Χρήστος Μαζάνης
Συνελήφθη στη Γερμανία, αφού καταζητούνταν για επτά χρόνια, ο 47χρονος Έλληνας Νικόλας Λιαράκος, ο οποίος – σύμφωνα με την Ιταλική Υπηρεσία Ερευνών Κατά της Μαφίας – εμπλέκεται σε διακίνηση ναρκωτικών και όπλων για λογαριασμό της Ντράγκετα (Μαφία της Καλαβρίας).
Καταδικασμένος για εμπόριο ναρκωτικών σε κάθειρξη 28 ετών από το Εφετείο του Καταντζάρο, κατάφερε να δραπετεύσει από τις φυλακές δύο φορές. Την πρώτη το 2013, από τις φυλακές της Μεσσήνας και στη συνέχεια τον Οκτώβριο του 2016, από τις φυλακές της Ρώμης. Στον χώρο του οργανωμένου εγκλήματος έγινε διάσημος, αφού κατάφερε να δραπετεύσει από τις φυλακές της Ρεμπίμπια, στη Ρώμη, με σεντόνι το οποίο χρησιμοποίησε ως σχοινί. Τα ίχνη του είχαν χαθεί για όλα αυτά τα χρόνια, ζώντας επικίνδυνα σε χώρες όπως η Γερμανία, η Αλβανία, η Σερβία, η Ολλανδία, το Βέλγιο και το Μαυροβούνιο, με έναν και μόνο στόχο: να βγάλει λεφτά πουλώντας όπλα και κοκαΐνη σε «φίλους» της Καλαβρίας που είχαν ανάγκη από προμήθειες μέσω των καναλιών της Νότιας Αμερικής.
Στην τελευταία έρευνα της Υπηρεσίας Ερευνών Κατά της Μαφίας του Καταντζάρο, που ονομάζεται «Gentleman 2», κατηγορείται ότι ήταν ο προμηθευτής των ναρκωτικών για τις φαμίλιες της Ντράγκετα στην Καλαβρία, Αμπρουτσέζε και Φοραστέφανο.
Η σύλληψή του έγινε πριν από δύο 24ωρα στο πλαίσιο μιας ευρύτερης επιχείρησης της Υπηρεσίας Ερευνών Κατά της Μαφίας του Καταντζάρο, αλλά και της Ιταλικής Οικονομικής Αστυνομίας (Guardia di Finanza) σε συνεργασία με την Κεντρική Υπηρεσία Διερεύνησης Οργανωμένου Εγκλήματος (SCICO), των Αστυνομικών Δυνάμεων της Γερμανίας και του Βελγίου, αλλά και την υποστήριξη της Europol και της ιταλικής αντιπροσωπείας της Eurojust.
Ο Λιαράκος χρησιμοποιούσε αρκετά ονόματα. Σύμφωνα με τους Ιταλούς, αυτό που είχε τελευταία ήταν το «Ίλιρ Πέρε».
Ανώτερος αξιωματικός της Ιταλικής Αστυνομίας Οικονομικού Εγκληματος που συμμετείχε στην επιχείρηση, ανέφερε στη «Ζούγκλα» πως ο Λιαράκος κινούταν περισσότερο μεταξύ Γερμανίας και Βελγίου, όμως ερευνάται και η σχέση του και με εγκληματικές ομάδες που δρουν στην Ελλάδα. Παράλληλα έκανε σαφές πως οι έρευνες δεν έχουν ακόμα τελειώσει και δεν αποκλείεται να προκύψουν κι άλλα στοιχεία.
Επίσης ιταλική δικαστική πηγή που εμπλέκεται στην υπόθεση είπε στην ηλεκτρονική μας εφημερίδα πως ο «Έλληνας» χρησιμοποιούσε πολλά ονόματα προκειμένου να μπορεί να διαφεύγει. Πρόσθεσε ακόμα ότι είχε πάρα πολύ καλές σχέσεις με την Αλβανική μαφία σε πολλές χώρες της Ευρώπης.
Ο ανακριτής του Καταντζάρο είχε εκδώσει ένταλμα σύλληψης κατά 25 ατόμων για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση που διακινούσε ναρκωτικά και όπλα. Παράλληλα, διενεργήθηκε η προληπτική κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων συνολικής αξίας 3,8 εκατ. ευρώ, η οποία επίσης εκδόθηκε από τον ίδιο ανακριτή, ενώ η βελγική δικαστική αρχή διέταξε τη σύλληψη εννιά ατόμων.
