίος ζήτησε σύντομη περαίωση της συγκεκριμένης υπόθεσης.

Ωστόσο, ακόμη και ο εισηγητής της υπόθεσης στο ΑΔΣ, κ. Γιώργος Κολλιοκώστας, αναφέρει ότι δεν «αποτελεί επιλήψιμη παρέμβαση (έστω και προφορική) του υπουργού Δικαιοσύνης και του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για την κατ’ απόλυτη προτεραιότητα διερεύνηση μιας υπόθεσης, δεδομένου ότι έχουν το δικαίωμα από τις διατάξεις του ΚΠΔ».

«Δεν είμαι υποτακτικός του υπουργού»

Στα υπομνήματα των κ.κ. Πεπόνη και Μουζακίτη γίνεται λόγος και για την υπόθεση των 3.800 μεγαλο-οφειλετών του Δημοσίου και την ποινική προκαταρκτική που άνοιξε κατόπιν των δηλώσεων του πρώην υφυπουργού Οικονομικών, κ. Κουσελά.

Σημειώνεται ότι την έρευνα διενήργησε η εισαγγελέας Πρωτοδικών, κυρία Πόπη Παπανδρέου, η οποία κληθείσα να καταθέσει στον κ. Μακρή επεσήμανε ότι ουδέποτε υπήρξε κάποια παρέμβαση στο έργο της. Εντούτοις ο κ. Πεπόνης μιλάει για συγκεκριμένο «επεισόδιο» που υπήρξε με τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κ. Τέντε, τον οποίο ενημέρωσε, αυθημερόν, για τη διενέργεια της προκαταρκτικής μέσω του Αντεισαγγελέως, κ. Νικόλαου Παντελή.

Σύμφωνα με όσα επικαλείται το απόγευμα της ίδιας ημέρας του τηλεφώνησε ο κ. Παντελής στην οικία του και του είπε: α) «ότι ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ο οποίος είχε επικοινωνήσει μαζί του όταν τον ενημέρωσε σχετικώς εξεφράσθη εντόνως εναντίον της ενέργειας (προκαταρκτική εξέταση Κουσελά)» και β) «ότι πρώτη φορά άκουσα τον εισαγγελέα να μιλάει τόσο έντονα, τι να σου πω Γρηγόρη».

Εκείνος, δε, ισχυρίζεται ότι απάντησε πως ενήργησε νόμιμα και «δεν είναι υποτακτικός του υπουργού», ενώ σημειώνει ότι «η συγκεκριμένη αντίδραση του εισαγγελέα του Α.Π. επηρέασε για ικανό χρονικό διάστημα και διατάραξε την ποιότητα και συχνότητα γενικότερης εισαγγελικής συνεργασίας που υπήρχε μέχρι τότε».

Ο επιχειρηματίας, η «παρακολούθηση» και η αύξηση της φρουράς

Σε ό, τι αφορά την τρίτη υπόθεση από την απόφαση του ΑΔΣ που αποκαλύπτουν η zougla.gr προκύπτει ότι στις 29 Νοεμβρίου 2011 ο κ. Γρηγόρης Πεπόνης δέχθηκε τηλεφώνημα από γνωστό δημόσιο πρόσωπο (πρόκειται για δημοσιογράφο ιδιωτικού καναλιού τον οποίο όμως δεν κατονομάζει) ο οποίος ζήτησε να τον συναντήσει.

Οι δυο άντρες συναντήθηκαν την επόμενη ημέρα στα γραφεία της Εισαγγελίας Οικονομικού Εγκλήματος, στο Εφετείο Αθηνών. Τότε, σύμφωνα με την κατάθεση του κ. Πεπόνη, ο δημοσιογράφος του είπε ότι μεγάλος οικονομικός παράγων της χώρας (τον οποίο επίσης δεν κατονομάζει) συναντήθηκε μαζί του και απείλησε και τον ίδιο αλλά και τον οικονομικό εισαγγελέα με αφορμή μια προκαταρκτική εξέταση που είχε διαταχθεί.

