Ακόμη μια ιστορία αστυνομικής αγριότητας δείχνει να παίρνει τον δρόμο της δικαιοσύνης, καθώς, έφερε στο χείλος του θανάτου έναν πολίτη που απλώς προσήχθη για «εξακρίβωση στοιχείων», χωρίς να έχει υποπέσει σε κάποιο αδίκημα.
Και κανείς πλέον δεν εκπλήσσεται για το ότι, και η βαρβαρότητα αυτή, ξεπλένεται από κάποια υπηρεσιακή «ΕΔΕ», που για μια ακόμη φορά, ως άλλη κολυμπήθρα του Σιλωάμ, εξαγνίζει τους πάντες «ελλείψει επαρκών στοιχείων»…
Ο λόγος για τον 20χρονο -σήμερα- Χαιρέτη Κωνσταντίνο από το Ηράκλειο της Κρήτης, ο οποίος το βράδυ της 1ης Απριλίου 2012, διασκεδάζει με τους τρεις φίλους του σε καφέ-μπαρ της πόλης. Σε κάποια στιγμή η παρέα φεύγει από τον χώρο μοιρασμένη σε δύο αυτοκίνητα, όταν, κατά την διαδρομή της επιστροφής, άνδρες της ΟΠΚΕ («Ομάδα Πρόληψης και Καταστολής Εγκλήματος»), με κουκούλες στα πρόσωπα, τους σταματούν τυχαία για έλεγχο.
Η προσαγωγή τους γίνεται με βιαιότητα, ύβρεις και προπηλακισμούς, και φυσικά πάντα από αστυνομικούς με καλυμμένα πρόσωπα, οι οποίοι στην συνέχεια τους οδηγούν στον 1ο όροφο του Μεγάρου, και εκεί σε ένα μικρό δωματιάκι που, όπως φαίνεται, λειτουργούσε μόνιμα σαν χώρος βασανιστηρίων και ξυλοδαρμών, αφού, λίγο πριν μπουν οι νεαροί μέσα σε αυτό, κάποιος της Ασφάλειας τους κοίταξε με χαμόγελο κουνώντας με νόημα το κεφάλι του για το «τι τους περιμένει εκεί μέσα»…
Και πράγματι, το χαμόγελο του συγκεκριμένου αξιωματικού «δικαιώθηκε», αφού, εκείνο που περίμενε τα τέσσερα παιδιά στο συγκεκριμένο δωματιάκι ήταν πολύ ξύλο και ακατανόμαστες βρισιές. Και όλα αυτά χωρίς κανένα απολύτως λόγο!
Τον Κωνσταντίνο Χαιρέτη, τον πέταξαν σαν σακί στο πάτωμα και άρχισαν να τον χτυπούν, και τότε, κάποιο από τα όργανα της «τάξεως», τον χτύπησε με το γόνατο στην κοιλιακή χώρα, ένα χτύπημα μοιραίο τελικά για την υγεία του, καθώς ήταν τόσο δυνατό που προκάλεσε θραύση πνεύμονος και σύνθλιψη του παγκρέατος του άτυχου νεαρού επάνω στη σπονδυλική του στήλη.
Όταν τα όργανα της «τάξεως» θεώρησαν πως κόρεσαν πλέον τα σαδιστικά τους ένστικτα, οδήγησαν στο κρατητήριο τον ιδιοκτήτη του αυτοκινήτου στο οποίο βρέθηκε το μαχαίρι, ενώ άφησαν ελεύθερους τους υπόλοιπους τρεις, αφού -και εξ αρχής-, δεν τους βάρυνε κανένα απολύτως αδίκημα.
Ο Κωνσταντίνος Χαιρέτης, έφυγε με τους υπολοίπους χωρίς να μεταβεί σε κάποιο νοσοκομείο, αισθανόμενος απλώς «κάποιους πόνους» τους οποίους απέδωσε στον ξυλοδαρμό, χωρίς να μπορεί να φανταστεί το μέγεθος της βλάβης που υπέστη η υγεία του εξ αιτίας αυτού.
Λίγες μέρες όμως μετά, η βλάβη έδωσε τα σημάδια της, με την εισαγωγή του σε διαδοχικά νοσοκομεία να μοιάζει οδύσσεια, και τους ιατρούς να μην αφήνουν ελπίδες για την ζωή του.
Περίπου 40 μέρες μετά, η περίπτωση του θανάτου απομακρύνθηκε ενώ οι πιθανότητες να μην μείνει ανάπηρος ήταν ελάχιστες. Παρ’ όλα αυτά, ο δυνατός οργανισμός αλλά και η θέληση του άτυχου Κωνσταντίνου, κατάφερε να ανατρέψει για άλλη μια φορά τις ιατρικές στατιστικές κρατώντας όμως ένα χρόνο μετά, σημαντικά προβλήματα υγείας.
Φυσικά, όπως άλλωστε συνηθίζεται, από την… «ΕΔΕ» που έγινε προς εξακρίβωση των περιστατικών, και ολοκληρώθηκε προ δύο ημερών, «δεν προέκυψε κανένα επιβαρυντικό στοιχείο», χωρίς ωστόσο να προκύπτει και το πόρισμα πως ο Χαιρέτης αυτοτραυματίστηκε πέφτοντας από τις σκάλες για να… δυσφημίσει τα όργανα της τάξεως.
Στο ηχητικό απόσπασμα που ακολουθεί, ο κ. Αντώνης Επιτροπάκης, δικηγόρος του Κωνσταντίνου Χαιρέτη, περιγράφει εν συντομία την ιστορία…
Μετά κι απ’ αυτό, η συνέχεια θα δοθεί στις αίθουσες των δικαστηρίων, ενώ οι επίορκοι αστυνομικοί εξακολουθούν να βρίσκονται «στην υπηρεσία του πολίτη», χωρίς να τους έχει επιβληθεί η ελάχιστη πειθαρχική ή διοικητική ποινή, ούτε καν αυτή της επίπληξης. Και βέβαια, εξακολουθούν και να μισθοδοτούνται από το Δημόσιο, το οποίο τροφοδοτεί με τους φόρους του ο Έλληνας πολίτης. (Ανάμεσα σε αυτούς… και ο Κωνσταντίνος Χαιρέτης).
Παύλος Κιρκασίδης