Σε ερωτήσεις της Έδρας ξεκίνησε να απαντά η Ρούλα Πισπιρίγκου που σήμερα Τετάρτη (10/1), τέταρτη ημέρα απολογίας, ολοκλήρωσε τα όσα ήθελε να πει στις κατηγορίες που της καταλογίζονται, για την απόπειρα και εν συνεχεία την ανθρωποκτονία της πρωτότοκης κόρης της, Τζωρτζίνας.
Η κατηγορουμένη στο τελευταίο μέρος της «δικής της αλήθειας» όπως της είπε η πρόεδρος πριν ξεκινήσει τις ερωτήσεις, αναφέρθηκε λεπτομερώς στα όσα ακολούθησαν μετά τον θάνατο της Τζωρτζίνας, τις σχέσεις με «τον δημοσιογραφικό κόσμο», την σύλληψη, αλλά και τις πιέσεις που δέχθηκε στην ΓΑΔΑ «για να πει κάτι που δεν έκανε».
Μάλιστα, αποκάλυψε πως για να να ομολογήσει την χτύπησαν, με την πρόεδρο να ζητά από την υπεράσπιση να προσκομίσει την ιατροδικαστική έκθεση που συντάχθηκε μετά την καταγγελία της κατηγορουμένης.
Η εξέταση της κατηγορούμενης ξεκίνησε με ερωτήσεις της προέδρου, οι οποίες επικεντρώθηκαν στην σχέση της Πισπιρίγκου με τον Μάνο Δασκαλάκη, αλλά και στα συναισθήματα της, για τις απώλειες των παιδιών: πρώτα της Μαλένας το 2019, μετά της Ίριδας το 2021 και τελικά της Τζωρτζίνας το 2022.
Η κατηγορουμένη δήλωσε πως ήταν συντετριμμένη όταν χάθηκε η Μαλένα, έκλαιγε συνέχεια και είχε αναζητήσει βοήθεια ειδικού.
Στην ερώτηση της προέδρου να περιγράψει πως βίωσε την απώλεια της έξι μηνών Ίριδας, η Ρούλα Πισπιρίγκου απάντησε πως δεν βίωσε θλίψη ή πόνο, όπως με το πρώτο της παιδί, αλλά θυμό: «Είναι εύκολο να κρίνεις κάποιον, αλλά αν δεν φορέσεις τα παπούτσια του, δεν μπορείς να μιλήσεις . Η αρρώστια της Μαλένας ήταν ξαφνική. Όταν πέθανε έκλαιγα συνεχώς. Στην καθημερινότητα ήμουν ζωντανή νεκρή. Όμως πίσω μου είχα ένα παιδί, την Τζωρτζίνα που μου έλεγε “εγώ και ο μπαμπάς είμαστε δυνατοί”. Έπρεπε να βρω δύναμη, δεν μπορούσα να το συνειδητοποιήσω.Ήταν αδιανόητο, πολύ σύντομο. Τα μαύρα τα έβγαλα αργότερα. Εγώ λευκά και ροζ ήθελα να φοράω: τα αγαπημένα χρώματα των παιδιών μου. Τα μαύρα τα θεωρώ υποκρισία. Στην Ίριδα είχα θυμώσει. “Γιατί σε εμάς;” έλεγα. Και στις δυο απώλειες υπήρχε η Τζωρτζινα πίσω, το κίνητρο για να σηκωθείς να προχωρήσεις. Δεν πρόλαβα να πάω στον ψυχολόγο για το θάνατο της Ίριδας ήταν σύντομο το χρονικό διάστημα.Είχα μιλήσει τηλεφωνικά. Είχα πιεστεί παρά πολύ ήθελα να εξαφανιστώ απ’ όλους. Πνιγόμουν. Είχα πάνω από το κεφάλι μου και την μουρμούρα του Μάνου, την απώλεια της Ίριδας και μια οικογένεια που έβλεπα πως χάνω».
Πρόεδρος: Πώς αντιδράσατε σε αυτό ;
Κατηγορούμενη: Ήθελα λίγο χρόνο να ξεσπάσω . Πήγα για μια μέρα σε ένα ξενοδοχείο . Ο Μάνος παρερμήνευσε ένα μήνυμα μου πως πάω να αυτοκτονήσω και αναστάτωσε την οικογένεια μου. Ήταν κάτι που δεν είχε συμβεί…
Πρόεδρος: Πως βιώσατε το πένθος μετά το θάνατο της Τζωρτζίνας;
Κατηγορούμενη: Μέχρι τώρα το βιώνω.Ήμουν χάλια ψυχολογικά. Πήγα σε ψυχίατρο και μου έδωσε χάπια γιατί δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Μου έκανε καλό η δημοσιότητα απασχολούσε το μυαλό μου. Δεν αισθάνομαι καλά να το λέω, αλλά είναι η αλήθεια. Ερχόμουν σε ερωτική επαφή με το Μάνο για να κουραστώ σωματικά και να κοιμηθώ.
Πρόεδρος: Δεν σας έπιαναν τα χάπια ;
Κατηγορούμενη: Δεν είχα προλάβει να πάρω πολλές μέρες..
Κατά την έναρξη της συνεδρίασης η κατηγορουμένη έδειξε στους δικαστές τους νάρθηκες και το κολάρο που φορούσε η Τζωρτζίνα, αλλά και τα τατουάζ με τα ονόματα των παιδιών της που έχουν φύγει από τη ζωή.
Στην συνέχεια περιέγραψε τον χρόνο που κύλησε μετά τον θάνατο της Τζωρτζίνας, αναφερόμενη εκτενώς στο διάστημα μέχρι να καταστεί κατηγορούμενη.
