«Τόσο η μεταλλική κατασκευή του στεγάστρου του κεντρικού σταδίου στο ΟΑΚΑ, όσο και η αντίστοιχη μεταλλική κατασκευή του ποδηλατοδρομίου, δεν ανταποκρίνονται στο κανονιστικά ελάχιστο επιτρεπόμενο επίπεδο στατικής επάρκειας», καταλήγουν οι μελέτες που έγιναν από τον τεχνικό σύμβουλο του ΤΑΙΠΕΔ, το οποίο έχει στο χαρτοφυλάκιό του τα συγκεκριμένα ακίνητα και είναι επιφορτισμένο με το έργο της συντήρησής τους.
Οι τεχνικοί σύμβουλοι, στους οποίους ανατέθηκε κατόπιν διαγωνισμού η «Εκτεταμένη επιθεώρηση των μεταλλικών κατασκευών Καλατράβα και των πολυκαρβονικών τους στεγάστρων», παρέδωσαν τη συγκεκριμένη μελέτη στη Μονάδα Συμβάσεων Στρατηγικής Σημασίας του ΤΑΙΠΕΔ που έχει αναλάβει να «τρέξει» τους διαγωνισμούς για τη συντήρηση ολόκληρου του ΟΑΚΑ, με προϋπολογισμό ύψους 56,5 εκατ. ευρώ.
Ωστόσο, όπως εξηγούν στην εφημερίδα «Καθημερινή» πηγές που εμπλέκονται στη διαδικασία, αυτός ο προϋπολογισμός θα πρέπει πλέον κατά πάσα βεβαιότητα να αναθεωρηθεί προς τα πάνω, προκειμένου να περιλάβει τα σημαντικά έργα συντήρησης και επισκευής που προκύπτει ότι χρειάζονται για το κεντρικό στάδιο. Επί του παρόντος το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος έχει αναλάβει να επεξεργαστεί τα ευρήματα των συμβούλων του ΤΑΙΠΕΔ και να καταλήξει στη δική του αξιολόγηση.
Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να ακολουθήσουν μελέτες για το τι πρέπει να γίνει και πώς θα γίνει, και κατόπιν διαγωνισμοί για την υλοποίηση των έργων.
Σύμφωνα με όσα ανέφερε χθες το απόγευμα ο υπουργός Παιδείας με αρμοδιότητα τον Αθλητισμό Γιάννης Βρούτσης, το ποδηλατοδρόμιο είναι πιθανόν να μπορέσει να παραδοθεί το 2024. Όμως για το κεντρικό στάδιο επιφυλάχθηκε να απαντήσει, καθώς είναι προφανές πως δεν υπάρχει ακόμη ορατότητα ούτε καν για το χρονοδιάγραμμα που θα έχει η πορεία αποκατάστασης.
Τα συμπεράσματα της μελέτης
Με βάση τα συμπεράσματα της εκτενέστατης μελέτης, τα οποία έχει στη διάθεσή της η «Καθημερινή», που παραδόθηκε από το ΤΑΙΠΕΔ στην κυβέρνηση και φέρει ημερομηνία 25/9/2023, η αξιολόγηση της στατικής επάρκειας του κεντρικού σταδίου έχει ως εξής:
«Η μεταλλική κατασκευή του στεγάστρου του κεντρικού σταδίου δεν ανταποκρίνεται στο κανονιστικά ελάχιστο επιτρεπόμενο επίπεδο στατικής επάρκειας».
