Η ανατομία του σκοτεινού, επικίνδυνου και καταστροφικού υπόκοσμου της εμπορίας και διακίνησης ναρκωτικών ουσιών, τα «λευκά» μονοπάτια της κοκαΐνης που αλλάζει χέρια, κρυψώνες και παραλήπτες με απίστευτα «πάρε δώσε» και «νταλαβέρια» από τον μεγαλοπρομηθευτή στους διακινητές και τους χρήστες, είναι όσα περιγράφονται στις απολογίες των τεσσάρων κατηγορουμένων του κυκλώματος των δύο κιλών κόκας που από χθες ξέχασαν την καλοπέραση και αρκούνται στο συσσίτιο των φυλακών.
Παράλληλα, στις απολογίες των κατηγορουμένων -και ειδικά στα όσα λέει ενώπιον της 27ης ανακρίτριας το ξανθό μοντέλο, η χυμώδης 32χρονη Μαριάννα Μπερερή που τόσα ακούστηκαν και άλλα τόσα γράφτηκαν γι’ αυτή- περιγράφονται οι πολυτελείς συνήθειες ενός καταρρακωμένου καλλιτεχνικού συστήματος μοντέλων, γνωστών PR (υπεύθυνων δημοσίων σχέσεων) αλλά και των «κολλητών τους».
Ρεφενέ πάρτι με «κόκες» στα σαλόνια των νεόπλουτων και ακόλαστες νύχτες κραιπάλης και χρήσης «ψιλής» και απανωτών «γραμμών» σε τακτικά ραντεβού ναρκωτικής μέθης και παραζάλης. Είναι χαρακτηριστικό ότι όλη τη νύχτα πριν από το μεσημέρι της 9ης Οκτωβρίου, οι τέσσερεις συλληφθέντες «έπιναν γραμμές για να συνέλθουν», όπως αναφέρεται στη δικογραφία.
Και όταν σωνόταν, έριχναν κι άλλη άσπρη σκόνη στο τραπέζι για να την πιουν και να «ανέβουν». Μέχρι το επόμενο μεσημέρι που το χέρι του νόμου άνοιξε το πορτ μπαγκάζ του αυτοκινήτου της εγκληματικής οργάνωσης για να αποκαλυφθεί ο πραγματικός τους ρόλος.
Και οι τέσσερεις προφυλακισθέντες προσπαθούν να πείσουν ότι είναι εξηρτημένα άτομα. Δεν μπορούν όμως να δικαιολογήσουν πώς βρέθηκαν στην κατοχή τους δύο κιλά κόκας και έξι κιλά χασίς, ζυγαριές, πρέσες, 35 χιλιάδες ευρώ και όλα τα σύνεργα για να κυκλοφορήσει το ακριβό ναρκωτικό στις διψασμένες πιάτσες της ζήτησης.
Μαριάννα Μπερερή: Παίρνει κόκα και η Εύη, το μοντέλο που πήγε να μου φάει τον άντρα
Κινηματογραφική σκηνή από ταινία του Κόπολα θα μπορούσε να είναι η περιγραφή της σύλληψης της Μαριάννας Μπερερή από άντρες του Λιμενικού στο σπίτι της επί της οδού Αντιγόνης 11 στο Ελληνικό. Στο βαρύ κατηγορητήριο της εμπορίας ναρκωτικών, η Μπερερή ξαναζωντανεύει εικόνες, λες και είχε ξυπνήσει εκείνη τη στιγμή και όλα όσα εξομολογείται ήταν όνειρο με χίμαιρες και δράκους.
Η «μοντέλα» με τα ακριβά γούστα και το τέλειο κορμί, κατά δήλωσή της στην ανακρίτρια, έκανε καθημερινά εφτά-οκτώ τσιγάρα κάνναβης και τέσσερα-πέντε γραμμάρια κοκαΐνης για να στανιάρει και να νιώσει «χάι». Ο 24χρονος Παντελεήμων Θεοχάρης, το 24χρονο μοντέλο που έπιναν μαζί την κόκα για να περνούν καλά, είναι ο άντρας της ζωής της και σκοπεύουν να παντρευτούν. Η Μαριάννα, που χρησιμοποιεί στην απολογητική εξομολόγησή της χρόνο ενεστώτα (σκοπεύω, είμαι, δουλεύω) σαν να μην έχει καταλάβει ότι θα πάει φυλακή, στέκεται μόνο στην παραμονή της σύλληψης.
Την ώρα που ο 55χρονος Κωνσταντίνος Παντέρας (ο τρίτος κατηγορούμενος) μπαίνει στην «κρυψώνα» με ένα σακούλι κόκα για να πιουν. Η Μαριάννα πέταξε από τη χαρά της. Μετά πέφτει για ύπνο. Ξυπνάει από τα σκυλιά, νομίζοντας ότι βλέπει εφιάλτη. Είναι ήδη μεσημέρι. Πιάνει το κεφάλι της για να συνέλθει. Ανοίγει το παράθυρο της κουζίνας και βλέπει λιμενικούς να έχουν βγάλει τα όπλα και τον σύντροφό της πεσμένο στο οδόστρωμα. Αρπάζει το σακούλι με την κόκα και το πετάει από το παράθυρο, ενώ γρήγορα ανεβαίνει στο κλιμακοστάσιο, προσπαθώντας να βγει στη ταράτσα. Παγιδεύεται. Η πόρτα είναι κλειδωμένη. Ακούει τους λιμενικούς να σπάζουν, ουρλιάζοντας, την εξώπορτα. Την πιάνουν στη φάκα σαν το ποντίκι.
