Τον δρόμο για τη φυλακή πήρε ο 32χρονος που σκότωσε τον 60χρονο υπάλληλο του Κέντρου Υγείας Καλυβίων, την προπαραμονή των Χριστουγέννων επειδή πίστευε ότι το θύμα και η σύζυγός του του έκαναν μάγια.
«Έτσι θα απελευθερωνόμουν» φέρεται να ισχυρίστηκε κατά τη διάρκεια της απολογίας του στην ανακρίτρια ο κατηγορούμενος.
Όπως δήλωσε ο Μιχάλης Φράγκου, ένας εκ των συνηγόρων του: «Ομολόγησε την πράξη του. Ήταν ειλικρινής. Ζήτησε συγγνώμη καθώς έχει αρχίσει να συνειδητοποιεί το λάθος του. Θεωρούσε ότι κινδυνεύει η ζωή του από τα μάγια και ότι με αυτό τον τρόπο θα ελευθερωθεί. Επειδή υπάρχουν ψυχολογικά προβλήματα, ζητήσαμε να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη».
Για ένα βαρύτατα διαταραγμένο άτομο έκανε λόγο ο έτερος δικηγόρος του Γιώργος Γιάνναρος: «Είναι εδραιωμένη πλέον η πεποίθησή μας ότι πρόκειται για ένα άτομο βαρύτατα διαταραγμένο ψυχικά και διανοητικά. Κι αυτό δεν είναι ένας όψιμος ισχυρισμός μας, καθώς αφενός δεν είχε κίνητρο για την πράξη, αφετέρου προέρχεται από ένα οικογενειακό περιβάλλον όπου ο πατέρας του δολοφονήθηκε μπροστά στα μάτια του όταν ήταν 14 ετών».
Ο 32χρονος υποστήριξε ότι προμηθεύτηκε το πιστόλι από τη μαύρη αγορά του Μενιδίου και το πρωί της 23ης Δεκεμβρίου 2020 ξήλωσε τις πινακίδες από το γκρί Mitsubishi Colt που ανήκει στη μητέρα του, με την οποία μένει μαζί, ακολούθησε τον 60χρονο υπάλληλο στο Κέντρο Υγείας Καλυβίων και, μόλις ο άτυχος άνδρας πάρκαρε και πριν προλάβει να βγει από το όχημά του, τον πλησίασε και τον πυροβόλησε τρεις φορές, χωρίς το θύμα να προλάβει να αντιδράσει.
Όπως προέκυψε, ο 32χρονος, λίγες μέρες μετά την ανθρωποκτονία, διέφυγε στην Αλβανία μαζί με τη μητέρα του, η οποία φέρεται να γνώριζε και τον προέτρεπε να παραδοθεί χωρίς όμως αποτέλεσμα. Οι αξιωματικοί του Ανθρωποκτονιών, στο πλαίσιο συνεργασίας με τις αλβανικές Αρχές, κατάφεραν να τον εντοπίσουν σε χωριό της Αλβανίας και έτσι διαπιστώθηκε ότι διέμενε παράνομα στη χώρα.