Τα μετεωρολογικά συστήματα στον χώρο της νοτίου Βαλκανικής και της ανατολικής Μεσογείου είναι πάντα ασταθή κυρίως κατά τη διάρκεια του θέρους. Το νότιο τμήμα της Χερσονήσου του Αίμου δέχεται τις επιδράσεις των συστημάτων του Βορρά που προέρχονται από τις Στέπες της Ρωσίας και των συστημάτων του Νότου που συνδέονται με τις ιδιόρρυθμες συνθήκες που επικρατούν στη βόρεια Αφρική. Ο συνδυασμός, κυρίως κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, προκαλεί ακραίες καταστάσεις με ισχυρά κυκλωνικά φαινόμενα τοπικής εμβέλειας, υπερβολικά υψηλές θερμοκρασίες ανά περιόδους και ενισχυμένους παγετούς έστω και για περιορισμένο χρονικό διάστημα τον χειμώνα.
Η κλιματική αλλαγή επιτείνει τα φαινόμενα τα οποία προφανώς εμφανίζονται και εφεξής θα παρουσιάζονται όλο και συχνότερα. Κατά τη διάρκεια του θέρους το εγκατεστημένο συνήθως σύστημα υψηλών πιέσεων στην περιοχή της ανατολικής μεσογείου – Κύπρος – συνδυάζεται με τα χαμηλά συστήματα του ρωσικού Βορρά (μελτέμια) τα οποία ενίοτε λόγω συγκυριακών φαινομένων (υψηλές θερμοκρασίες) δημιουργούν κυκλωνικά φαινόμενα όπως συνέβη προ ημερών στη Χαλκιδική. Η Χαλκιδική είναι ο «αδύναμος κρίκος» στη νότια χερσόνησο της Βαλκανικής όπου βασικό ρόλο παίζει ο μεγάλος ορεινός όγκος του Χολομώντα.
Τα ακραία καιρικά φαινόμενα καταγράφονται λεπτομερώς από το 1935. Δεν είναι η πρώτη φορά που στον ελληνικό χώρο εκδηλώνονται ακραίες καιρικές συνθήκες όπως συνέβη στη Χαλκιδική προ ημερών. Ισχυρά μπουρίνια (από την ιταλική λέξη borin), υψηλότατες θερμοκρασίες, άνω των 47 βαθμών Κελσίου στον θεσσαλικό κάμπο και ισχυρότατοι παγετοί με κάτω από τους -27 βαθμούς Κελσίου στη Βόρεια Ελλάδα είναι φαινόμενα που έχουμε ξαναδεί.
Λόγω κλιματικής αλλαγής θα τα βλέπουμε όλα και συχνότερα. Και κάτι ακόμη, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, στη Μεσόγειο σχηματίζονται μετεωρολογικά συστήματα όπως κυκλώνες και τυφώνες και μάλιστα συχνά. Έχουμε την εντύπωση πως τέτοιου είδους φαινόμενα πλήττουν κυρίως τις δυτικές ακτές του Ατλαντικού ή περιοχές του Ειρηνικού και του Ινδικού. Δυστυχώς και η Μεσόγειος σε μικρότερη ένταση, είναι χώρος όπου εμφανίζονται τέτοια ακραία φαινόμενα διότι απλά συνδυάζονται τα τρία στοιχεία, ψυχρές αέριες μάζες από τον Βορρά, θερμές αέριες μάζες από τη Σαχάρα και βεβαίως το υγρό στοιχείο της θαλάσσιας λεκάνης το οποίο λειτουργεί καταλυτικά στη δημιουργία αυτών των συστημάτων.
Οι εκτεταμένες καταστροφές στη Χαλκιδική θα ήταν αδύνατον να μη θυμίσουν εκείνο το καλοκαίρι που η ίδια περιοχή παραδόθηκε και πάλι στο έλεος της φύσης. Το ημερολόγιο έγραφε 21 Ιουλίου του 1983 όταν άνεμοι έντασης 12 μποφόρ άρχισαν να σαρώνουν τα πάντα. Η ταχύτητά τους είχε υπολογιστεί στα 150 χιλιόμετρα την ώρα.
Εννέα άνθρωποι έχασαν τότε τη ζωή τους. Αλλά τα θύματα θα ήταν περισσότερα εάν δεν είχε στηθεί μια γιγάντια επιχείρηση από αέρα και θάλασσα για τον εντοπισμό και τη διάσωση δεκάδων αγνοούμενων. Στην επιχείρηση συμμετείχαν η Αεροπορία, το Πολεμικό Ναυτικό και το Λιμενικό Σώμα με αεροπλάνα, ελικόπτερα και πλοία, αλλά και απλοί ψαράδες που επιστράτευσαν μηχανότρατες και μικρά αλιευτικά σκάφη. Οι διασώστες, σύμφωνα με τα ρεπορτάζ της εποχής, επιχειρούσαν ακόμη και με τα εννέα μποφόρ.
