Με τις βαρύτατες καταγγελίες του υπουργού Δικαιοσύνης Σταύρου Κοντονή για τους χειρισμούς της Δικαιοσύνης στην υπόθεση των στημένων αγώνων με βασικό κατηγορούμενο τον Βαγγέλη Μαρινάκη αλλά και τα πυρά του προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας Νίκου Σακελλαρίου για ωμές παρεμβάσεις στο θέμα του «πόθεν έσχες» των δικαστών συνοδεύτηκε η Γενική Συνέλευση της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος.
Οι δικαστικές ενώσεις ήρθαν σε ευθεία αντιπαράθεση με την κυβέρνηση η οποία εκπροσωπήθηκε από τον αρμόδιο υπουργό Δικαιοσύνης Σταύρο Κοντονή με «αιχμή του δόρατος» τις εκκρεμείς υποθέσεις όπως αυτή του Βαγγέλη Μαρινάκη που χρειάστηκε πάνω από 13 μήνες για την έκδοση βουλεύματος αλλά και τις άλλες δικαστικές αποφάσεις που έχουν προκαλέσει σφοδρή κριτική το τελευταίο διάστημα, μεταξύ των οποίων και αυτή για το πόθεν έσχες των δικαστών.
«Πρέπει να είμαστε ειλικρινείς σε όλα. Υπάρχουν προβλήματα όχι μόνο όταν ένα βούλευμα κάνει να εκδοθεί πάνω από ένα χρόνο από τότε που ο αρμόδιος εισαγγελέας παρέδωσε την πρόταση. Το κρίσιμο αυτό βούλευμα περίμενε η κοινωνία περισσότερους από 13 μήνες. Δοκιμάστηκαν οι αντοχές της Δικαιοσύνης. Είναι πρωτόγνωρο να υπάρχει τέτοια καθυστέρηση για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα. Οι αποφάσεις δεν μπορούν να κρύβονται πίσω από το ανέλεγκτο της δικαστικής κρίσης»
Ο κ. Κοντονής χαρακτήρισε πρωτόγνωρη την καθυστέρηση που υπήρξε στην έκδοση του βουλεύματος για την υπόθεση των στημένων αγώνων στο ποδόσφαιρο με βασικό εμπλεκόμενο τον Βαγγέλη Μαρινάκη τονίζοντας χαρακτηριστικά: «Πρέπει να είμαστε ειλικρινείς σε όλα. Υπάρχουν προβλήματα όχι μόνο όταν ένα βούλευμα κάνει να εκδοθεί πάνω από ένα χρόνο από τότε που ο αρμόδιος εισαγγελέας παρέδωσε την πρόταση. Το κρίσιμο αυτό βούλευμα περίμενε η κοινωνία περισσότερους από 13 μήνες. Δοκιμάστηκαν οι αντοχές της Δικαιοσύνης. Είναι πρωτόγνωρο να υπάρχει τέτοια καθυστέρηση για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα. Οι αποφάσεις δεν μπορούν να κρύβονται πίσω από το ανέλεγκτο της δικαστικής κρίσης».
Ο υπουργός Δικαιοσύνης παρουσίασε ως «πρόβλημα» και την πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ που ακυρώνει τον έλεγχο του πόθεν έσχες των δικαστικών λειτουργών, προκαλώντας την αντίδραση του κ. Σακελλαρίου ο οποίος απάντησε: “Ελάτε τώρα. Τι είναι αυτά που λέτε. Θα με αναγκάσετε να αποχωρήσω».
Ο υπουργός Δικαιοσύνης απάντησε: «Μη με διακόπτετε. Όπως το πολιτικό προσωπικό όλης της χώρας δέχεται τον έλεγχο, άλλο τόσο η κοινωνία πρέπει να γνωρίζει ότι υπάρχει απόλυτη διαφάνεια στη διαδικασία του ελέγχου».
Ενδεικτικό του «ψυχρού» κλίματος ήταν το γεγονός ότι ο κ. Σακελλαρίου στην ομιλία του, χωρίς να προσφωνήσει τον υπουργό Δικαιοσύνης, είπε:
«Ήλπιζα ότι μετά την τελευταία τοποθέτηση μου, την ημέρα της αποκατάστασης της Δημοκρατίας, ότι θα είχε τερματιστεί αυτή η στείρα αντιπαράθεση μεταξύ κυβέρνησης και δικαιοσύνης. Δυστυχώς την είδα σήμερα να αναζωπυρώνεται σε αυτή την αίθουσα από τον ίδιο τον υπουργό Δικαιοσύνης».