Ο Ιταλός εισαγγελέας Νικόλα Γκρατέρι, ο οποίος συντονίζει τη μεγαλύτερη δίκη των τελευταίων ετών κατά της Μαφίας της Καλαβρίας επιβεβαίωσε τηλεφωνικά στη «Ζούγκλα» τη σύλληψη του Λιαράκου ενώ διευκρίνισε πως πρόκειται για Έλληνα και όχι Αλβανό, παρόλο που ο συλληφθείς χρησιμοποιούσε αλβανικά ονόματα.
Κατά τη διάρκεια της παρουσίασης της επιχείρησης είπε ότι «έγινε μια πολύ σημαντική έρευνα η οποία υποστηρίχθηκε από την Eurojust, την Europol και την Interpol. Επίσης, υπήρξε συνεργασία με την Κεντρική Διεύθυνση Υπηρεσιών Καταπολέμησης Ναρκωτικών, ένα όργανο που εδρεύει στη Ρώμη και το οποίο επιτρέπει τη συνεργασία με άλλους φορείς, συμπεριλαμβανομένων των αστυνομικών δυνάμεων της Γερμανίας και του Βελγίου». Σημειώνεται ότι ο Νικόλα Γκρατέρι πρόσφατα έδωσε αποκλειστική συνέντευξη στη «Ζούγκλα» με τίτλο «Αποθήκη ναρκωτικών η Ελλάδα», όπου αναφέρεται και στις σχέσεις της Ντράγκετα με τη χώρα μας.
«Για έναν χρόνο ήμασταν αναστατωμένοι επειδή ο Λιαράκος είναι ένας πολύ επικίνδυνος χαρακτήρας. Επίσης ήταν δύσκολο να τον αναγνωρίσουμε, αλλά παρακολουθήθηκε προσεκτικά τόσο από τις ιταλικές, όσο και από τις γερμανικές και βελγικές αρχές και τελικά τον μπλοκάραμε. Τώρα θα πρέπει να απαντήσει σε δύο ποινικές διαδικασίες, μία στην Ιταλία και μία στο Βέλγιο», είπε ο εισαγγελέας.
Οι επαφές με τη Νότια Αμερική και το καρτέλ του Ελ Τσάπο
Οι δύο οικογένειες της Ντράγκετα, οι οποίες είχαν πόλεμο μεταξύ τους για χρόνια, είχαν επιτύχει την ειρήνη χάρη στο κοινό ενδιαφέρον για τη διακίνηση ναρκωτικών. Μάλιστα, όπως προκύπτει από τις έρευνες, συνεργάζονταν με τον Λιαράκο προκειμένου κιλά κοκαΐνης να φτάνουν στην Καλαβρία. Τα ναρκωτικά έφτασαν στη Γερμανία από την Κολομβία και στη συνέχεια στην Καλαβρία για να πουληθούν στις πιάτσες.
Κατά τη διάρκεια των ερευνών, η γερμανική αστυνομία καταγράφει σε ένα ιταλικό εστιατόριο συνάντηση των επικεφαλής των φατριών: Νικόλα Αμπρουτσέζε, Φιορέλο Αμπρουτσέζε, Πασκουάλε Φοραστέφανο, Αλεσάντρο Φοραστέφανο, με τον προμηθευτή τους Λιαράκο.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης όλοι τους αναφέρονται στην ποσότητα και την τιμή του ναρκωτικού, τους τρόπους και τους χρόνους μεταφοράς του, τα χρήματα που απαιτούνται για την αγορά, καθώς και άλλα θέματα που αφορούν την επιχείρηση. Επιπλέον, οι έμποροι ναρκωτικών ανταλλάσσουν μηνύματα συνοδευόμενα από φωτογραφίες που απεικονίζουν το φορτίο των ναρκωτικών έτοιμο προς αποστολή, τις δεσμίδες των χαρτονομισμάτων, ακόμη και τους υπολογισμούς που αφορούν στα χρηματικά ποσά που επένδυσε ο καθένας στην επιχείρηση.
