Σε όλη την Ελλάδα, από το απόγευμα της Τρίτης 18 Μαΐου και με σχετικό υπόμνημα της ΕΛ.ΑΣ., ζητείται από όλους τους διευθυντές φυλακών της χώρας να ενημερώσουν τις κεντρικές υπηρεσίες της αστυνομίας σχετικά με το χρονοδιάγραμμα των αδειών που αφορούν κρατούμενους για ειδεχθή εγκλήματα κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα λίγο πριν την άγρια δολοφονία στα Γλυκά Νερά.
Στο υπόμνημα περιλαμβάνονται και οι εξής ερωτήσεις:
– Ποιος έλαβε άδεια και για πόσο.
– Αν επέστρεψε και πότε.
Για την αστυνομία έχει πολύ ενδιαφέρον και το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα από τη στυγερή δολοφονία, δηλαδή οι πέντε επόμενες ημέρες.
Μία από τις περιοχές στην οποία έχει στραφεί η έρευνα είναι και η Κρήτη. Όπως μετέδωσε το Cretalive, την επομένη της δολοφονίας στα Γλυκά Νερά, ζητήθηκε από τις Φυλακές Αλικαρνασσού λίστα με τους αποφυλακισθέντες του τελευταίου χρόνου που έχουν απασχολήσει για ειδεχθή εγκλήματα, όπως οι ληστείες μετά φόνου.
Οι ίδιες πηγές ενημέρωσης αναφέρουν ότι παράλληλα η ΕΛ.ΑΣ. επιχειρεί να προσεγγίσει «πληροφοριοδότες» μέσα στις φυλακές, καθώς όλοι γνωρίζουν ότι υπάρχουν διασυνδέσεις και η μία συμμορία γνωρίζει τη δράση της άλλης.
Με βάση τα στοιχεία που έχουν γίνει γνωστά στο Cretalive, δύο είναι κυρίως οι άνδρες που έχουν αποφυλακιστεί μέσα στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και έχουν απασχολήσει για βίαια εγκλήματα. Ο ένας από τους δύο είναι Γεωργιανός και η περίπτωσή του φέρεται να κεντρίζει περισσότερο την προσοχή των Αρχών.
Στην Αλικαρνασσό τα τελευταία χρόνια έχουν προωθηθεί αρκετοί Γεωργιανοί κρατούμενοι. Ανάμεσα σε αυτούς είναι και άτομα που έχουν καταδικαστεί για ληστείες με καλάσνικοφ, ληστείες με ιδιαίτερη βιαιότητα, όπως τα μέλη της γνωστής συμμορίας που «σιδέρωνε» τα θύματά της.
Η εξιχνίαση της ληστείας μετά φόνου στα Γλυκά Νερά αντιμετωπίζεται ως εξαιρετικά δύσκολη παρά το γεγονός ότι αποτελεί Νο 1 υπόθεση τη δεδομένη στιγμή στην ΕΛ.ΑΣ. και όλοι έχουν επικεντρωθεί σε αυτή.
Σε επίπεδο εγκληματολογικών ευρημάτων δεν φαίνεται να υπάρχει φως, ενώ γίνεται μία τιτάνια προσπάθεια από τις άρσεις των τηλεφωνικών απορρήτων και τις αναλύσεις των σχετικών δεδομένων στην περιοχή. Για τον λόγο αυτό η μεγαλύτερη βαρύτητα δίνεται, όπως προαναφέρθηκε, στο δίκτυο πληροφοριών εντός και εκτός φυλακών.