Χάρη σε αυτήν την αυταπάρνηση περισυλλέγησαν οκτώ άτομα στις θάλασσες της Χαλκιδικής. Άλλοι σώθηκαν χάρη στις υπεράνθρωπες προσπάθειες που κατέβαλλαν παλεύοντας με τα κύματα. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν ένα 16χρονο κορίτσι που κατάφερε να βγει στην ακτή της Επανομής έπειτα από μάχη πέντε ωρών με τα κύματα και ένας 40χρονος που είχε βγει για ψάρεμα με μια μικρή βάρκα και έμεινε επί 26 ολόκληρες ώρες στη θάλασσα.
Και τότε όμως το φονικό εκείνο μπουρίνι είχε ξυπνήσει παλαιότερες μνήμες. Το 1935 ένα άλλο μπουρίνι είχε χτυπήσει την περιοχή της Χαλάστρας στέλνοντας στον θάνατο 50 άτομα, στην πλειονότητά τους ψαράδες.
Δεν ήταν ωστόσο αυτός ο πιο φονικός απολογισμός των ακραίων καιρικών φαινομένων. Ο καύσωνας που έπληξε τη Θεσσαλία τον Αύγουστο του 1958 με το θερμόμετρο να σκαρφαλώνει στους 47,2 βαθμών στην πόλη των Τρικάλων, είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους περίπου 600 άτομα. Σε δυσθεώρητα ύψη έχει φτάσει ο υδράργυρος και σε άλλες πόλεις όπως στη Λαμία και στην Ελευσίνα τον Ιούλιο του 1973 (46,5 και 46,4 βαθμούς Κελσίου αντίστοιχα) στο Άργος και τη Νέα Φιλαδέλφεια τον Ιούνιο του 2007 (46,4 και 46,2 βαθμοί).
Ο πιο φονικός καύσωνας ωστόσο καταγράφηκε τον Ιούλιο του 1987 όταν τα 45άρια στο λεκανοπέδιο μιας Αθήνας που δεν ήταν εξοπλισμένη ακόμη με κλιματιστικά, στοίχισαν τη ζωή σε 4.000 ανθρώπους.
Στον αντίποδα, το θερμόμετρο βυθίστηκε τον Ιανουάριο του 1963 στους – 27,6 βαθμούς στην περιοχή της Πτολεμαΐδας, στους – 23 στην περιοχή των Σερρών και στους – 22,8 στην περιοχή της Καστοριάς. Τον ίδιο μήνα του 2012 το θερμόμετρο έδειξε – 25,1 βαθμούς στη Φλώρινα.
Από την εξίσωση των ακραίων καιρικών φαινομένων δεν θα μπορούσαν φυσικά να λείπουν οι ισχυρές καταιγίδες. Ήταν Ιανουάριος του 1977 όταν στην Κόρινθο έπεσαν 344 χιλιοστά βροχής μέσα σε μόλις 36 ώρες με αποτέλεσμα έξι άνθρωποι να χάσουν τη ζωή τους στην πλημμυρισμένη από το νερό περιοχή.
Και το ρεκόρ ανομβρίας; Αυτό το κρατά η Αθήνα. Από τις 5 Ιουνίου έως τις 4 Νοεμβρίου του 1993, δηλαδή επί 150 ολόκληρες μέρες, δεν έπεσε ούτε μισή σταγόνα βροχής.
Ήταν Νοέμβρης του 2017 όταν ένας ορμητικός χείμαρρος σκόρπισε το θάνατο και την καταστροφή στην περιοχή της Μάνδρας έπειτα από μια ισχυρή βροχόπτωση που έπληξε στο όρος Πατέρας.
Η χώρας βυθίστηκε στο πένθος το καλοκαίρι του 2018. Στις 23 Ιουλίου ξέσπασαν δύο μεγάλες πυρκαγιές ξέσπασαν στην Αττική, η πρώτη στην Κινέττα και η δεύτερη κοντά στο Νταού Πεντέλης. Στη δεύτερη περίπτωση η πυρκαγιά επεκτάθηκε και πέρασε μέσα από τους οικισμούς Νέος Βουτζάς και Μάτι με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 102 άνθρωποι και να τραυματιστούν δεκάδες άλλοι. Από τις δύο πυρκαγιές καταστράφηκαν ολοσχερώς ή έπαθαν ζημιές χιλιάδες σπίτια ενώ κάηκαν και δεκάδες χιλιάδες στρέμματα δάσους.