Ριζικές αλλαγές στον ισχύοντα από το 1950 Ποινικό Κώδικα επιφέρουν οι προτάσεις της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής του Υπουργείου Δικαιοσύνης, καθώς -μεταξύ άλλων- προβλέπεται: διεύρυνση του περιεχόμενου της δήμευσης περιουσιακών στοιχείων, αλλαγή του τρόπου προσδιορισμού των χρηματικών ποινών, κατάργηση των πταισμάτων, διεύρυνση του αξιόποινου για τα εγκλήματα κατά του νομίσματος, όπως πιστωτικές κάρτες ευρωεπιταγές, συναλλαγματικές κ.ά., ακόμη και «δικαστική άφεση ποινής» σε εξαιρετικές περιπτώσεις πλημμελημάτων.
Σύμφωνα με τις προτάσεις της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής, οι οποίες παρουσιάστηκαν σήμερα σε ειδική εκδήλωση υπό τον υπουργό Δικαιοσύνης, Μιλτιάδη Παπαϊωάννου:
1. Διευρύνεται το περιεχόμενο της δήμευσης ως παρεπόμενης ποινής, ώστε να αντιμετωπιστούν και οι περιπτώσεις που τα προϊόντα του εγκλήματος και τα υπόλοιπα δημευτέα αντικείμενα έχουν αναμειχθεί με περιουσία που αποκτήθηκε από νόμιμες πηγές, δεν υπάρχουν πλέον, δεν έχουν βρεθεί στο σύνολό τους ή ανήκουν εν όλω ή εν μέρει σε τρίτο, σε βάρος του οποίου δεν είναι δυνατόν να επιβληθεί δήμευση.
Παράλληλα διαχωρίζεται η ποινή για το αδίκημα της δωροδοκίας, για το οποίο προτείνεται αυστηρότερη ποινή, όταν το αδίκημα διαπράττεται από υπουργό, βουλευτή ή δικαστή.
Επίσης καταργούνται τα χρηματικά όρια διάκρισης των αδικημάτων σε κακουργήματα ή πλημμελήματα (15.000 ευρώ πλημμέλημα, άνω των 73.000 ευρώ κακούργημα). Ο εισαγγελέας θα προσδιορίζει κατά περίπτωση αν το αδίκημα που τελέστηκε είναι κακούργημα ή πλημμέλημα.
2. Καταργούνται τα πταίσματα από την κατηγορία των εγκλημάτων, τα οποία πλέον διακρίνονται μόνο σε κακουργήματα και πλημμελήματα, ανάλογα με την απειλούμενη γι’ αυτά ποινή. Για αυτά (π.χ. υγειονομικές παραβάσεις, πολεοδομικές παραβάσεις, μπουγαδοκαβγάδες κ.λπ.) θα προβλέπονται διοικητικές κυρώσεις, με αποτέλεσμα την αποσυμφόρηση μεγάλου όγκου υποθέσεων από τα δικαστήρια.
3. Καταργείται το μέτρο της μετατροπής της ποινής σε χρηματική, καθώς, όπως ειπώθηκε, είναι ένα μέτρο άνισο, αφού οι εύποροι έχουν τη δυνατότητα εξαγοράς της ποινής αντίθετα με τα αδύναμα κοινωνικα στρώματα. Παράλληλα, επεκτείνεται το μέτρο της αναστολής εκτέλεσης της ποινής για όλες τις ποινές έως 3 χρόνια. Δηλαδή, ο δικαστής θα έχει να επιλέξει μεταξύ του εγκλεισμού του κατηγορουμένου ή της αναστολής της ποινής του.
4. Σε περιπτώσεις διάπραξης βαρύτατων αδικημάτων ακόμα και κατά της ζωής, που εμπεριέχεται το λεγόμενο «τραγικό δίλημμα» (π.χ. περίπτωση ευθανασίας), το δικαστήριο θα μπορεί να κρίνει τον δράστη ακόμα και ατιμώρητο λόγω έλλειψης καταλογισμού. Όπως είπε η πρόεδρος της επιτροπής όμως: «δεν μπορεί να υπάρξει διάταξη που να δικαιολογεί γενικά την ευθανασία», αλλά το δικαστήριο θα κρίνει κατά περίπτωση.