Αν και στο υπόμνημα δεν αναφέρεται το όνομα του παράγοντα, πληροφορίες αναφέρουν ότι πρόκειται για πολύ γνωστό τραπεζίτη. Επιπλέον, ο δημοσιογράφος φέρεται να αποκάλυψε στον κ. Πεπόνη ότι ο Διοικητής της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος «ήταν δικός του άνθρωπος» και «παρακολουθούσε έτσι κατά πόδας τις κινήσεις του».

Αξίζει να σημειωθεί ότι αμέσως μετά από αυτή την «πληροφορία» ο κ. Πεπόνης ζήτησε εγγράφως την αύξηση της προσωπικής του ασφάλειας από τον Αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ.. Επιπλέον ο Οικονομικός Εισαγγελέας κάνει λόγο και για ένα περιφερόμενο Αεροπαγίτη επί τιμή ο οποίος τον επισκέφθηκε στο γραφείο του, δείχνοντας ενδιαφέρον για την υπόθεση του οικονομικού παράγοντα. Ούτε όμως και εκείνος κατονομάζεται, αν και ο κ. Πεπόνης ισχυρίζεται ότι τα ονόματα τα έχει αναφέρει προφορικά στην ηγεσία του Αρείου Πάγου.

Αποτέλεσαν, όμως, τα συγκεκριμένα περιστατικά την πραγματική αιτία των παραιτήσεων;

«Κόλαφος ο Κολλιοκώστας»

Ακόμη και ο εισηγητής της υπόθεσης, κ. Γιώργος Κολλιοκώστας, ο οποίος ήταν απορριπτικός ως εισηγητής στο ερώτημα του υπουργού Δικαιοσύνης, κ. Μιλτιάδη Παπαϊωάννου, για την αντικατάσταση των δύο εισαγγελικών λειτουργών που οι ίδιοι είχαν ζητήσει, εμφανίζεται κατηγορηματικός: «… Ήταν ενέργεια προδήλως βεβιασμένη, που έγινε υπό συνθήκες υπερβολικής ψυχικής φορτίσεως. Όμως, κρινόμενη αντικειμενικά, δεν στηρίζεται σε νόμιμη βάση, αφού ισοδυναμεί με άρνηση εκτελέσεως της υπηρεσίας που τους ανέθεσε το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, εγγίζουσα τα όρια του πειθαρχικού ελέγχου, και ως τέτοια τη θεωρώ απαράδεκτη», λέει στο εισηγητικό του σημείωμα και συνεχίζει:

«Ο δικαστικός λειτουργός μόνο για σοβαρούς(σπουδαίους) λόγους μπορεί να ζητήσει την αντικατάστασή του από συγκεκριμένη υπηρεσία και ως τέτοιοι λόγοι μπορεί να θεωρηθούν λόγοι υγείας, οικογενειακοί κλπ., ενώ ο επικαλούμενος από τους εισαγγελείς λόγος δεν ήταν τέτοιος (δηλαδή σπουδαίος), ώστε να δικαιολογεί την ενέργεια τους αυτή. Οι προσωπικές πικρίες, είναι μεν δικαιολογημένες (γιατί οι εισαγγελείς αυτοί προσπάθησαν και το έργο τους είναι πράγματι αξιόλογο), όμως, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αποτελέσουν λόγους παραιτήσεως από την εκτέλεση της υπηρεσίας. Ο δικαστικός λειτουργός και ιδιαίτερα ο εισαγγελέας, που έχει ως αποστολή την κίνηση της ποινικής διαδικασίας προς διερεύνηση τελέσεως των εγκλημάτων, μένει όρθιος και απτόητος στην εκτέλεση του καθήκοντος και δεν κάμπτεται, ούτε από μελετώμενες νομοθετικές ρυθμίσεις, ούτε από απειλές και άλλες πιέσεις από οπουδήποτε και αν προέρχονται αυτές. Το μόνο δικαίωμα που εξαρτάται αποκλειστικά από αυτόν είναι η παραίτηση του από το δικαστικό σώμα, ενέργεια που αν γίνεται διαρκούντος του χειρισμού μιας δικαστικής υποθέσεως, με την επίκληση παρόμοιων λόγων, είναι και πάλι κατά την αποψή μου κατακριτέα και απαράδεκτη».

