Πέρα από τη διαφωνία σας με τον ρομαντισμό στην αριστερή άποψη, επιτρέψτε μου να κάνω μία επισήμανση τεχνικού χαρακτήρα. Θεωρώ ότι θα βοηθήσει στην προσπάθειά σας να επικοινωνήσετε με τον έξω κόσμο, στον οποίον ούτως ή άλλως ανήκετε. Το μαύρο φόντο με τη λευκή γραμματοσειρά μού έβγαλε τα μάτια για να το διαβάσω.
Όταν πήρα το βλέμμα μου από το κείμενο, έβλεπα τη γραμματοσειρά στον ορίζοντα σαν αποδημητικά πουλιά σε ταξίδι επιστροφής κι επειδή το κείμενό σας έχει ειδικό βάρος και εξαιρετικό ενδιαφέρον, το παραθέτω σε άσπρο φόντο με μαύρη γραμματοσειρά, χωρίς κάτι τέτοιο να αποτελεί κατ’ ανάγκην σημείο διαφοροποίησης από τις απόψεις σας. Μόνο και μόνο για να διευκολύνει τον αναγνώστη να αντιληφθεί ξεκούραστα σε ποιους απευθύνεστε.
Εκτός από την πολιτική μυωπία και τον πολιτικό αστιγματισμό υπάρχει και η παθολογική, πέραν της ηλικίας, η οποία δημιουργεί πολιτική αρτηριοσκλήρυνση και καθιστά την επικοινωνία δυσκολότερη.
Παραθέτω το ενδιαφέρον απόσπασμα από την πολιτική σας ταυτότητα που διευκρινίζει σε ποιους απευθύνεστε αυτούσιο από το site του «Ρουβίκωνα», rouvikonas.gr.
Σε ποιους απευθυνόμαστε
Απευθυνόμαστε στους «από τα κάτω», στην «βάση της κοινωνικής πυραμίδας», στον «λαό», τους «φτωχούς», τον «κόσμο της εργασίας»… Ορισμοί που δίνουν μεν κατεύθυνση αλλά περισσότερο ξεκαθαρίζουν σε ποιούς δεν απευθυνόμαστε παρά σε ποιούς το κάνουμε. Αυτό είναι πρόβλημα.
Έχουν χυθεί τόνοι μελάνι γιαυτό το άγιο δισκοπότηρο των επαναστατικών αντιλήψεων. Δεν φέρνουμε κάτι καινούριο αλλά θα επιμείνουμε στην προσπάθεια να περιγράψουμε με πρακτικούς όρους το “υποκείμενο”.
Κατά πρώτον αναφερόμαστε στην εργατική τάξη. Αυτούς δηλαδή που προσφέρουν εργασία και εισπράττουν μισθό, που τη δουλειά τους την καρπώνεται αφεντικό. Στη συνέχεια αναφερόμαστε στα κατώτερα μικροαστικά στρώματα, αυτοαπασχολούμενους κατά κύριο λόγο. Απευθυνόμαστε στους αγρότες που ζουν είτε ως εργάτες γης είτε ως μικροκτηματίες παραγωγοί σε ατομική ή οικογενειακή βάση. Στους άνεργους και τις νεολαιίστικες μάζες που λόγω σπουδών ή όχι δεν έχουν βγει ακόμα στην παραγωγή. Σε όλους αυτούς που δεν ανήκουν στα αφεντικά αυτού του κόσμου.