Ο πρόεδρος του ΣτΕ προχώρησε ακόμη ένα βήμα απευθυνόμενος ξεκάθαρα στη στάση της κυβέρνησης απέναντι στη Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της. «Καταγγέλλω την ωμή παρέμβαση στο χώρο της Δικαιοσύνης. Υποδείξεις δεν δεχόμεθα από πουθενά. Είμαστε σε δύσκολο σταυροδρόμι. Είμαστε στο σκοτάδι που μας έβαλαν τα μνημόνια. Χρειάζεται ενότητα μέχρι να τελειώσει ο εφιάλτης. Δεν είναι δυνατόν ορισμένοι να διανοούνται ότι δεν υπάρχουν δικαστήρια. Καλώ για τελευταία φορά σε αυτοσυγκράτηση. Δεν μπορώ να τοποθετηθώ για το πόθεν εσχες γιατί η υπόθεση βρίσκεται σε διάσκεψη. Οι δικαστικές αποφάσεις θέλει δεν θέλει κάποιος, πρέπει να γίνονται σεβαστές γιατί αυτό ορίζει το Σύνταγμα. Τη δημοκρατική νομιμοποίηση μας την παρέχει το Σύνταγμα. Υπάρχουν όρια στα λόγια. Παρουσία μου κύριε Υπουργέ ήταν άκαιρη η παρέμβαση. Λυπάμαι πολύ που αναγκάζομαι να υιοθετήσω τέτοιους τόνους. Δεν θα κάνουμε υποχωρήσεις στην άσκηση των καθηκόντων μας. Η δικαιοσύνη δεν είναι ούτε βουβή ούτε κουφή, ούτε τυφλή”, κατέληξε ο κ.Σακελλαρίου καταχειροκροτούμενος.
«Σε μια ευνομούμενη πολιτεία οφείλουν όλοι και πρώτοι όσοι λαμβάνουν αποφάσεις, είτε πολιτικοί είτε δικαστές, να ελέγχονται ως προς τα εισοδήματα και τα περιουσιακά τους στοιχεία. Σε σχέση με την αναιτιολόγητη επίθεση του Προέδρου του ΣτΕ στο πρόσωπό μου σχετικά με τα παραπάνω αυτονόητα δε θα κάνω κανένα περαιτέρω σχόλιο. Άλλωστε και οι κρίνοντες κρίνονται και κρίνονται τόσο για τις αποφάσεις τους, όσο και για τις δημόσιες τοποθετήσεις τους», τονίζει σε ανακοίνωση που εξέδωσε λίγο αργότερα ο υπουργός Δικαιοσύνης.
«Δεν υπήρξε πρόθεση απόκρυψης περιουσιακών στοιχείων. Φέρτε μας ένα νόμο και θα καταθέσουμε αυτά που πρέπει. Οι εισαγγελικοί και δικαστικοί λειτουργοί θα καταθέσουν όλα όσα πρέπει ενσυνειδήτως» απάντησε ο πρόεδρος της Ένωσης και συνεχίζοντας αναφέρθηκε στις καθυστερήσεις λέγοντας: «Κανείς δεν μπορεί να απαιτήσει από δικαστή να προχωρήσει γρήγορα στην έκδοση βουλεύματος, πρέπει να εφαρμόσει τον νόμο και να αξιολογήσει όλα τα πραγματικά περιστατικά. Στην συγκεκριμένη περίπτωση υπήρξε και μειοψηφία. Υπήρξε και η άλλη άποψη» τόνισε.
«Σε κάθε συνταγματικά προσδιορισμένη χώρα υπάρχει ένα Ανώτατο Δικαστήριο. Αποφάσισε το Ανώτατο Δικαστήριο να μην καταθέσουμε πόθεν έσχες…. Η δικαστική λειτουργία δεν είναι πολιτική εξουσία… Τη χρονιά που πέρασε απασχόλησε ποικιλοτρόπως την ελληνική κοινωνία η κριτική των αποφάσεων και των εισαγγελικών ενεργειών. Ποιο είναι το όριο του δημοσίου λόγου για την άσκηση κριτικής στη δικαιοσύνη. Οι δικαστές και οι ενώσεις τους μπορούν να συμμετέχουν στη συζήτηση με φειδώ. Απαντήσεις δικαστών που εκφεύγουν των ορίων των ενώσεων εκθέτουν τη δικαιοσύνη. Είναι αυτονόητο ότι οι εισαγγελικές πράξεις και οι δικαστικές αποφάσεις υπόκεινται σε κριτική. Είμαστε υπερήφανοι οι εισαγγελείς της χώρας για το βαθμό της ανεξαρτησίας μας» είπε ο πρόεδρος την Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος Δημήτρης Ασπρογέρακας.