Μάλιστα κατά τον κ. Κολιοκώστα το περιεχόμενο των αιτήσεων αντικατάστασης που υπέβαλαν οι κ.κ. Πεπόνης και Μουζακίτης ήταν «γριφώδες» και «δυσνόητο» και οι παρεμβάσεις ήταν «ασαφείς», «αδιευκρίνιστες», «κρυπτογραφημένες» και τα στοιχεία «ανεπαρκή».

«Λίγοι οι μαχόμενοι εισαγγελείς»

Από τη μακροσκελή πάντως εισήγηση του κ. Κολλιοκώστα προκύπτουν πολλές ειδήσεις οι οποίες αναμένεται να προκαλέσουν τριγμούς στο χώρο της Δικαιοσύνης καθώς περιλαμβάνονται σοβαρές καταγγελίες για τη στάση της πλειονότητας των εισαγγελικών λειτουργών, αλλά και για νοοτροπίες που επικρατούν στην ελληνική δικαιοσύνη.

Αιτιολογώντας το σκεπτικό της εισήγησής του για την παραμονή των κ.κ. Πεπόνη και Μουζακίτη στη θέση του Οικονομικού Εισαγγελέα, ο κ. Κολλιοκώστας εξάρει το ήθος τους, το έργο τους και την ικανότητά τους.

«Ιδιαίτερα ο κ. Πεπόνης είναι αποφασιστικός, αυστηρός, μαχητικός και “άτεγκτος”», λέει χαρακτηριστικά, αντιδιαστέλλοντας τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά με εκείνα που έχει, όπως λέει, η πλειονότητα των συναδέλφων του. «Δυστυχώς στον κλάδο δεν έχουμε πολλούς με τα προσόντα αυτά», αναφέρει.

Μάλιστα στην πρότασή του να μην αντικατασταθούν και ζητώντας να κριθούν επιεικώς ο κ. Κολλιοκώστας ρίχνει και άλλο «λάδι» στη φωτιά καθώς επισημαίνει ότι «έχουμε αρκετούς οπισθοφύλακες και απλούς θεατές (εισαγγελείς) στο δικαστικό σώμα, μαχόμενους εισαγγελείς όμως λίγους και γι’ αυτό στα λάθη τους πρέπει να είμαστε επιεικείς», ενώ από την κριτική του δεν ξεφεύγει η ίδια η Δικαιοσύνη για την οποία γράφει ότι αποκρύπτει την αλήθεια όταν πρόκειται για δικά της θέματα!

H τοποθέτηση Τέντε και Ασημακοπούλου

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει όμως και η άποψη που εξέφρασε η ηγεσία του Αρείου Πάγου σχετικά με τις «παραιτήσεις» των κ.κ. Πεπόνη και Μουζακίτη. Είναι ενδεικτικό ότι η κυρία Ρένα Ασημακοπούλου, πρόεδρος του Α.Π., ο κ. Ιωάννης Τέντες, εισαγγελέας του Α.Π. αλλά και δυο ακόμη μέλη που μειοψήφισαν, μίλησαν με σκληρά λόγια για τους Οικονομικούς Εισαγγελείς, αφού κάνουν λόγο για «ασύνετη» αντίδραση με «θορυβώδεις ισχυρισμούς και υπαινιγμούς» για δήθεν παρεμβάσεις στα έργα τους και μάλιστα από θεσμικούς παράγοντες.

«Έδωσαν, έτσι, την εντύπωση ότι ενδιαφέρονται λιγότερο για ουσιαστική εκπλήρωση του έργου που τους ανατέθηκε (από το οποίο μάλιστα ζήτησαν αδόκιμα την αποδέσμευση τους) και περισσότερο για την εύκολη δημοσιότητα, συμπεριφορά, η οποία δεν συνάδει προς την ιδιότητα του δικαστικού λειτουργού», καταλήγουν.