Αντιλαμβανόμαστε το ελλιπές κάθε τέτοιας στενής ταξικής προσέγγισης και γιατί αφήνει αναπάντητα ερωτήματα και γιατί τελικά δεν επαρκεί να ταξινομήσει τις κοινωνικές δυνάμεις. Όταν ας πούμε παρεμβαίνουμε στα πανεπιστήμια και την σπουδάζουσα νεολαία αυτό δεν προσδιορίζει μια σαφή ταξική απεύθυνση, παρόλα αυτά το κάνουμε. Το ίδιο ισχύει και για άλλες κοινωνικές ομάδες. Το λούμπεν για παράδειγμα στο οποίο ενσωματώνουμε και τη νεολαία των γηπέδων, είναι για εμάς ένα πεδίο παρέμβασης που και πάλι δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακριβείς ταξικές συντεταγμένες. Αλλά και θεματικές πολιτισμικής φύσης όπως ο σεξισμός ή ο ρατσισμός έχουν σχετικά διαταξικό χαρακτήρα ως προς τους φορείς τους. Δεν θα κάνουμε διάκριση σε πλούσιο και φτωχό αν πρόκειται για έναν βιαστή, δεν θα χαριστούμε σε έναν ρατσιστή επειδή το αφεντικό του τον εκμεταλλεύεται. Αντίστροφα δεν θα χαριστούμε σε έναν μετανάστη που “φτιάχτηκε” και έγινε ο ίδιος αφεντικό, δεν μας πολυαφορά ο μισθωτός-μεγαλοστέλεχος ή προϊστάμενος μιας πολυεθνικής, δεν έχουμε κάποια έτοιμη φόρμουλα να αντιμετωπίσουμε τον άνεργο ή άεργο εισοδηματία η μεγαλοκληρονόμο. Θα δεχτούμε ως εργάτη τον δημόσιο υπάλληλο, γνωρίζοντας όμως ότι αυτό είναι μια αναγκαστική σύμβαση σε μια πολύπλοκη πραγματικότητα, παρόλα τούτα είναι κι αυτός μέρος του υποκειμένου που μας ενδιαφέρει… οι περιπτώσεις είναι άπειρες. Όσες όμως κι αν είναι οι εξαιρέσεις, όσο θολά κι αν είναι τα όρια, η ταξική θέση είναι το κυριότερο αν και όχι το μοναδικό κριτήριο μας.
Για εμάς η κοινωνική αλλαγή δεν έχει ούτε νόημα ούτε χρησιμότητα αν δεν εξασφαλίζει δύο παράγοντες: ότι αφορά μια μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία και ότι ανταποκρίνεται στα πραγματικά υλικά συμφέροντα και ελπίδες αυτής της πλειοψηφίας
Απέναντι στο ερώτημα αν είναι η κοινωνική και ταξική θέση ή η επαναστατική συνείδηση που καθορίζει το «υποκείμενο» η απάντησή μας είναι ξεκάθαρη, είναι η θέση. Η συνείδηση είναι αυτό για το οποίο παλεύουμε.
Σε κάθε περίπτωση ο Ρουβίκωνας δεν μιλάει από έξω στο «υποκείμενο». Είμαστε μέρος του, μιλάμε ως μέρος της ίδιας κοινωνικής και ταξικής οικογένειας. Δεν δρούμε «για τους εργάτες», δρούμε «ως εργάτες». Αυτό που μας χαρακτηρίζει είναι η κοινότητα και η βαθιά δέσμευση στην κοινωνική και ταξική “οικογένειά” μας. Αυτό οφείλει να χαρακτηρίζει όλους τους αναρχικούς. Αυτό άλλωστε τους χαρακτήρισε σε όλες τις μεγάλες στιγμές αυτού του κινήματος. Η στέρεα πίστη στις δυνατότητες της κοινωνικής βάσης στην οποία ανήκουν. Και μόνο υπό αυτό το δεδομένο οι αναρχικοί αποκτούν το δικαίωμα να κριτικάρουν όσο σκληρά χρειαστεί αυτή την κοινωνική βάση και να συγκρουστούν προσωρινά με τμήματά της. Η “οικογενειακή κριτική” μπορεί να είναι η πιο σκληρή…
Θεωρούμε ματαιοπονία και παράλογη σπατάλη αγωνιστών και δυνατοτήτων, παρά το “Βαγκνερικό μεγαλείο” της την «φυγή προς τα μπρος» αναρχοατομικιστικών ρευμάτων που δίνοντας αξιωματικό χαρακτήρα στην εθελοδουλία των μαζών και την ιδιώτευση των καταπιεσμένων, ρίχνουν πίσω τους μαύρη πέτρα και ορμάνε μόνοι τους στον εχθρό.
