Την επιτακτική ανάγκη να τηρούνται πιστά τα υποχρεωτικά μέτρα βιοασφάλειας που έχουν ανακοινωθεί από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, λόγω της σημαντικής αύξησης των περιπτώσεων ανίχνευσης της γρίπης των πτηνών σε πληθυσμούς άγριων πουλιών σε διαφορετικές περιοχές της χώρας το τελευταίο διάστημα, υπογραμμίζει με επείγουσα ανακοίνωσή της, η αρμόδια Διεύθυνση της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.

Συγκεκριμένα, η διεύθυνση Κτηνιατρικής- Τμήμα Υγείας Ζώων και Κτηνιατρικής Αντίληψης, Φαρμάκων και Εφαρμογών της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας αναφέρει ότι με τα μέχρι τώρα δεδομένα, η παρουσία του υπότυπου Η5Ν1 έχει επιβεβαιωθεί σε αργυροπελεκάνους (Pelecanus crispus) στις Π.Ε. Φλώρινας, Ιωαννίνων, Καστοριάς, Θεσσαλονίκης, Κοζάνης και Σερρών, καθώς και σε κύκνους (Cygnus cygnus) στην Περιφερειακή Ενότητα Καστοριάς.

«Τα συγκεκριμένα ευρήματα καταδεικνύουν την κυκλοφορία ιών της γρίπης των πτηνών στην άγρια ορνιθοπανίδα της χώρας και τον αυξημένο κίνδυνο μόλυνσης εκτρεφόμενων πουλερικών την τρέχουσα χρονική περίοδο», επισημαίνει χαρακτηριστικά στην ανακοίνωσή της η αρμόδια υπηρεσία της ΠΚΜ, προσθέτοντας ότι σύμφωνα με την τελευταία εγκύκλιο του αρμόδιου υπουργείου «συνιστάται η διατήρηση όλων των πουλερικών-μεταξύ άλλων -οικόσιτων, ελευθέρας βοσκής, βιολογικής εκτροφής-σε κλειστούς χώρους, τουλάχιστον μέχρι τα τέλη Απριλίου».

Εφιστώντας έτσι την προσοχή για την πιστή εφαρμογή των μέτρων βιοασφάλειας που έχουν γνωστοποιηθεί, η αρμόδια υπηρεσία σημειώνει ότι μεταξύ αυτών προβλέπεται η απαγόρευση διατήρησης των πουλερικών (οικόσιτων, ελευθέρας βοσκής, βιολογικής εκτροφής κλπ.) σε ανοιχτούς χώρους (προαύλια, αυλές, αγρούς κ.λπ.) εκτροφών σε περιοχές της χώρας που βρίσκονται σε απόσταση μικρότερη των δύο χιλιομέτρων από υγροβιότοπους, ποταμούς, λίμνες και κάθε είδους υδατοσυλλογές, αλλά και σε μη περιφραγμένους χώρους σε όλη την επικράτεια της χώρας.

Σε περιπτώσεις αυξημένης νοσηρότητας ή θνησιμότητας των πουλερικών, οι κάτοχοί τους υποχρεούνται να ενημερώνουν άμεσα τις κτηνιατρικές αρχές για να ληφθούν τα απαραίτητα δείγματα.

Για τους πολίτες συστήνεται να αποφεύγουν την επαφή με νεκρά ή άρρωστα άγρια πτηνά στο πεδίο και αναφέρεται ότι σε περίπτωση ανεύρεσης νεκρών ή ημιθανών πτηνών, παρακαλούνται να ενημερώσουν άμεσα κάποιον αρμόδιο για την περισυλλογή τους και αποστολή δειγμάτων στο αρμόδιο εργαστήριο, όπως δασική υπηρεσία, θηροφύλακες, κυνηγούς ή μέλη περιβαλλοντικών οργανώσεων (προηγείται επικοινωνία με τις τοπικές κτηνιατρικές υπηρεσίες).

Όταν υπάρχει υπόνοια ή επιβεβαίωση της νόσου σε νεκρά άγρια πτηνά, όπως αναφέρει η αρμόδια υπηρεσία της ΠΚΜ, η διαχείριση των πτωμάτων τους πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) 1069/2009 και τις σχετικές παρεκκλίσεις του, λαμβάνοντας τα αναγκαία μέτρα ατομικής προστασίας και ακολουθώντας τις σχετικές οδηγίες του ΕΟΔΥ.

Στο μεταξύ επισημαίνεται ότι με βάση την τελευταία εγκύκλιο, όταν εντοπίζονται νεκρά άγρια πτηνά σε μια περιοχή (π.χ. λίμνη) που έχει ήδη επιβεβαιωθεί η παρουσία της νόσου την τρέχουσα επιδημική περίοδο, δεν θα λαμβάνονται εκ νέου δείγματα για εργαστηριακές εξετάσεις από πτηνά, για το είδος των οποίων υπάρχουν προγενέστερα επιβεβαιωμένα περιστατικά, αλλά από πτηνά διαφορετικών ειδών. Στην περίπτωση αυτή, τα πτώματα θα θεωρούνται δυνητικά μολυσμένα από ιούς της γρίπης των πτηνών και θα διαχειρίζονται σύμφωνα με την νομοθεσία.

«H δημόσια υγεία δεν διατρέχει κίνδυνο»

Τη διαβεβαίωση ότι η κυκλοφορία ιών της γρίπης των πτηνών δεν σημαίνει πάντα απειλή για τη δημόσια υγεία, έδωσε εκ νέου σήμερα μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο διευθυντής στο Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων Κτηνιατρικής, καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) Σπύρος Κρήτας.

Το γεγονός ότι μπορεί να υπάρχει κυκλοφορία ιών της γρίπης των πτηνών στην άγρια ορνιθοπανίδα της χώρας «δεν παίζει κάποιο ιδιαίτερο ρόλο επιδημιολογικά», τόνισε και πρόσθεσε, ότι «με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, η δημόσια υγεία δεν διατρέχει κανένα απολύτως κίνδυνο».