Αποστολή: Σωτήρης Σκουλούδης – Μάριος Βελέντζας
Φωτογραφίες: Ράνια Χατζημιχάλη
Οι πρόσφατες ανακαλύψεις στον αρχαιολογικό χώρο των Αιγών έφεραν στο προσκήνιο ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Η ταφική συστάδα, αποτελούμενη από πέντε βασιλικούς τάφους μέσα στους οποίους εικάζεται ότι έχουν ταφεί μέλη της δυναστείας των Τημενιδών ή ακόμα και ο ίδιος ο Κάσσανδρος ή κάποιος από τους γιους του (όλοι επίγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου), έρχεται να τεκμηριώσει και να υπογραμμίσει εκ νέου την ιστορία των Μακεδόνων, ενός ακριτικού ελληνικού φύλου που κατάφερε να κάνει κτήμα των λαών της οικουμένης τον ελληνικό πολιτισμό.
Χτισμένες στα νότια του Αλιάκμονα, οι Αιγές αποτελούν τον χώρο όπου χτυπάει για αιώνες η καρδιά της «Μακεδονίδας γης» του Ηροδότου. Επί βασιλείας Φιλίππου Β’ γίνονται η κατάλληλη «μήτρα» για να ανθίσει ο σπόρος και η Μακεδονία να καταστεί η πρώτη στρατιωτική και πολιτική δύναμη της εποχής.
Εδώ είναι που ο Φίλιππος Β’ γιορτάζει το 336 π.Χ. τη μεγαλύτερη γιορτή της βασιλείας του και εδώ είναι που πέφτει νεκρός από μαχαίρι, για να έρθει στη συνέχεια ο Μέγας Αλέξανδρος και να του χαρίσει τη σπουδαιότερη καύση νεκρού, βγαλμένη απευθείας από τα ομηρικά έπη.
Οι Αιγές είναι το μέρος όπου ο Μέγας Αλέξανδρος ανακηρύσσεται βασιλιάς και αποφασίζει να ξεκινήσει την άνοιξη του 334 π.Χ. τη μεγάλη εκστρατεία κατά των Περσών. Είναι ο χώρος όπου όλοι οι βασιλιάδες και οι βασίλισσες αναπαύονται μετά τον θάνατό τους. Είναι όλα αυτά τα σπουδαία, που παραμένουν για αιώνες βαθιά κρυμμένα μέσα στη γη και αρχίζουν να βγαίνουν σταδιακά στην επιφάνεια το 1977, όταν η σκαπάνη του Μανόλη Ανδρόνικου αφαιρεί το χώμα, βγάζοντας έτσι από τη λήθη το όνομα του τόπου αυτού και δίνοντας την ευκαιρία να γραφτεί εκ νέου η λαμπρή ιστορία της Μακεδονίας…
Μιας ιστορίας, που αρκετοί επιδιώκουν κατά διαστήματα να αμφισβητήσουν την ελληνικότητά της. Οι Αιγές υπάρχουν για να θυμίζουν αυτήν την αλήθεια. Στον συγκεκριμένο αρχαιολογικό χώρο εντοπίστηκαν επιτύμβιες στήλες απλών ανθρώπων του 6ου αι. π.Χ., πάνω στις οποίες υπήρχαν ελληνικά ονόματα.
Το θέμα με τη Μακεδονία είναι ότι λόγω οικονομικο-πολιτικών συνθηκών δεν εντάχθηκε ποτέ στη «λογική» και τη λειτουργία μιας πόλης-κράτους της Κλασικής Εποχής. Απομονωμένοι στην αυτάρκειά τους οι Μακεδόνες βρίσκονται μακριά από την ιστορική διαδρομή που οδηγεί στην εμφάνιση της Δημοκρατίας -όπως αυτή αποτυπώνεται στην Αθήνα με την Εκκλησία του Δήμου-, επιτυγχάνοντας έτσι να διατηρήσουν μέχρι και τα ελληνιστικά χρόνια παραδόσεις και θεσμούς που χαρακτηρίζουν κυρίως την κοινωνία του Ομήρου.
