Κούρεμα «μαμούθ» των οφειλών μιας ξενοδοχοϋπαλλήλου αποφάσισε το Ειρηνοδικείο Ρόδου, κάνοντας δεκτή την αίτηση για την υπαγωγή της στον νόμο περί υπερχρεωμένων νοικοκυριών.
Οι οφειλές της ξενοδοχοϋπαλλήλου, που αντιμετωπίζει πλείστα όσα προβλήματα, μειώθηκαν σε ποσοστό της τάξεως του 87%!
Η αιτούσα είναι υπάλληλος σε ιδιωτική επιχείρηση της Ρόδου, όπου εργάζεται εποχιακά, με μισθό 1157,67 ευρώ και τους μήνες που δεν εργάζεται λαμβάνει επίδομα ανεργίας 553ευρώ, ήτοι ετησίως τα έσοδά της ανέρχονται στο ποσό των 10.264,02 ευρώ.
Είναι διαζευγμένη από το 2007 με δύο παιδιά, ηλικίας σήμερα 19 και 15 ετών, και κατοικεί σε χωριό της Ρόδου για την εργασία της το καλοκαίρι και το υπόλοιπο χρονικό διάστημα μένει σε άλλο νησί της Δωδεκανήσου, σε ιδιόκτητη κατοικία της, την οποία απέκτησε βάσει συμβολαίου γονικής παροχής.
Επιπροσθέτως, έχει στην κυριότητά της ένα όχημα μάρκας Hyundai του 1999.
Το εισόδημα της οικογένειάς της κατά την περίοδο λήψης των δανείων ξεπερνούσε κατά πολύ το σημερινό εισόδημά της, λόγω συνεισφοράς του πρώην συζύγου της, αλλά από το 2012 μειώθηκε στο ποσό των 13.652,00 ευρώ ετησίως και το 2014 ανερχόταν στο ποσό των 8.550 ευρώ.
Οφείλει, από ένα στεγαστικό δάνειο που έλαβε προς επισκευή της κύριας κατοικίας της, το συνολικό ποσό των 113.918,44 ευρώ.
Η απαίτηση αυτή είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη με εγγραφή προσημείωσης υποθήκης, συνεπώς ο εκτοκισμός ως προς αυτήν συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι τον χρόνο έκδοσης της απόφασης. Επίσης, οφείλει σε όλες τις πιστώτριες από δάνεια καταναλωτικά, τα οποία έλαβε κατά το 2007 μετά το διαζύγιό της, λόγω αιφνίδιας αλλαγής των συνθηκών διαβίωσης και μείωσης των εσόδων της οικογένειάς της, μαζί με το στεγαστικό δάνειο συνολικά 170.480,35 ευρώ.
Η αιτούσα υπέστη συνεχείς μειώσεις στον μισθό της λόγω της οικονομικής κρίσης και των περικοπών που κατά συνέπεια επιβλήθηκαν στους μισθούς τα τελευταία χρόνια, καθώς και στο επίδομα ανεργίας.
Αυτό σε συνδυασμό με την αδιαφορία του πρώην συζύγου της να στηρίξει επαρκώς τα παιδιά τους οδήγησε την αιτούσα να δυσκολευτεί με την αποπληρωμή των δανείων της.
Επίσης, την αιτούσα βοηθούσαν οι γονείς της οικονομικά, καθώς ο πρώην σύζυγός της δεν της καταβάλει διατροφή ούτε για τα στοιχειώδη έξοδα των παιδιών τους.
Τα μηνιαία έξοδα της αιτούσας εκτιμώνται από το δικαστήριο περί τα 750ευρώ, καθώς ένα από τα δύο τέκνα της ενηλικιώθηκε και δύναται να βρει εργασία, ώστε να καλύπτει κάποιες από τις ανάγκες του.
Έτσι, η αιτούσα λόγω όλων των παραπάνω βρέθηκε πλέον μέσα στο 2012 σε οικονομικό αδιέξοδο, μην μπορώντας να εξυπηρετήσει τις δανειακές της υποχρεώσεις, το οποίο αδιέξοδο κρίθηκε από όλα τα έγγραφα που προσκομίζονται μακροχρόνιο, μόνιμο και χωρίς προοπτική για την αιτούσα εξόδου από αυτό, λόγω και των ευρύτερων άθλιων οικονομικών συνθηκών που επικρατούν στη χώρα.
Πριν, λόγω των ανωτέρω, παύσει τις πληρωμές, η αιτούσα ήταν συνεπής στις δανειακές της υποχρεώσεις και υπολόγιζε και στη βοήθεια του συζύγου της για την οικονομική της ενίσχυση.
Το δικαστήριο έκρινε ότι η αιτούσα κατά τον προαναφερόμενο χρόνο περιήλθε χωρίς δόλο σε πραγματική και μόνιμη αδυναμία να πληρώνει τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές οφειλές της.
Η κρίση αυτή, περί μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών της, συνάγεται από τη σχέση της ρευστότητάς τους προς τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της.
Το δικαστήριο διέταξε την εξαίρεσή της οικίας της από την εκποίηση, ενώ η ρύθμιση των χρεών της θα γίνει με μηνιαίες καταβολές επί πενταετία, ήτοι 60 μηνιαίες καταβολές, αρχόμενης της πενταετίας από το πρώτο δεκαήμερο του μηνός.
Το ποσό που μπορεί να διατεθεί στις πιστώτριες της αιτούσας λαμβανομένων υπ’ όψιν των βασικών προσωπικών και οικογενειακών της αναγκών, σύμφωνα και με όλα όσα προεκτέθηκαν, ανέρχεται σε 150 ευρώ τον μήνα, συμμέτρως κατανεμόμενων μεταξύ των πιστωτών.
Σε περίπτωση που βελτιωθεί η οικονομική κατάσταση ή τα περιουσιακά στοιχεία της αιτούσας κατά το διάστημα της ρύθμισης και αυξηθεί το εισόδημά της είναι υποχρεωμένη, να γνωστοποιήσει μέσα σε έναν μήνα στη γραμματεία δικαστηρίου κάθε αξιόλογη βελτίωση αυτών προκειμένου οι πιστώτριές της να λάβουν γνώση και να υποβάλουν αίτηση τροποποίησης της απόφασης.
Περαιτέρω ορίστηκαν οι μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της, για την οποία πρέπει να καταβάλει το 80% της αντικειμενικής της αξίας, δηλαδή το ποσό των 20.177,31 ευρώ. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά τον χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Θα ξεκινήσει πέντε χρόνια μετά τη δημοσίευση της απόφασης, ο δε χρόνος εξόφλησής του πρέπει να οριστεί σε 10 έτη, ήτοι σε 120 μηνιαίες δόσεις ποσού 118,14 ευρώ έκαστη, ώστε να συμπληρωθεί το 80% της αντικειμενικής αξίας της κατοικίας, για το υπόλοιπο ποσό των 14.177,31 ευρώ, μετά τις καταβολές της πενταετίας, λαμβανομένης υπ’ όψιν της διάρκειας του στεγαστικού δανείου, του συνόλου των χρεών της, της οικονομικής της δυνατότητας και της ηλικίας της.
Την υπόθεση χειρίστηκε ο δικηγόρος κ. Μανώλης Βλάχος.
Πηγή: dimokratiki.gr