5. Καταργείται από τις παρεπόμενες ποινές η απαρχαιωμένη αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων και παραμένει η αποστέρηση θέσεων και αξιωμάτων, η απαγόρευση άσκησης επαγγέλματος, η δημοσίευση καταδικαστικής απόφασης και η δήμευση, ενώ προστίθεται ως παρεπόμενη ποινή και η αφαίρεση άδειας οδήγησης ή εκμετάλλευσης μεταφορικού μέσου.
6. Τυποποιούνται για πρώτη φορά σε αυτοτελές Κεφάλαιο τα εγκλήματα κατά του περιβάλλοντος, στις διατάξεις του οποίου ενσωματώνονται και οι ρυθμίσεις των πρόσφατων ευρωπαϊκών οδηγιών για την ποινική προστασία του περιβάλλοντος και την τυποποίηση της θαλάσσιας ρύπανσης που προκαλούν τα πλοία.
7. Τυποποιούνται, επίσης για πρώτη φορά, σε αυτοτελές Κεφάλαιο τα εγκλήματα κατά των πληροφοριακών συστημάτων, στις διατάξεις του οποίου ενσωματώνονται και οι ρυθμίσεις της πρόσφατης σχετικής Πρότασης ευρωπαϊκής Οδηγίας.
8. Διευρύνονται τα τοπικά όρια ισχύος των ελληνικών ποινικών νόμων, ώστε να
καλυφθούν οι ανάγκες που έχουν προκύψει από την ανάπτυξη της τεχνολογίας. Ορίζεται, λοιπόν, ότι στις περιπτώσεις που η πράξη τελείται μέσω Διαδικτύου ή άλλου μέσου επικοινωνίας, τόπος τέλεσης θεωρείται και η Ελλάδα, εφόσον στο έδαφός της παρέχεται πρόσβαση στα συγκεκριμένα μέσα, με αποτέλεσμα οι ελληνικοί ποινικοί νόμοι να εφαρμόζονται σε όλες αυτές τις πράξεις.
9. Στα εγκλήματα κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας, τιμωρείται για πρώτη φορά ο γιατρός ο οποίος κατά τη διάρκεια προγεννητικού ελέγχου μετά την εικοστή εβδομάδα της κύησης δεν διαγιγνώσκει από αμέλειά του σοβαρή ανωμαλία του εμβρύου που επάγεται τη γέννηση παθολογικού νεογνού, εφόσον η πάθηση αυτή εμφανισθεί στο νεογνό.
10. Η χρήση πληροφορίας ή υλικού φορέα επί του οποίου αυτή έχει αποτυπωθεί με τρόπο που συνιστά παραβίαση του απορρήτου της τηλεφωνικής επικοινωνίας ή προφορικής συνομιλίας δεν είναι αθέμιτη, αν έγινε ενώπιον δικαστικής ή ανακριτικής αρχής και συντρέχει λόγος που αίρει το άδικο, ιδίως αν πρόκειται για το μοναδικό αποδεικτικό μέσο που αποδεικνύει την αθωότητα του κατηγορουμένου.
11. Καταργείται η διάκριση μεταξύ φυλάκισης και κάθειρξης και προβλέπεται πλέον ενιαία ποινή φυλάκισης. Τα ισόβια μπορούν πλέον να μην είναι μονόδρομος για το δικαστήριο, αν δεν αναγνωριστούν ελαφρυντικά στον δράστη (σε περιπτώσεις βαρέων αδικημάτων όπως ανθρωποκτονίες , απάτη εις βάρος του Δημοσίου κ.λπ.) , αλλά να επιβάλλεται διαζευκτικά φυλάκιση από 15 – 20 έτη. Σε κάθε άλλη περίπτωση η φυλάκιση που απειλείται για τα κακουργήματα κυμαίνεται από 5 – 15 έτη (ενώ μέχρι σήμερα η ανώτατη ήταν 20 χρόνια) και για τα πλημμελήματα κυμαίνεται από 1 μήνα – 5 έτη.
Επιμέλεια: Κωνσταντίνα Παπατσάκωνα