Σχεδόν ένας στους τρεις εργαζομένους στην Ελλάδα θεωρείται «υπερεκπαιδευμένος» -έχει δηλαδή καλύτερη εκπαίδευση από εκείνη που απαιτεί η θέση εργασίας τους- σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Εργασίας.
Αυτό αναφέρεται σε μελέτη που πραγματοποιήθηκε στη Γενεύη για την αναντιστοιχία δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας στις χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία δημοσιεύτηκε στις 29 Οκτωβρίου. Το ποσοστό αυτό είναι σχετικά υψηλό σε σχέση με τις άλλες χώρες – μέλη της ευρωζώνης.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τη μελέτη του Οργανισμού:
• το 32% των εργαζομένων στην Ελλάδα είναι «υπερεκπαιδευμένο» και συγκεκριμμένα το 26,8% των εργαζομένων αντρών και το 15,0% εργαζομένων γυναικών.
• Την ίδια στιγμή, το 21,8% των εργαζομένων αντρών και των 25,6% των εργαζομένων γυναικών στην Ελλάδα είναι «υποεκπαιδευμένο», δηλαδή έχει εκπαίδευση κατώτερη εκείνης που απαιτεί η δουλειά του.
Βάζοντας, κανείς στο «ζύγι» τους υπερεκπαιδευμένους και τους υποεκπαιδευμένους εργαζομένους άντρες στην Ελλάδα, προκύπτει πως οι οι πρώτοι είναι ελαφρώς περισσότεροι από τους δεύτερους.
Συνεπώς υπάρχει ένα σημαντικό «πλεόνασμα» υπερεκπαιδευμένων εργαζομένων αντρών σε σχέση με τους υποεκπαιδευμένους. Αντίθετα, σημειώνεται «έλλειμμα» υπερεκπαιδευμένων εργαζομένων γυναικών σε σχέση με τις υπερεκπαιδευμένες, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΟΕ.
Το ποσοστό των «υπερεκπαιδευμένων» εργαζομένων αντρών και γυναικών στην Ελλάδα (26,8% και 15,0% αντίστοιχα), αλλά και συνολικά (32%) είναι από τα χαμηλότερα στην ευρωζώνη, αν και όχι στο σύνολο της ΕΕ, δηλαδή συμπεριλαμβάνοντας και τις περισσότερες χώρες της ανατολικής Ευρώπης . Σημειώνεται πως όσο χαμηλότερο είναι το ποσοστό των «υπερεκπαιδευμένων» ή των «υποεκπαιδευμένων”»σε μία χώρα τόσο καλύτερη αντιστοιχία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης υπάρχει στην αγορά εργασίας, γεγονός που είναι θετικό για μία οικονομία.
Ενδεικτικά στην Αυστρία το 58% των εργαζομένων στην Αυστρία έχει καλύτερη εκπαίδευση από εκείνη που απαιτεί η θέση εργασία τους.
Στην Τσεχία οι υπερεκπαιδευμένοι αποτελούν το 50%, στη Δανία το 34%, στην Εσθονία το 39%. στη Γαλλία το 28%, στη Γερμανία το 11,8%, στην Ουγγαρία το 37%, στην Ισλανδία το 30%, στην Ιρλανδία το 33%, στην Ιταλία το 13,9%, στη Λετονία το 43%, στη Λιθουανία το 31%, στο Λουξεμβούργο το 27%, στην Ολλανδία και στο Ηνωμένο Βασίλειο το 13%.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η αναντιστοιχία δεξιοτήτων έλαβε ακόμα περισσότερη σημασία στις ανεπτυγμένες οικονομίες μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 – 2009. Η κρίση προκάλεσε μαζική αύξηση στην ανεργία της ανεργίας στον ανεπτυγμένο κόσμο και κατέστρεψε θέσεις εργασίας.