Η άνοδος του Περδίκκα Α’ στην εξουσία, ενός Δωριέα από το Άργος, συνδέει άμεσα τις Αιγές με την πλούσια και γεμάτη συμβολισμούς δυναστεία των Τημενιδών, απόγονων του Ηρακλή. Το ηρωικό παρελθόν χάνεται στα βάθη του μύθου και οι Μακεδόνες αισθάνονται την ανάγκη να συνεχίσουν την παράδοση του έπους. Ο Μακεδόνας βασιλιάς είναι ταυτόχρονα πολέμαρχος, δικαστής και ιερέας. Άνδρας σπουδαίος, σοφός και θαρραλέος, ο οποίος ως ένας άλλος ήρωας -βγαλμένος κατευθείαν από την Ιλιάδα του Ομήρου- θα παραδοθεί στις φλόγες με μεγάλες τιμές, όταν έρθει η στιγμή να ακολουθήσει το μονοπάτι του θανάτου.
Το zougla.gr βρέθηκε στον αρχαιολογικό χώρο και στο μουσείο των Αιγών, και είχε την ευκαιρία να καταγράψει ορισμένα από τα σημαντικότερα μνημεία της ελληνικής ιστορίας. Με την πολύτιμη συνδρομή του αρχαιολόγου Γιάννη Γραικού, ο οποίος είναι υπεύθυνος επιμελητής όλων των αρχαιοτήτων που βρίσκονται στις Αιγές, γίνεται η παρουσίαση των ευρημάτων με τέτοιον τρόπο, ώστε ο θεατής να έχει την αίσθηση της «φυσικής» περιήγησης μέσα στους χώρους του μουσείου στο πλαίσιο μιας περιεκτικής ξενάγησης.
Το σημαντικότερο εύρημα δεν είναι άλλο από τον τάφο του Φιλίππου. Εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι η ταφική δομή των Μακεδόνων ακολουθούσε τις επιταγές της πλατωνικής φιλοσοφίας, καθώς και τις δοξασίες των αρχαίων Ελλήνων για τη ζωή μετά τον θάνατο, άμεσα συνδεδεμένες με τα μυστήρια που τελούνταν στον ελλαδικό χώρο.
Η χρυσή λάρνακα του Φιλίππου Β’ και το χρυσό στεφάνι που βρέθηκαν στον τάφο του είναι ορισμένα μόνο από τα σημαντικά ευρήματα στη νεκρόπολη των Αιγών.
Για την πλειονότητα των επιστημόνων η σπουδαιότητα του συγκεκριμένου χώρου έγκειται στην ανακάλυψη-τεκμηρίωση πραγμάτων και καταστάσεων που μέχρι σήμερα ήταν γνωστά μόνο μέσω της παράδοσης και των γραπτών κειμένων. Οι μεγάλες τοιχογραφίες έρχονται για πρώτη φορά στο φως με τις ανασκαφές στον Μεγάλο Τύμβο. Οι τρεις Μοίρες, απρόσιτες και αδέκαστες δέσποινες του πεπρωμένου, ο βουβός πόνος της Δήμητρας που χάνει το παιδί της, ο τρόμος στα μάτια της νύμφης που γίνεται μάρτυρας της αρπαγής της Κόρης από τον Άδη φανερώνουν τα επιτεύγματα της ζωγραφικής που μπορούσε να αναπαριστά με πειστικό τρόπο τον ορατό κόσμο, ενώ οι σκηνές στη χρυσελεφάντινη κλίνη του Φιλίππου «κλείνουν το μάτι» στο ρεαλιστικό πορτρέτο, φανερώνοντας στοιχεία της γέννησής του.
Η ατμοσφαιρικότητα κυριαρχεί μέσα σ’ έναν χώρο όπου η έκθεση απευθύνεται όχι μόνο στη λογική αλλά και στο συναίσθημα. Το στοιχείο της έκπληξης κυριαρχεί σε κάθε στροφή του κεφαλιού, την ίδια στιγμή που η ομιλία γίνεται ψίθυρος και το βλέμμα αναζητά με προσμονή τα ευρήματα που ξεπηδούν μέσα από την πάλη φωτός και σκιάς μέσα στον Τύμβο.