Σε κάποια στιγμή της απολογίας της δεν διστάζει να «δώσει» προμηθευτές από τους οποίους ψωνίζει κόκα. Την Ελίνα, τον Δημήτρη, τον Άλεξ, κάποιους Αλβανούς. Όλους με τα μικρά ονόματα. Μόνο μία συνάδερφό της -μοντέλο- ψελλίζει με το επώνυμό της. Είναι η Εύη Χ… για την οποία η κατηγορούμενη αναφέρει επί λέξει: «…Η Εύη Χ… είναι μοντέλο. Δεν ξέρω εάν ασχολείται με τα ναρκωτικά, μάλλον πίνει κι αυτή. Γουστάρει τον Θεοχάρη και τώρα δεν είμαστε φίλες». Ζήλεια και επιλεκτική μνήμη.
Όσο για την περίφημη ατζέντα; Η κ. Μπερερή φαίνεται να κρύβει πολλά. Εκτός εάν πράγματι είναι το μεγάλο θύμα. Το ελκυστικό δόλωμα: «Τα ονόματα με τα κινητά τηλέφωνα που είναι στις ατζέντες, είναι φίλοι και γνωστοί. Δεν γνωρίζω κανενός το επίθετο. Οι αριθμοί που αναφέρονται μπροστά και πίσω από τα ονόματα που περιέχονται στην ατζέντα μάλλον ήταν κάποια από αυτά γραμμάρια που αγόραζα για να πίνω και κάποια είναι τραπέζια που έκλεινα με τη δουλειά μου και κάποια είναι συμπληρώματα διατροφής (τα οποία λογικά πρέπει να κατανάλωνε η κατηγορούμενη λόγω και της σωματικής της διάπλασης). Η 32χρονη χυμώδης ξανθιά με τις τολμηρές φωτογραφίσεις, περιγράφει και τις περίφημες συγκεντρώσεις στα «πάρτι της κόκας» στα μεγάλα σαλόνια.
«Είχαμε πιει πολλή κόκα. Πήγε να μας σκοτώσει με το πιστόλι»
Το δεύτερο μέλος της εγκληματικής οργάνωσης, ο ομορφονιός Παντελεήμονας Θεοχάρης, το αμόρε της Μαριάννας, ο σκληρός και ταυτόχρονα τρυφερός ζεν πρεμιέ, είναι αποκαλυπτικός. Ο Θεοχάρης συνελήφθη με τον συγκατηγορούμενό του, Κωνσταντίνο Παντέρα, έξω από το σπίτι της αγαπημένης του με το «φορτίο» στο πορτ μπαγκάζ ενός Fiat Punto. Πήραμε για τη φιλοξενία του στο σπίτι μας, αντάλλαγμα την κόκα για να την πιούμε, λέει το 24χρονο μοντέλο. Περιγράφει ότι ήταν ήδη «φτιαγμένος» με ένα γραμμάριο και δεν πολυκαταλάβαινε. Σχεδόν «κόκκαλο». Το πάρτι μόλις είχε αρχίσει. Άρχισαν να πίνουν κόκα χωρίς σταματημό. Από τη μύτη, καπνιστό, όλη τη νύχτα, πάντα κατά τις περιγραφές. Μετά στην παρέα μπήκε και ο τέταρτος. Ο Γιώργος Σταματιάδης.
Ξαφνικά ο Παντέρας, που είχε πιεί πολύ, άρχισε να έχει παραισθήσεις. «Άρχισε να φρικάρει», τους έβλεπε όλους ρουφιάνους της Αστυνομίας, πήγε να πάρει το όπλο πάνω από τον απορροφητήρα για να γίνει το κακό. Τον σταμάτησαν. Μετά τα έβαλε με την Μπερερή. Την υποψιαζόταν ως «καρφί». Εάν όλα αυτά δεν παραπέμπουν στο «βουνό» από την κοκαΐνη που είχε μαζευτεί μπροστά από το γραφείο του «Σημαδεμένου» Αλ Πατσίνο στην ομώνυμη ταινία, τότε οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους. Στο ίδιο ύφος κινήθηκαν οι απολογίες των υπολοίπων δύο κατηγορουμένων. Του Κωνσταντίνου Παντέρα και του Γιώργου Σταματιάδη. Σκληροί χρήστες, αμέτοχοι της εμπορίας, ανήξεροι, κομιστές, ιπποκόμοι Αλβανών και άλλων μεγαλεμπόρων που τους γνώριζαν, δήθεν, με τα μικρά τους ονόματα.