Τον τελευταίο καιρό υπάρχει μια συντονισμένη εκστρατεία κατασυκοφάντησης των ΑΠΕ, στις οποίες επιχειρείται να αποδοθεί αποκλειστικά η επιβάρυνση των καταναλωτών από τις πρόσφατες αυξήσεις στους λογαριασμούς της ΔΕΗ, υποστηρίζει σε σημερινή ανακοίνωση ο Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών (ΣΕΦ).
Ο ΣΕΦ αναφέρει ακόμη ότι στην πραγματικότητα η ακολουθούμενη ενεργειακή πολιτική ενισχύει αμέσως ή εμμέσως όλες τις τεχνολογίες (συμβατικές και ΑΠΕ), δηλαδή την ηλεκτροπαραγωγή με λιγνίτη, πετρέλαιο, φυσικό αέριο και ανανεώσιμες πηγές.
«Εδώ και χρόνια, η χώρα μας εφαρμόζει για τις ΑΠΕ το λεγόμενο γερμανικό μοντέλο των σταθερών εγγυημένων τιμών (που εφαρμόζεται επιτυχώς σε 60 χώρες) με διαφοροποίηση μεταξύ των τεχνολογιών, για να τονώσει την ανάπτυξη των ΑΠΕ», επισημαίνει ακόμη ο Σύνδεσμος.
«Το μοντέλο επιδοτεί μέσω ενός διακριτού πόρου (που στην Ελλάδα ονομάζεται ΕΤΜΕΑΡ) που καταβάλλεται για 20 έτη, την κατασκευή μονάδων ΑΠΕ, σε αντικατάσταση των ρυπογόνων συμβατικών μονάδων. Στόχος είναι η αλλαγή του ενεργειακού μείγματος της χώρας, ώστε οι μελλοντικές γενεές να απολαμβάνουν φθηνότερο ρεύμα, λιγότερες εισαγωγές καυσίμων και καθαρότερο περιβάλλον».
Από την πλευρά της η Ελληνική Επιστημονική Ένωση Αιολικής Ενέργειας ζητά με σημερινή ανακοίνωση:
– Να μην προωθηθεί η διάταξη που προβλέπει ότι η τιμή πώλησης θα προσδιορίζεται μετά την υλοποίηση της επένδυσης γιατί κάτι τέτοιο καθιστά αδύνατη τη χρηματοδότηση των επενδύσεων λόγω της αβεβαιότητας που εισάγει και δεν ισχύει σε καμία χώρα της Ευρώπης εκτός από την Βουλγαρία.
– Να μην καταργηθεί η ετήσια αναπροσαρμογή της τιμής πώλησης, γιατί «η πρόταση αυτή αγνοεί το γεγονός ότι οι αιολικές επενδύσεις έχουν σημαντικά κόστη κατά τη λειτουργία (περιλαμβανομένου φυσικά του κόστους δανείων και κεφαλαίου) που εξαρτώνται από τον πληθωρισμό».
– Να παραμείνει αρμοδιότητα της Βουλής ο καθορισμός της τιμής όπως ισχύει από το 1994 γιατί η μεταφορά της αρμοδιότητας στον υπουργό θα μειώσει το επίπεδο επενδυτικής ασφάλειας.