Αναφέρθηκε στα δημοσιεύματα που άρχιζαν να περιγράφουν την υπόθεση των «τριών παιδιών της Πάτρας», για την οποία «μιλούσε όλη η Ελλάδα» από μία οικογενειακή τραγωδία σε «ένα κλίμα σε βάρος μου: άρχισαν να υπονοούν πως επρόκειτο για εγκληματική ενέργεια».
Έκανε μάλιστα ιδιαίτερη αναφορά σε δημοσίευμα στο οποίο υπήρχε η φωτογραφία της Μαλένας από το νεκροτομείο «η απόλυτη ντροπή », είπε και συμπλήρωσε: «Με είχαν καταδικάσει πριν γίνω ύποπτη.Έχει μπει ως κίνητρο εδώ, σε αυτήν την υπόθεση ως κίνητρο ότι ήθελα να κρατήσω τον Μάνο και όχι στις άλλες δυο υποθέσεις. Είναι ανόητο, χαζό. Πρέπει να είσαι ψυχασθενής για να βάλεις ένα τέτοιο κίνητρο χωρίς αποδείξεις. Αυτό που συνέβη με την Τζωρτζίνα και την κεταμίνη θεωρώ ότι παρέσυρε και τη δίωξη για τα άλλα δυο παιδιά. Δεν υπήρχε καμία υποψία, ούτε για εμένα, ούτε για κάποιον άλλον. Ήταν στο αρχείο και τοξικολογικά και δεν μπορώ να καταλάβω πώς γίνονται “Πυθίες” όλοι. Και να γίνεται δίωξη σε βάρος μου. Πράγματα που δεν συνάδουν με τη λογική. Δεν γνωρίζω τι σκοπούς εξυπηρετούσε όλο αυτό. Όλη η κοινή γνώμη, από τα δημοσιεύματα, παρασύρθηκε και έχει αυτό το μένος εναντίον μου χωρίς να μας γνωρίζουν. Κανείς άλλος εκτός από τους κοντινούς μας ανθρώπους δεν γνώριζε τι κάνουμε εμείς στο σπίτι μας. Δεν ήμασταν διάσημοι , δημόσια πρόσωπα. Απλά ακούστηκε μια ιστορία. “Πώς γίνεται τρία παιδιά σε τρία χρόνια;” έλεγαν ο ένας μετά τον άλλον και ξαφνικά έγινε όλο αυτό. Άρχισε όλη αυτή η δημοσιότητα. Προσπαθήσαμε να βάλουμε κάποια όρια αλλά κάπου το χάσαμε , δεν το προλαβαίναμε . Δεν μπορούσαμε να καταλάβουνε γιατί γύρισε όλο αυτό το κλίμα της συμπόνιας και της τραγωδίας στο ότι η μάνα σκοτώνει το παιδί της για τον πατέρα. Ποτέ δεν το κατάλαβα το είδα στην κατηγορία μου».
Πολλές φορές η κατηγορουμένη αναφερόμενη στον μέχρι πρότινος σύζυγο της, που παρακολουθούσε την απολογία της, δεν έκρυψε την αρνητική εικόνα που φαίνεται να έχει για τον ίδιο, ενώ υπονόησε ότι εκείνη την περίοδο ο Μάνος Δασκαλάκης έδινε χωρίς να φαίνεται πληροφορίες. σε δημοσιογράφους.
Αναφερόμενη στην σύλληψη της και την μεταφορά της στην ΓΑΔΑ, η κατηγορουμένη είπε πως οι αστυνομικοί της άσκησαν μεγάλη ψυχολογική πίεση, προκειμένου να ομολογήσει ότι «από οίκτο για να λυτρωθεί το παιδί της έδωσες κεταμίνη που της την έδωσε ο Δασκαλάκης» και πως η ίδια τους έλεγε πως δεν μπορεί να πει κάτι που δεν το έχει κάνει.
Περιέγραψε, λεπτομερώς και την σύλληψη της στην ΓΑΔΑ , την μεταφορά της στην Ευελπίδων, την απόφαση για την προφυλάκιση της και την μεταγωγή της στην φυλακή, όπου ζήτησε προστασία «από τον άγραφο νόμο της φυλακής».
Όπως είπε η Διοίκηση φρόντισε, ώστε να μην κινδυνεύσει από άλλη κρατούμενη και έτσι «Εδώ και 22 μήνες είμαι μόνη και δεν έχω καμία σχέση με κανέναν. Σε διπλανό κελί είναι μία άλλη μητέρα από τον Κολωνό. Μου έχουν βάλει ένα τηλέφωνο. Δεν έχω βγει ποτέ έξω δεν έχω μιλήσει με καμία. Τον πρώτο καιρό δεν έτρωγα καθόλου. Είχα λεκτικές επιθέσεις από το παράθυρο. Για καλή μου τύχη η διευθύντρια τα αντιμετώπισε. Για αρκετό καιρό όταν περνούσα οι πόρτες βαράγανε τόσο δυνατά για να τις γκρεμίσουν».
Απαντώντας σε ερώτηση της προέδρου, η 35χρονη είπε πως η σχέση της με τον Μάνο «δεν ήταν όπως στις διαφημίσεις» και τόνισε πως η επιλογή της «αποδείχθηκε λανθασμένη»
Η περιγραφή της για τον Δασκαλάκη, ως σύντροφο ήταν μάλλον αρνητική, καθώς είπε πως «είχε “ξεσπάσματα” και απαιτήσεις, εγώ διαχειριζόμουν τα οικονομικά, ώστε να μπορώ να καλύπτω τις ανάγκες του, πότε για το ποδόσφαιρο, πότε για την μουσική, πότε για μηχανή και να μην “ακούω την γκρίνια του», όπως ανέφερε.
Η απολογία θα συνεχιστεί αύριο Πέμπτη (11/1).