«Από την παραπάνω αναλυτική διερεύνηση προκύπτει ότι η μεταλλική κατασκευή του στεγάστρου του κεντρικού σταδίου δεν ανταποκρίνεται στο κανονιστικά ελάχιστο επιτρεπόμενο επίπεδο στατικής επάρκειας (έλεγχος με ελαστική και πλαστική αντοχή των διατομών των τόξων). Η υπολογιστική αυτή ανεπάρκεια δεν σχετίζεται με κακοτεχνίες ή/και ανεπαρκή σύνδεση των φορέων κατά τη φάση της κατασκευής, αλλά αναφέρεται στην ιδεατή δομική κατάσταση που, υποθετικά, είχε το στέγαστρο αμέσως μετά την ολοκλήρωσή του, σε εφαρμογή της έβδομης έκδοσης της στατικής του μελέτης. Επιπλέον με βάση τα ευρήματα από την οπτική επιθεώρηση και τους μη καταστροφικούς ελέγχους που διενεργήθηκαν στα πλαίσια της παρούσας σύμβασης, προκύπτει πως η κατάσταση αυτή επιτείνεται από την ύπαρξη σημαντικών μη αποδεκτού χαρακτήρα αστοχιών συνδέσεων (δηλαδή ρωγμές σε μετωπικές συγκολλήσεις, προεντεταμένοι κοχλίες χωρίς προένταση, κοχλιωτές συνδέσεις μη αποδεκτού τύπου), οι οποίες είναι μεν επισκευάσιμες, αλλά απομειώνουν σημαντικά την ήδη επισημανθείσα περιορισμένη κανονιστική στατική επάρκεια των φορέων. Στη βάση των ανωτέρω θεωρούμε αναγκαία την επισκευή των προβληματικών σημείων και τη δρομολόγηση των απαραίτητων διαδικασιών αποκατάστασης του απαιτούμενου επιπέδου στατικής επάρκειας του εμβληματικού αυτού έργου».
Οσον αφορά την αξιολόγηση της στατικής επάρκειας του ποδηλατοδρομίου, το συμπέρασμα της μελέτης έχει ως εξής:
«Από την παραπάνω αναλυτική διερεύνηση προκύπτει ότι η μεταλλική κατασκευή του ποδηλατοδρομίου δεν ανταποκρίνεται στο κανονιστικά ελάχιστο επιτρεπόμενο επίπεδο στατικής επάρκειας με βάση την ελαστική αντοχή των διατομών των τόξων, ενώ λαμβάνοντας υπόψη την πλαστική αντοχή των διατομών διαπιστώνεται οριακή στατική επάρκεια. Ωστόσο, αν και με βάση την κατηγοριοποίηση των διατομών των τόξων είναι κανονιστικά αποδεκτή η χρήση πλαστικών αντοχών στους ελέγχους επάρκειας, θα πρέπει να τονιστεί πως η ανάπτυξη σημαντικών πλαστικών παραμορφώσεων σε ένα έντονα θλιβόμενο μέλος όπως το τόξο ανάρτησης είναι αμφίβολη και ως εκ τούτου η συγκεκριμένη προσέγγιση είναι μη συντηρητική. Επιπλέον εντοπίστηκε ανεπάρκεια φέρουσας ικανότητας στα εφέδρανα των τόξων. Οι συγκεκριμένες ανεπάρκειες δεν σχετίζονται με κακοτεχνίες κατά τη φάση της κατασκευής, αλλά αναφέρονται στην ιδεατή δομική κατάσταση που, υποθετικά, είχε το στέγαστρο αμέσως μετά την ολοκλήρωσή του. Επίσης, με βάση τα ευρήματα από την οπτική επιθεώρηση και τους μη καταστροφικούς ελέγχους που διενεργήθηκαν εντοπίζονται σημαντικά προβλήματα διάβρωσης των διατάξεων αγκύρωσης στη βάση των αναρτήρων, με ενδεχόμενη επίδραση του εσωτερικού της αγκύρωσης αλλά και στο σώμα των αναρτήρων. Στη βάση των ανωτέρω θεωρούμε αναγκαίο για την επισκευή των προβληματικών σημείων τη δρομολόγηση των απαραίτητων διαδικασιών αποκατάστασης του απαιτούμενου επιπέδου στατικής επάρκειας του εμβληματικού αυτού έργου».