Μέτρα από την Πολιτεία για την εκτεταμένη ρύπανση του Ασωπού ποταμού στις περιοχές των Οινοφύτων-Τανάγρας και της ΛΑΡΚΟ στο Δήμο Μεσσαπίων της Εύβοιας, ζητεί το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Παρότι οι καταγγελίες των κατοίκων και των επιστημόνων για τη ανεπανόρθωτη βλάβη που έχει υποστεί το περιβάλλον στις περιοχές αυτές δεν σταμάτησαν ούτε στιγμή, το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο εξέδωσε τις αποφάσεις του για το θέμα, τέσσερα χρόνια μετά τις σχετικές προσφυγές.
Έτσι λοιπόν, τώρα το ΣτΕ κάνει δεκτές τις αιτιάσεις των Δήμων Οινοφύτων και Τανάγρας Βοιωτίας, καθώς και του Δήμου Μεσσαπίων Ευβοίας, περιγράφοντας την επιβάρυνση στο περιβάλλον αλλά και τους κινδύνους για την υγεία των κατοίκων από συνεχιζόμενη ρύπανση.
Αν και οι Δήμοι είχαν ζητήσει από τις αρμόδιες υπηρεσίες Επιθεωρητών του υπουργείου Περιβάλλοντος να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την προστασία των περιοχών (εδάφους, υπεδάφους, ποταμού, κ.λπ.) εν τούτοις δεν εισακούστηκαν. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Δήμος Οινοφύτων υπάρχει μία διάχυτη ρύπανση που λειτουργεί πλέον σωρευτικά στην περιοχή. Συγκεκριμένα επισημαίνεται: «Στη λεκάνη απορροής του Ασωπού δραστηριοποιούνταν και εξακολουθεί να δραστηριοποιείται εξαιρετικά μεγάλος αριθμός βιομηχανικών, βιοτεχνικών, αγροτοκτηνοτροφικών και άλλων επιχειρήσεων (πλέον των 300 με άδεια λειτουργίας), ενώ την ίδια στιγμή λειτουργεί μεγάλος αριθμός παράνομων επιχειρήσεων οι οποίες απορρίπτουν τα απόβλητα τους (υγρά και στερεά) στην περιοχή του Ασωπού….Η ρύπανση και η επακόλουθη περιβαλλοντική ζημία στην περιοχή είναι αποτέλεσμα διάχυτης ρύπανσης με μεγάλη διασπορά στην ποσότητα και στο είδος των ρυπαντικών φορτίων και με προσθετική και συνεργιστική δράση αυτών στο χρόνο».
Οι σύμβουλοι Επικρατείας αναγνώρισαν ότι πράγματι δεν υπήρξε από την Πολιτεία η αναγκαία κινητοποίηση για την λήψη των αναγκαίων μέτρων και διατάσσουν την λήψη των πρόσφορων μέτρων πρόληψης και αποκατάστασης της ζημιάς που έχει προκληθεί.
Ανάλογη η κατάσταση και στην περιοχή Ψαχνών και Πολιτικών στην Εύβοια, όπου έχουν εντοπιστεί υψηλά επίπεδα εξασθενούς χρωμίου και βαρέων μετάλλων στον υδροφόρο ορίζοντα της περιοχής. Όπως αναφέρει ο Δήμος Μεσσιών Ψαχνών ζητούσε από το κράτος μέτρα για την πρόληψη και αποκατάσταση του εδάφους και των υδάτων από τη ρύπανση των επίγειων και υπόγειων υδάτων και του εδάφους της περιοχής του από εξασθενές χρώμιο και νικέλιο.
« Η ύπαρξη των μετάλλων αυτών στο νερό οφείλεται στην ανεξέλεγκτη διάθεση τοξικών και επικίνδυνων αποβλήτων διαφόρων εγκαταστάσεων της περιοχής (μεταξύ των οποίων – και με το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης- είναι της ΛΑΡΚΟ)» σημειώνουν οι σχετικές εκθέσεις…
Επίσης, στις εκθέσεις αναφέρεται ότι στην επίμαχη περιοχή «δραστηριοποιούνται εξορυκτικές, βιομηχανικές, βιοτεχνικές, αγροτοκτηνοτροφικές και άλλες επιχειρήσεις, οι οποίες ενδεχομένως να έχουν συνεισφέρει στη ζημιά, οι επιχειρήσεις δε αυτές είναι: πτηνοτροφεία, χοιροτροφεία, αδρανοποίηση ζωικών υποπροϊόντων, επεξεργασία – διάθεση υγρών αποβλήτων, συγκέντρωση κόπρου, βιομηχανίες ελαίων-λίπων, βιομηχανίες τροφίμων, επιμεταλλωτήρια, ιχθυογεννητικοί σταθμοί, ελαιοτριβεία, μονάδες συσκευασίες αγροτικών προϊόντων, λοιπές βιομηχανίες, ενεργά και ανενεργά μεταλλεία ΛΑΡΚΟ, σπαστηροτριβείο – συνεργείο ΛΑΡΚΟ, μονάδα εμπλουτισμού – λιμένας φόρτωσης ΛΑΡΚΟ, σπαστηροτριβείο ΛΑΡΚΟ, απόρριψη αστικού τύπου αποβλήτων σε διάφορες θέσεις».
Οι σύμβουλοι Επικρατείας αφού ερμήνευσαν το Σύνταγμα, την Ευρωπαϊκή και Ελληνική νομοθεσία κατέληξαν ότι η προστασία στις περιπτώσεις αυτές πρέπει να είναι πλήρης και αποτελεσματική, ενώ από τους ίδιους νομοθετικούς κανόνες καθίσταται υποχρεωτική για την Πολιτεία (αρμόδια υπουργεία) η λήψη των αναγκαίων προληπτικών και κατασταλτικών μέτρων, είτε γενικών είτε ατομικών.