Πολύ χειρότερα, μας εξοργίζει ο επαναστατικός ελιτισμός που δεν είναι προνόμιο μίας τάσης. Η αντικοινωνική και αφ υψηλού κριτική που διαγράφει μονοκοντυλιά κοινωνικές πλειοψηφίες στο όνομα ηθικών (όπως καταντούν) απαιτήσεων, που όσο σωστές κι αν είναι καταλήγουν εργαλεία πολιτικού ναρκισσισμού μιας αυτόκλητης πολιτικής ελίτ. Γνωρίζουμε ότι στο δικό μας έργο έχουν αποτύχει τεράστιες μορφές της ιστορίας, έχουν συντριβεί παντοδύναμα κινήματα. Δεν μας κάνει ιδιαίτερη εντύπωση που οι μάζες δεν ενθουσιάστηκαν από προκηρύξεις, αφίσες και διαδηλώσεις για ένα διάστημα κάποιων ετών. Δεν μας εκπλήσσει που ο κόσμος συνεχίζει να καβατζάρεται κάτω από κράτη και πίσω από σύνορα, μέσα σε αυτό που έστω και στραβά δουλεύει αντί να ανταποκριθεί σε αόριστες εκκλήσεις εξέγερσης. Είναι πολύ λογικό να διατηρούν την ισχύ τους αντιδραστικές και αντικοινωνικές στάσεις αφού πίσω από αυτές υπάρχει το modus operandi ενός κόσμου στον οποίο κουτσά στραβά εξασφαλίζεται η επιβίωση και ένα ελάχιστο σιγουριάς για το αύριο. Ο Ρουβίκωνας ούτε την κοινωνική και ταξική «οικογένειά» του εγκαταλείπει θυμωμένος, ούτε αυτοθαυμάζεται πουλώντας συλλογική ενοχή στον λαό. Ούτε καν ισχυρίζεται ότι όλα όσα προτείνει ως στάσεις ζωής και επιλογές αγώνα τα έχει πετύχει ο ίδιος στον βαθμό που θα έπρεπε. Ισχυρίζεται όμως ότι παλεύει και καλεί και τους άλλους να παλέψουν.
Απευθυνόμαστε λοιπόν στην μεγάλη πλειοψηφία. Στην σημερινή υπαρκτή πλειοψηφία των εκμεταλλευόμενων όχι σε κάποιο πολιτικό πρωτότυπο.
Σκοπός μας είναι να την κινητοποιήσουμε ώστε να γίνει ικανή και να ανατρέψει του δυνάστες της και να φτιάξει ένα καλύτερο κόσμο. Ξέρουμε ότι ο επαναστατικός ελιτισμός θα μας κατηγορήσει ότι «γλύφουμε τους μικροαστούς». Τον κοιτάμε υπεροπτικά και πάμε παρακάτω.
Επιδιώκουμε να ισχυροποιηθούμε. Να πολλαπλασιαστούν τα μέλη του Ρουβίκωνα. Να μεγαλώσει η ομοσπονδιακή μας οργάνωση, τα κοινωνικά και αντιφασιστικά εγχειρήματα που συμμετέχουμε και συνεργαζόμαστε, οι πρωτοβουλίες αλληλεγγύης, το ίδιο το αναρχικό κίνημα. Θέλουμε την αυτοοργάνωση του κόσμου της εργασίας σε έναν «παλιάς κοπής» άγριο ακηδεμόνευτο συνδικαλισμό από αυτούς που κάποτε έκανε τα αφεντικά να τρέμουν. Έναν συνδικαλισμό σαν αυτούς που κέρδισαν το 8ωρο αλλά και έκαναν επαναστάσεις. Σκοπός μας είναι να γεμίσουν οι γειτονιές και τα χωριά με λαϊκές συνελεύσεις που δεν θα διεκδικούν μόνο αλλά θα κόβουν και θα οικειοποιούνται όλο και μεγαλύτερα κομμάτια από την εξουσία του κράτους.
Σήμερα που η κρίση ξεκοκαλίζει το ανώτερο μικροαστικό κομμάτι, την πάλαι ποτέ κραταιά «μεσαία τάξη» και το οδηγεί σε μαζική ανεργία και προλεταριοποίηση, κάνοντας όλο και πιο διαυγή τα ταξικά όρια του κοινωνικού πολέμου, είναι μια ιστορική ευκαιρία το επαναστατικό μήνυμα να προσεγγίσει ακόμα περισσότερους. Σήμερα που πέφτουν οι μάσκες των ελπίδων κοινωνικής ανέλιξης είναι μια μεταβατική περίοδος. Και κάθε μεταβατική περίοδος δημιουργεί διεξόδους που πρέπει γρήγορα να εντοπίσεις. Σάρκα από την σάρκα της καταπιεσμένης κοινωνίας ο Ρουβίκωνας είναι εδώ και κάνει σινιάλο συσπείρωσης και επίθεσης.