Όπως αναφέρει η Υπηρεσία Ερευνών Κατά της Μαφίας, ήταν καθήκον του Λιαράκου να διατηρεί επαφή με τους προμηθευτές, να διαπραγματεύεται την τιμή και τους τρόπους παράδοσης του φορτίου, να δίνει αναφορά στους χρηματοδότες, αλλά και να φρουρεί το χρηματικό ποσό που επενδύθηκε για την εισαγωγή της κοκαΐνης.
Σε μία από τις έρευνες βρέθηκε και ένα χειρόγραφο φύλλο του Λιαράκου -ο οποίος τη στιγμή της σύλληψής του κρατούσε πιστόλι με σιγαστήρα-, που περιείχε υπολογισμούς για την τιμή της κοκαΐνης για αποστολή σε φίλο.
Ο Έλληνας, όπως τονίζουν Ιταλικές αστυνομικές πηγές, είχε φίλους σε όλους τους διεθνείς εγκληματικούς κύκλους και πάντα αναζητούσε νέα αποτελέσματα και χρήματα. Τόσο που πρότεινε στους Καλαβρέζους «εταίρους» να κοιτάξουν και άλλα «κανάλια» ανεφοδιασμού ναρκωτικών, εκτός από τα κολομβιανά. Σε συνομιλία του στην πλατφόρμα «Sky-Ecc» αναφέρει ότι υπάρχει ένας Αλβανός που ζει στο Μεξικό και είναι με το καρτέλ Sinaloa, ο οποίος μπορεί να βοηθήσει στην προμήθεια ποσοτήτων.
Κρυπτογραφημένες συνομιλίες μέσω πλατφόρμας
Ο Πασκουάλε Φοραστέφανο και ο Λιαράκος εντοπίστηκαν να επικοινωνούν μέσω μιας διεθνούς πλατφόρμας κρυπτογραφημένων μηνυμάτων, την «Sky-ecc» με έδρα τον Καναδά. Εγκληματίες από όλο τον πλανήτη θεωρούν το συγκεκριμένο τρόπο επικοινωνίας αδιαπέραστο από κάθε είδους υποκλοπή. Έκαναν όμως λάθος, διότι τόσο οι αμερικανικές ανακριτικές υπηρεσίες (DEA και FBI), όσο και οι ευρωπαϊκές κατάφεραν να παραβιάσουν το δίκτυο και το 2021 η Europol, χάρη στα ληφθέντα δεδομένα, πραγματοποίησε έκτακτη επιχείρηση κατά των ναρκωτικών.
Κοκαΐνη με 30.000 ευρώ το κιλό και χασίσι μάρκας «Ferrari»
Σε μια περίπτωση που έχουν καταγράψει οι Αρχές, ο Λιαράκος πρότεινε την αγορά 35 κιλών κοκαΐνης με τιμή 30.000 ευρώ το κιλό. Για να αποδείξει μάλιστα την καλή ποιότητα του εμπορεύματος, έδωσε δείγμα ενός κιλού στον Φιορέλο Αμπρουτσέζε. Σε άλλη περίπτωση είχε προσφέρει χασίς αφγανικής προέλευσης, μάρκας «Ferrari», με αποστολή φωτογραφίας που δείχνει το δείγμα της αποστολής που φυλάσσεται στην Ιταλία, αναφέροντας και την τιμή αγοράς.
Ερευνάται εάν προμήθευε και όπλα
Οι ανακριτές που χειρίζονται την υπόθεση ερευνούν το ενδεχόμενο ο Λιαράκος να μην ήταν μόνο προμηθευτής κοκαΐνης από τη Νότια Αμερική, αλλά μέσω αυτού η Ντράγκετα να προσπάθησε να διαπραγματευτεί και την προμήθεια όπλων και πυρομαχικών. Και αυτό γιατί, όπως επισημαίνουν, έχουν στην κατοχή τους φωτογραφίες που απέστειλε ο Έλληνας, που δείχνουν διάφορα τουφέκια, όπλα με σιγαστήρα, αλεξίσφαιρα γιλέκα, αλλά και καπέλα με την ένδειξη «Police». Την εμπλοκή του στην προμήθεια όπλων ενισχύουν και οι καταγεγραμμένες συνομιλίες μεταξύ των εμπλεκομένων.