«Σφραγίδα» συνταγματικότητας εξασφάλισε από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας το τέλος επιτηδεύματος που επιβλήθηκε το 2011 στους επιτηδευματίες και όσους ασκούν ελεύθερο επάγγελμα, τηρώντας βιβλία Β΄ ή Γ΄ κατηγορίας.

Για λόγους που συνδέονται με την κάλυψη των δημοσιονομικών αναγκών της χώρας, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου έκρινε πως το τέλος επιτηδεύματος δεν παραβιάζει τις διατάξεις του Συντάγματος και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) αφού ουσιαστικά αποτελεί φόρο που επιβαρύνει συγκεκριμένο κύκλο φορολογουμένων με βάση γενικά και αντικειμενικά κριτήρια.

Οι σύμβουλοι Επικρατείας με πέντε αποφάσεις που εξέδωσαν απέρριψαν ως αβάσιμους όλες τις αιτιάσεις των Δικηγορικών Συλλόγων Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Βόλου και Χαλκίδας, του Σωματείου Έλληνες Φορολογούμενοι και ιδιωτών επιτηδευματιών που υπέγραψαν τις σχετικές προσφυγές ζητώντας την ακύρωση του Ν. 3986/2011 που προβλέπει την επιβολή του επίμαχου τέλους αλλά και της από 2.8.2011 απόφασης του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών με την οποία καθορίστηκε η διαδικασία βεβαίωσης και είσπραξης του.

Σύμφωνα με τις προσφυγές, η επιβολή του τέλους επιτηδεύματος είναι αντισυνταγματική και παράνομη, γιατί αποτελεί φόρο και όχι τέλος, ενώ δεν αντανακλά την πραγματική φοροδοτική ικανότητα των δικηγόρων καθώς παρουσιάζει μια επίπλαστη «αντικειμενική» οικονομική δυνατότητα, που «ουδόλως μπορεί να θεωρηθεί ανεκτή σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις παρούσες συνθήκες ασκήσεως του δικηγορικού λειτουργήματος».

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου όμως αποφάνθηκε πως παρά το χαρακτηρισμό του ως τέλος, αποτελεί φόρο που «επιβλήθηκε για την αύξηση των δημοσίων εσόδων και επομένως προς εξυπηρέτηση κρατικών εν γένει σκοπών (αντιμετώπιση των γενικών δημοσιονομικών αναγκών της χώρας) και δεν καταβάλλεται έναντι ειδικής αντιπαροχής, ήτοι έναντι ειδικώς παρεχόμενης δημόσιας υπηρεσίας προς τους βαρυνόμενους με αυτό». Άρα, μπορεί να αφορά ορισμένες κατηγορίες προσώπων εφόσον «πλήττει ορισμένη φορολογητέα ύλη η οποία, κατ΄ αυτό τον τρόπο, επιτρέπει την επιβάρυνση του συγκεκριμένου αυτού κύκλου φορολογουμένων βάσει γενικών και αντικειμενικών κριτηρίων που τελούν σε συνάφεια με το ρυθμιζόμενο θέμα».

Επίσης, οι σύμβουλοι Επικρατείας, θεωρούν ότι το τέλος επιτηδεύματος το οποίο επιβλήθηκε « βάσει κριτηρίων (χρονικών, τοπικών και πληθυσμιακών) δεν υπερβαίνει τα όρια της διακριτικής ευχέρειας του νομοθέτη να καθορίζει τον ενδεδειγμένο εκάστοτε τρόπο φορολογήσεως διαφόρων κατηγοριών φορολογουμένων».

Επιμέλεια: Μαριάννα Μαρμαρά