Με ανακοίνωση που έδωσε μέσω του δικηγόρου της στη δημοσιότητα το βράδυ της Τετάρτης, η Σοφία Πολυζωγοπούλου, ξεκαθαρίζει πως δεν αναγνωρίζει τη συγγνώμη που ζήτησε ο σύζυγός της Απόστολος Λύτρας μετά τον ξυλοδαρμό της και την χαρακτηρίζει υστερόβουλη.
Παράλληλα στην ίδια ανακοίνωση αναφέρει πως η συμπεριφορά που έχει επιδείξει ο Απόστολος Λύτρας μετά τον ξυλοδαρμό της δεν δείχνει ειλικρινή έκφραση μεταμέλειας ενώ ξεκαθαρίζει πως «το ότι σιωπώ, δεν σημαίνει αδυναμία, το ότι σιωπώ σημαίνει ακριβώς το αντίθετο» αλλά και ότι «μια κακοποιητική συμπεριφορά, είναι έγκλημα».
Αναλυτικά η ανακοίνωση που εξέδωσε η Σοφία Πολυζωγοπούλου:
«Από την στιγμή που δέχθηκα την απρόκλητη και πρωτοφανούς βιαιότητας πράξη του συζύγου μου, καθώς και την εν γένει μετέπειτα συμπεριφορά του που καταδεικνύουν τον ψυχισμό και την προσωπικότητά του, έχω τηρήσει συνειδητά την στάση της σιγής προς τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Τούτο δε διότι σέβομαι την εν εξελίξει ποινική διαδικασία αλλά κυρίως και προεχόντως την κόρη μου, η οποία είναι ο μοναδικός λόγος για τον οποίο μπαίνω στη δυσάρεστη διαδικασία να τοποθετηθώ δημοσίως.
Αποσαφηνίζω ότι δεν έχω προβεί σε καμία απολύτως δήλωση και διαψεύδω όσες αποδίδονται σε εμένα ή στο οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον μου, καθότι τη δεδομένη χρονική στιγμή τόσο εγώ όσο και οι άνθρωποι που είναι δίπλα μας έχουμε ως μοναδική προτεραιότητα την διαφύλαξη του τέκνου μου και την δική μου σωματική και ψυχολογική ανάκαμψη.
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, εκφράζω την παράκληση να μην επαναληφθεί καμία απολύτως αναφορά στο πρόσωπο της κόρης μου, άλλωστε οι όποιες αναφορές δεν δικαιολογούνται από την ανάγκη ενημέρωσης, η οποία πρέπει να εστιάζεται μόνον στη μάστιγα της ενδοοικογενειακής βίας και στην αξιόποινη πράξη που έχει τελεστεί εις βάρος μου και προξένησε αναμφίβολα και αποδεδειγμένα κίνδυνο για τη ζωή μου. Δεν μπορεί να έχει άλλο νόημα άλλωστε το γεγονός ότι από τα συνεχή πολλαπλά γρονθοκοπήματα στο πρόσωπό μου και το κεφάλι μου πνιγόμουν εκείνη την ώρα από το αίμα που κατάπινα, είχε σπάσει η μύτη μου και λιποθυμούσα.
Υπάρχουν πολλά περιστατικά που μόνον η ανάκριση κι η αστυνομική και δικαστική αρχή γνωρίζουν και τα οποία δεν επιθυμώ να δημοσιοποιήσω, σεβόμενη το έργο της Δικαιοσύνης, αλλά και για τη δική μου ασφάλεια. Το ότι σιωπώ, δεν σημαίνει αδυναμία, είτε ότι κρύβομαι είτε ότι δεν είναι αναγκαία η ανάδειξη της αλήθειας, το ότι σιωπώ σημαίνει ακριβώς το αντίθετο. Δεν προέχει ο δημόσιος διάλογος περί του εάν ήταν αιτιολογημένη η προσωρινή κράτηση ή ο νομικός χαρακτηρισμός της πράξης. Αυτός ο διάλογος θα γίνει μόνον μέσα στη δικαστική αίθουσα.
Μετά λύπης διαπιστώνω ότι από ελάχιστη, ευτυχώς, μερίδα των μέσων έχει αναπτυχθεί παραφιλολογία για οικονομικής φύσεως ζητήματα και θέλω να διευκρινίσω ότι κατόπιν συνεννόησης μεταξύ των πληρεξουσίων δικηγόρων προσήλθε εξουσιοδοτημένο πρόσωπο το Σάββατο 22 Ιουνίου 2024 και παρέλαβε ό,τι ανήκε στο σύζυγό μου, από την μέχρι πρότινος συζυγική στέγη.
Πληροφορήθηκα τη συγγνώμη του συζύγου μου και την αναγνώρισή του προς το πρόσωπό μου ως άξιας συζύγου και μητέρας, την οποία αντιλαμβάνομαι ως υστερόβουλη καθώς η συμπεριφορά του μετά την πράξη και μέχρι σήμερα δεν εκδηλώνει ειλικρινή έκφραση μεταμέλειας.
Ως μάχιμη δικηγόρος και ως θεσμικός συλλειτουργός της Δικαιοσύνης γνωρίζω πολύ καλά ότι ο μοναδικός τρόπος δικαίωσής μου μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της προσφυγής στη Δικαιοσύνη, την οποία υπηρετώ και σέβομαι. Ως εκ τούτου, για όλα τα ζητήματα που άπτονται της εν λόγω υπόθεσης απευθύνομαι στις αρμόδιες αρχές, με αδιάσειστα στοιχεία και αποδείξεις.
Τέλος, νιώθω ευγνωμοσύνη για την αγάπη και την συμπαράσταση που έχω δεχθεί για αυτό που υπέστην και το οποίο κάποιοι το παρουσιάζουν ως «η κακιά η ώρα». Δεν είναι «η κακιά η ώρα», μια κακοποιητική συμπεριφορά. Δεν είναι «η κακιά η ώρα», είναι έγκλημα».