Στη Δικαιοσύνη προσέφυγε η υπό εκκαθάριση Proton Bank (παλαιά) σε βάρος του επιχειρηματία Λαυρέντη Λαυρεντιάδη, ζητώντας την ποινική του δίωξη για αδικήματα σε βαθμό κακουργήματος σχετικά με τα επισφαλή δάνεια που πήραν εταιρείες οι οποίες συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με τον όμιλο επιχειρήσεων του.
Με τη μήνυση η τράπεζα στρέφεται τόσο σε βάρος του επιχειρηματία Λαυρέντη Λαυρεντιάδη όσο και άλλων 12 προσώπων που εμπλέκονται στην υπόθεση για αξιώσεις (δάνεια) ύψους 451 εκατομμυρίων ευρώ που παρέμειναν μετά την εκκαθάριση σ’ αυτήν. Ανάμεσα σ’ αυτούς είναι έξι μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της περιόδου 2010-2011, άλλα έξι πρόσωπα που είτε ως εκπρόσωποι είτε ως μέτοχοι εταιριών εμπλέκονται στις δανειοδοτήσεις που προκάλεσαν ζημιά στην τράπεζα ύψους 321 εκατομμυρίων ευρώ.
Η μήνυση αφορά τα αδικήματα της απιστίας, της απάτης της ηθικής αυτουργίας και της άμεσης συνέργειας στις πράξεις αυτές καθώς και της συγκρότησης και ένταξης σε εγκληματική οργάνωση. Όπως σημειώνεται στη μήνυση, την επίμαχη περίοδο εγκρίθηκαν και δόθηκαν οκτώ δάνεια σε εταιρίες συμφερόντων του Λαυρεντιάδη χωρίς διασφάλιση της τράπεζας. Σύμφωνα με το περιεχόμενο της μήνυσης, οι δανειοδοτήσεις ουσιαστικά αποτελούσαν «σχέδιο που καταστρώθηκε» με στόχο την άντληση κεφαλαίων από τον τράπεζα , «μέσω χρηματοδότησης εταιριών που εξαγόραζαν έναντι υπερβολικά υψηλού τιμήματος αποσχιθέντες κλάδους της εταιρίας ALAPIS» του κ. Λαυρεντιάδη. Τονίζεται επίσης, ότι το τίμημα της μεταβίβασης βασιζόταν σχεδόν αποκλειστικά σε «παραδοχές του πωλητή».
Η υπό εκκαθάριση τράπεζα αναφέρει επίσης ότι «η χρηματοδότηση των εξαγορών αποσχιθέντων κλάδων της ALAPIS συνιστούσε μεθόδευση για τον πλουτισμό του Λαυρεντιάδη και του ομίλου του και για το λόγο αυτό μοναδική τράπεζα που χρηματοδοτούσε ήταν η Proton. Χαρακτηριστικά, στην μήνυση αναφέρεται πως από τον Δεκέμβριο του 2009, οπότε ο επιχειρηματίας απέκτησε το 31,3% των μετοχών της τράπεζας έως και τον Μάρτιο του 2011 «πραγματοποιήθηκε σημαντική πιστοδοτική επέκταση ιδιαίτερα στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο» της Proton με αποτέλεσμα τα επιχειρηματικά δάνεια να εμφανίσουν αύξηση κατά 70,7% ,δηλαδή κατά 806.979.000 ευρώ. Το ποσό αυτό «διοχετεύθηκε κυρίως σε νεοσυσταθείσες εγχώριες ή υπεράκτιες εταιρίες ,συχνά χωρίς επιχειρηματική δραστηριότητα, που χρηματοδοτήθηκαν για την εξαγορά κλάδων της ALAPIS και της ELFE».
Η μήνυση μελετάται ήδη από τον εισαγγελέα Πρωτοδικών Ι. Δραγάτση , που διενεργεί έρευνα για το σύνολο των δανείων προς τον επιχειρηματία.
Επιμέλεια: Μαριάννα Μαρμαρά