Ταυτόχρονη αυτή η αίσθηση της «Καθόδου» -που ενισχύεται από τη μορφολογία της εισόδου-εξόδου αποτυπώνει με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο την ιδέα του θανάτου, όπως αυτή διατηρείται στην αρχαιοελληνική παράδοση. Ο θάνατος είναι ένα ακόμη πέρασμα, ένα μονοπάτι, για αυτό και ο νεκρός πρέπει να έχει μαζί του μια σειρά από αντικείμενα που θα τον συντροφεύουν και θα του κάνουν την πορεία του σε αυτό ευκολότερη. Την ίδια στιγμή όμως αποτελεί και μια υπόσχεση επιστροφής. Ο θάνατος μετουσιώνει.
Ό, τι πέθανε και έμεινε για αιώνες στην αγκαλιά της γης, μπορεί κάποια στιγμή να επιστρέψει πίσω στο φως, όπως η Περσεφόνη γυρίζει από τον Κάτω Κόσμο καθώς δεν έφαγε όλο το φρούτο. Ωστόσο, αυτός που τελικά επιστρέφει, δεν είναι ποτέ πια ίδιος. Τα αντικείμενα χάνουν την πρωτογενή λειτουργία τους (συνοδεία και τιμή στον νεκρό), γίνονται όμως μνημεία και ιδέες μιας λαμπρής εποχής. Αντίστοιχα, όταν ο επισκέπτης ολοκληρώσει το «ταξίδι» του στα υπόγεια του Τύμβου, αναδύεται στην επιφάνεια, έχοντας βιώσει μια πρωτόγνωρη εμπειρία.
Σχολή του Αριστοτέλους: Τόπος συνάντησης των δύο Γιγάντων της Αρχαιότητας
Η άνοδος του Φιλίππου Β’ στην εξουσία φέρνει τη Μακεδονία στην πρώτη θέση της πολιτικής και στρατιωτικής σκηνής.
Παράλληλα όμως συντελείται και μια πρωτόγνωρη άνθηση στον τομέα των τεχνών και των γραμμάτων. Εξαιρετικά ευφυής, μοναδικός διπλωμάτης και στρατηγός, ο Φίλιππος Β’ καταφέρνει παράλληλα να συγκεντρώσει την αφρόκρεμα της διανόησης στην αυλή του, μετατρέποντάς τη έτσι σε μήτρα παραγωγής πολιτισμού, όπως ήταν η Αθήνα τον Χρυσό Αιώνα του Περικλή. Ωστόσο, υπήρξε κάποιος, ο οποίος αρνήθηκε την προσφορά του Φιλίππου Β’ να διδάξει στην αυλή του και αντ’ αυτού τού ξεκαθάρισε πως θα πρέπει να στείλει ο ίδιος τον γιο του, Αλέξανδρο Γ’, στη θέση Ισβόρια, όπου στεγαζόταν η Σχολή του.
Η μαθητεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου δίπλα στον Αριστοτέλη διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη μετέπειτα πορεία του μεγάλου στρατηλάτη. Στη Σχολή του Αριστοτέλη το ειδυλλιακό τοπίο εναρμονίζεται πλήρως με τα μνημεία της πολιτιστικής κληρονομιάς, αποτελώντας τη φυσική ακολουθία μετά τη μαγευτική περιήγηση στους χώρους, όπου δίδαξε ο μεγάλος φιλόσοφος της Αρχαιότητας.
Το zougla.gr βρέθηκε εκεί και με ξεναγό τον ιστορικό Μανώλη Βαλσαμίδη κατέγραψε μοναδικές εικόνες.
Δείτε ακόμη: Αναζητώντας τον τάφο του Αλέξανδρου
Oι Θερμοπύλες της παρακμής
Διασχίζοντας την Ιωνία